Από όλες τις αλλαγές που συμβαίνουν στην Αθήνα η πιο έντονα δραματική αφορά τα υπόγεια των πολυκατοικιών. Στις πιο κεντρικές συνοικίες γύρω από το Σύνταγμα, το Μουσείο, το Κολωνάκι, τους Αμπελόκηπους, τα υπόγεια διαμερίσματα ή και καταστήματα ανακαινίζονται ριζικά και μία νέα μορφή επιτέλεσης προβάλλει, που θα τη λέγαμε έως και «περφόρμανς της μετατόπισης του φαντασιακού».

Οι παλιές θλιμμένες όψεις τους που εδώ και χρόνια πρόβαλλαν με κατεβασμένα και ξεχαρβαλωμένα ξύλινα ρολά βγαίνουν από τον λήθαργο της εγκατάλειψης στο όνομα της ανακαίνισης και της επανακατοίκησης του αθηναϊκού κέντρου. Με νέους υποτίθεται όρους, με βελτιωμένες υποδομές και με επεμβάσεις «νουβέλ αρχιτεκτονικής» τα υπόγεια ανοίγονται για να καλέσουν τους νέους ενοίκους τους να δημιουργήσουν τον αυριανό τους κόσμο. Και όσο πιο κοντά στο έδαφος είναι αυτό το απόθεμα τετραγωνικών εκατοστών, δείχνει πιο προσιτό σε εκείνον που διαθέτει ελάχιστα ευρώ, μπόλικα όνειρα και συντροφιά και αναζητά σπίτι-καταφύγιο ή χώρο εργασίας-εργαστήριο ιδεών.

Και να που τα υπόγεια της γειτονιάς μετατρέπονται(;) σε οάσεις. Οι τοίχοι τους απολεπίζονται και ο βαθύς καθαρισμός τους φτάνει στα έγκατα των δικτύων, των σωλήνων, των καλωδίων. Τα δάπεδα εκσυγχρονίζονται με ανακυκλωμένα υλικά που στην ακριβότερη περίπτωση μιμούνται το ξύλο. Ενώ στην πιο βιομηχανική αισθητική τους τα παλιά μωσαϊκά τρίβονται και γυαλίζονται για να κρατήσουν τη γραμμή ιστορικής συνέχειας με το παρελθόν της νεωτερικής πολυκατοικίας και της αντιπαροχής. Και στον αέρα της πόλης αντηχεί – μέχρι να σουρουπώσει – το σβουράκι που ξύνει μνήμες, βγάζει ψεγάδια και αφαιρεί ίχνη πρότερου βίου από αυτούς τους ανήλιαγους, υγρούς, υποβαθμισμένους χώρους. Ο ήχος του, διαπεραστικός και παρατεταμένος, εκνευρίζει τους περίοικους. Οι οποίοι χάνουν τη σιέστα τους, δικαίωμα κάθε υπερηλίκου, ή δυσκολεύονται να συγκεντρωθούν στη δίνη της εντατικής εργασίας τους και της σχολικής φροντίδας των τέκνων τους.

Το σβουράκι του υπογείου αντηχεί σαν το εμβατήριο επέλασης αλλότριου εισβολέα. Ωστόσο κατά τον ντοστογεφσκικό ένοικο του «Υπογείου» υπάρχει αντιπρόταση: «Καλύτερα η συνειδητή απραξία! Κι έτσι, ζήτω ο ανάμεσα στο πάτωμα και στο ταβάνι χώρος!».