Μια παλιά αραβική παροιμία λέει: «Η νίκη δείχνει πόσο ικανός είσαι. Η ήττα δείχνει τι αξίζεις».

Ο Αλέξης Τσίπρας το 2015 απέδειξε ότι είναι ικανός να ενώσει την Αριστερά, να κλέψει το ζωτικό χώρο του κέντρου και να κυβερνήσει για 4,5 χρόνια.

Με ψέματα; Με αυταπάτες; Με ψεκασμένο συνέταιρο; Με πολιτικές που δεν ταίριαζαν σε ένα ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα αλλά περισσότερο σε ένα συστημικό, δεξιό;

Για όλα έχει κατηγορηθεί, ενδεχομένως πολλά από αυτά να ισχύουν. Και πολλά να είναι η βασική αιτία για τη δεινή ήττα που υπέστη ο ΣΥΡΙΖΑ 8 χρόνια αργότερα.

Απέδειξε όμως ότι είναι ικανός να σταματήσει την ηγεμονία της κεντροδεξιάς όπως αυτή εμφανιζόταν μέχρι τότε.

Το δεύτερο μέρος της παροιμίας, ωστόσο, έχει μεγαλύτερη σημασία. Στις ήττες δείχνεις τι αξίζεις.

Δείχνεις αν μπορείς να σηκωθείς από το χτύπημα και στην τελική αν είσαι πραγματικός ηγέτης, όχι απλά κομματικός πρόεδρος.

Αντιλαμβάνομαι όσους γράφουν για το ποιος είναι καλύτερος να εκπροσωπήσει την Κεντροαριστερά, αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα συνεχίσει να κυριαρχεί στο χώρο ή αν το ΠΑΣΟΚ έρχεται… με φόρα.

Ωστόσο, όλα αυτά ανήκουν σε μια άλλη εποχή, σε έναν χρόνο πρωθύστερο της 21ης Μαΐου. Διότι η Κυριακή που μας πέρασε αποτελεί μια τομή του πολιτικού συστήματος και ιδίως του χώρου της Κεντροαριστεράς.

Δεν ξέρω αν έχουν καταλάβει στον ΣΥΡΙΖΑ τις αιτίες της ήττας. Η επίθεση Τσίπρα σε ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ είναι απογοητευτική.

Δεν μπορώ να γνωρίζω αν υπάρχουν συστήματα και παράκεντρα που ξεγέλασαν τον κ. Τσίπρα ως προς την εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ στην κοινωνία.

Και δεν μπορώ να κρίνω αν το ΠΑΣΟΚ έχει όντως μια δυναμική που θα το καταστήσει κυρίαρχο πόλο του χώρου ή απλά «τσιμπολογάει» ποσοστά, όμως, δεν θα ξαναγίνει ποτέ μεγάλο κόμμα και απειλή για τη Νέα Δημοκρατία.

Αυτό που αντιλαμβάνομαι είναι ότι ο χώρος της Κεντροαριστεράς έχει αυτή τη στιγμή 31%, όσο είχε ο ΣΥΡΙΖΑ μόνος του το 2019.

Βλέπω επίσης ως ακόμη κι αν κάποιος αθροίσει (αυθαίρετα ίσως) και τα ποσοστά του ΚΚΕ, του ΜέΡΑ και της Πλεύσης με το ζόρι οι δυνάμεις που είναι απέναντι στη ΝΔ φτάνουν το 44%.

Αυτό σημαίνει πολλά, ίσως και τίποτε.

Όμως, το βασικό ζήτημα από εδώ και στο εξής δεν είναι ο πόλεμος Τσίπρα – Ανδρουλάκη. Δεν είναι ένα στείρο μπρα ντε φερ μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ για το ποιος θα πάρει μεγαλύτερο ποσοστό στις εκλογές της 25ης Ιουνίου.

Το μέγιστο διακύβευμα είναι το μέλλον της Κεντροαριστεράς και πώς αυτή θα μπορέσει να ανασυνταχθεί, να δυναμώσει και να αμφισβητήσει την ηγεμονία της ΝΔ.

Ο Κ. Μητσοτάκης είναι περισσότερο κεντρώος πολιτικός και δεν πιστεύω ότι θα θελήσει να γίνει «ο Ηγεμών». Όμως, η αλαζονεία του νικητή που δεν έχει αντίπαλο πολλές φορές οδηγεί σε λανθασμένες αποφάσεις και επιλογές.

Στο κάτω – κάτω καμιά κάλπη δεν μπορεί να γίνει «πλυντήριο» για τα σοβαρά λάθη που έγιναν την προηγούμενη τετραετία.

Ούτε ζητήματα που πλήγωσαν τη Δημοκρατία, όπως οι παρακολουθήσεις, ούτε οικονομικά θέματα που δεν έχουν επιλυθεί.

Κάπως πρέπει να απαντηθεί για παράδειγμα τι θα γίνει με τον 1 στους 3 πολίτες που είναι φτωχοποιημένος.

Θα πρέπει κάποιος να απαντήσει γιατί το Ταμείο Ανάκαμψης είναι για λίγους, ενώ 800 χιλ. επιχειρήσεις που απασχολούν 2 εκατ. εργαζόμενους δεν περνούν ούτε έξω από τις τράπεζες.

Κάποιος θα πρέπει να μας πει τι σημαίνει Σύμφωνο Σταθερότητας και αυστηροί δημοσιονομικοί όροι για να επιτευχθεί πλεόνασμα 2% ετησίως.

Διότι τα δύσκολα έρχονται, δεν θα είναι όπως τα προηγούμενα χρόνια όπου μοιράζονταν λεφτά αφειδώς και κανείς δεν ρωτούσε γιατί.

Εχει απαντήσεις για όλα αυτά η Κεντροαριστερά; Εχει προσανατολισμό, μπορεί να αντιπαρατεθεί στην πολιτική της Νέας Δημοκρατίας;

Μπορεί να προτείνει μεταρρυθμίσεις στο κράτος με επίκεντρο τον πολίτη, ειδικά τον αδύναμο και παραγκωνισμένο;

Μέχρι τις 25 Ιουνίου τίποτε από όλα αυτά δεν θα συζητηθεί. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα δώσει αγώνας επιβίωσης με κατώφλι το 20%, το ΠΑΣΟΚ θα επιχειρήσει νέα αύξηση στα ποσοστά του, τα μικρότερα κόμματα την είσοδό τους στη Βουλή.

Κανείς δεν θα κλάψει γιατί η Κεντροαριστερά χάνεται.

Η Κεντροαριστερά με σοβαρό, σύγχρονο, ευρωπαϊκό λόγο και με τις κοινωνικές ευαισθησίες που πρέπει να την χαρακτηρίζουν φωνάζει «βοήθεια». Ακούει κανείς;