Στην Ελλάδα τρως μετά μουσικής. Σε όλα σχεδόν τα εστιατόρια πάντα ακούγεται ένα CD ή κάποιος ραδιοφωνικός σταθμός με ξένα ή ελληνικά τραγούδια. Δεν γνωρίζω για ποιο λόγο έχει επικρατήσει αυτή η συνήθεια, είναι πάντως σπάνιο να βρεις εστιατόριο χωρίς ψυχαγωγικό πρόγραμμα. Παρακαλάς τουλάχιστον να μην είναι υψηλή η ένταση (γιατί και αυτό συμβαίνει συχνά) ώστε να μπορείς να μιλήσεις με την παρέα σου. Και μπορείς πάντα, ανάλογα με τα κέφια σου, να διαλέξεις εστιατόριο μετά μουσικής ή άνευ _ όσο δύσκολο και αν είναι, πάντα υπάρχουν επιλογές.

Όμως, άλλο να διαλέγεις και άλλο να σου επιβάλλουν κάτι (εν προκειμένω τη μουσική) με το έτσι θέλω, όπως γίνεται στις πλαζ. Στις οργανωμένες τα μεγάφωνα παίζουν στη διαπασών απαίσια τις περισσότερες φορές τραγούδια.

Γιατί η επιλογή σου να πληρώσεις εισιτήριο για να έχεις μια ξαπλώστρα, μια ομπρέλα και να απολαύσεις το μπάνιο σου σε ένα πιο φροντισμένο περιβάλλον, συνεπάγεται και… λαϊκό ξεφάντωμα μέσα στο μεσημέρι; Την ώρα που εσύ φιλοδοξείς να αδειάσεις τον εγκέφαλό σου από κάθε θόρυβο;

Ας δεχτούμε όμως πως έτσι είναι, όπως και στα εστιατόρια: Οργανωμένη πλαζ σημαίνει πλαζ μετά μουσικής, αν δεν σου αρέσει πήγαινε παραδίπλα. Πηγαίνεις παραδίπλα. Διαλέγεις μία από εκείνες τις παραλίες που είναι μοιρασμένες: Στη μισή τοποθετούνται ξαπλώστρες και πληρώνεις για τη χρήση τους, η άλλη μισή παρέχεται δωρεάν.

Επιλογές για όλα τα γούστα. Όμως, παίζει τόσο δυνατά η μουσική από την πλευρά με τις ξαπλώστρες, που θέλεις δεν θέλεις… χορεύεις με το «Fuego» της Ελένης Φουρέιρα (έχει την τιμητική του στα παραθαλάσσια μπαράκια) και εσύ που έχει πάει στην άλλη άκρη.

Τι μένει; Να πάρεις τα πόδια σου και να κατευθυνθείς προς εκείνες τις (όλο και πιο λίγες) «κρυμμένες» παραλίες με τον ελάχιστο κόσμο. Πηγαίνεις και με το που απλώνεις την πετσέτα σου και αναστενάζεις με ανακούφιση, έρχεται το σκάφος με την χαρούμενη παρέα, ρίχνει άγκυρα και βάζει στη διαπασών τη μουσική για το πάρτι που έχει στηθεί στο κατάστρωμά του. Ακου πάλι το «Fuego». Δεν γλιτώνεις, είπαμε!