Οι σοβαροί τραυματισμοί στο κρανίο τριπλασιάζουν τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου, ακόμη και χρόνια μετά το περιστατικό, υποστηρίζει ομάδα βρετανών και σουηδών επιστημόνων, σε σχετικό άρθρο που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο JAMA Psychiatry.

Πάντως, και τα λιγότερα σοβαρά τραύματα στο κεφάλι φαίνεται να αυξάνουν τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου. Συνεπώς, οι άνθρωποι που κάποτε υπέστησαν διάσειση, έχουν διπλάσιες πιθανότητες να αποβιώσουν πρόωρα, συγκριτικά με τον γενικό πληθυσμό.

Οι ερευνητές του Τμήματος Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, σε συνεργασία με ειδικούς του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και του Ινστιτούτου Καρολίνσκα της Σουηδίας, με επικεφαλής την Δρ Σίνα Φεϊζέλ, μελέτησαν στοιχεία που αφορούσαν περισσότερα από δύο εκατομμύρια άτομα, για διάστημα 40 ετών (1969 – 2009).

Αξίζει να σημειωθεί ότι, κάθε χρόνο 1,7 εκατ. άτομα σε ΗΠΑ και Ευρώπη νοσηλεύονται λόγω κάποιου τραύματος στο κεφάλι, το οποίο έχει προκαλέσει κάταγμα κρανίου, εσωτερική αιμορραγία, απώλεια συνείδησης για περισσότερα από 60 λεπτά ή συνδυασμό των παραπάνω.

Τροχαία ατυχήματα, πτώσεις και αθλητικές δραστηριότητες αποτελούν τις κυριότερες αιτίες τραυματισμών στο κεφάλι. Υψηλότερο κίνδυνο διατρέχουν τα άτομα με ιστορικό ψυχικών διαταραχών πριν τον τραυματισμό, ενώ το συμβάν συχνά επιδεινώνει το υπάρχον πρόβλημα επηρεάζοντας την νοητική τους διαύγεια, με αποτέλεσμα να έχουν κακή κρίση ή να μην υπολογίζουν σωστά, προκαλώντας έτσι νεότερους σοβαρότερους τραυματισμούς.

Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι, αρκετοί ασθενείς καταφέρνουν να ξεπεράσουν την λεγόμενη περίοδο κινδύνου, δηλαδή το πρώτο εξάμηνο από τον τραυματισμό.

Από την επεξεργασία των στοιχείων, οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο κίνδυνος πρόωρου θανάτου είναι τριπλάσιος μετά από τραύμα στο κεφάλι και φτάνει στο 4% για τα άτομα που εκτός από τραυματισμό έχουν και ιστορικό ψυχικής νόσου. Για τον γενικό πληθυσμό, ο κίνδυνος πρόωρου θανάτου, χωρίς να έχει προηγηθεί εγκεφαλικό τραύμα, είναι 0,2% πριν την ηλικία των 56 ετών.

Όπως εξηγούν οι επιστήμονες, τα τραύματα στο κρανίο προκαλούν μόνιμες βλάβες στα νευρωνικά δίκτυα και έτσι επιδρούν αρνητικά στην ικανότητα των ασθενών να χειριστούν ορθά καταστάσεις της καθημερινότητας που αντιμετωπίζουν μετέπειτα.

Επιμέλεια: Μαίρη Μπιμπή

health.in.gr