Οι χώρες πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα της ψυχροπολεμικής εποχής ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα για το φαινόμενο Τζέιμς Μποντ. Το επιβεβαιώνει το βιβλίο «Bond Behind the Iron Curtain» που έγραψε και επιμελήθηκε ο Τζέιμς Φλέμινγκ, ανιψιός του συγγραφέα του πράκτορα 007.

Η ιστορία δημοφιλίας και κριτικής ανάλυσης την οποία παρουσιάζει ο Τζέιμς Φλέμινγκ ξεκινά με την ολοσέλιδη επίθεση στον Τζέιμς Μποντ, τον Ιαν Φλέμινγκ και την ταινία του «Dr Νο» που δημοσιεύτηκε στη ρωσική εφημερίδα «Izvestiya» πριν από την επίσημη προβολή της στους κινηματογράφους. Οπως θα ανέμενε κανείς, η ρωσική πλευρά και οι σύμμαχες χώρες αντιμετώπισαν το σύνολο του φαινομένου Μποντ επιθετικά. Το κατήγγειλαν ως πορνογραφία, καπιταλιστική βρωμιά και αντισοσιαλιστικό δηλητήριο.

Ο συγγραφέας Γουίλιαμ Μπόιντ, συνεχιστής των περιπετειών του Τζέιμς Μποντ, όταν το ίδρυμα Ιαν Φλέμινγκ τον ενέκρινε να αναλάβει τη συνέχεια του 007 γράφοντας το «Solo» (2013), παρουσιάζει στο αγγλικό περιοδικό «Spectator» την προσωπική του άποψη για την έρευνα του Φλέμινγκ στην επικράτεια του ψυχροπολεμικού Σιδηρού Παραπετάσματος.

Το σαγηνευτικό μικρό βιβλίο του Τζέιμς Φλέμινγκ για την αντίδραση που προκάλεσε ο Μποντ κατά τις δεκαετίες του 1960 και του 1970, γράφει, μας δείχνει ότι τίποτα δεν έχει αλλάξει από τότε.

Ο συγγραφέας (ανιψιός του Ιαν) εξετάζει συγκεκριμένες αντιδράσεις στο φαινόμενο Μποντ στην ΕΣΣΔ, τη Βουλγαρία, την Τσεχοσλοβακία και την Πολωνία κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Παρουσιάζει πώς ο Μποντ και αυτό που αντιπροσώπευε, παρά το εμπόδιο του Σιδηρού Παραπετάσματος, κατάφερε να διεισδύσει στον εξαιρετικά ελεγχόμενο και λογοκριμένο κόσμο αυτών των κομμουνιστικών κρατών.

«Σκουπίδια»

Το πιο συναρπαστικό παράδειγμα είναι μια περιφρονητική κριτική για την ταινία «Dr No» που εμφανίστηκε στη ρωσική εφημερίδα «Izvestiya» τον Μάιο του 1962, με τίτλο «Ερωτας και φρίκη». «Ποιος ενδιαφέρεται για αυτά τα σκουπίδια;» γρυλίζει ο κριτικός, για να περιγράψει στη συνέχεια τον Φλέμινγκ ως «έναν συνταξιούχο κατάσκοπο που έγινε μέτριος συγγραφέας».

Ο Μπόιντ μάλιστα αναφέρει ότι ο ίδιος ο Φλέμινγκ εντυπωσιάστηκε από το άρθρο και προσπάθησε να πείσει τους εκδότες του να βάλουν ολόκληρη την κριτική στο οπισθόφυλλο του επερχόμενου βιβλίου του «Στην υπηρεσία της αυτού μεγαλειότητος» – αλλά μάταια. Η εξαιρετική πτυχή αυτής της ρωσικής κριτικής ήταν ότι εμφανίστηκε τέσσερις μήνες πριν από την κυκλοφορία της ταινίας τον Οκτώβριο του 1962. Ποιος στην «Izvestiya» είχε καταφέρει να δει την ταινία τόσο νωρίς – και με ποια μέσα το κατάφερε;

Ο Γουίλιαμ Μπόιντ θα συμπεράνει από την πλευρά του ότι η κριτική πριν από την πρεμιέρα του «Dr No» είναι «ένα παράδειγμα πολιτιστικής κατασκοπείας αντάξιο του ίδιου του μυθιστορήματος του Μποντ». Και, πράγματι, ο πολιτισμικός αντίκτυπος του Μποντ στη δυτική ψυχή υποβλήθηκε σε μια διαρκή και έξυπνη ανάλυση στο φιλελεύθερο ρωσικό περιοδικό «Novy Mir» το 1966, γραμμένη από τη Μάγια Τουρόφσκαγια.

Εξαιρετικά μεταφρασμένη στο βιβλίο του ανιψιού Φλέμινγκ, στην πραγματικότητα είναι, αν το διαβάσεις ανάμεσα στις γραμμές, ένα πολύ έξυπνο κείμενο σχολιασμού που προβλέπει την απήχηση της επωνυμίας του Μποντ που ισχύει και σήμερα, έπειτα από πενήντα πέντε χρόνια, όπως και τότε.

Τον έσωσε η οθόνη

Η Τουρόφσκαγια γράφει τα εξής: «Ο στενής αντίληψης, φιλισταϊκός πραγματισμός κυριαρχεί στα μυθιστορήματα του Φλέμινγκ. Τείνουν να είναι αδιάκριτα συνδυάζοντας στοιχεία κάθε είδους αισθησιασμού – πολιτική δράση και θρίλερ, επιστημονική φαντασία και διαφημιστικό φυλλάδιο, περιοδικό μόδας και ταινία γυμνιστών… Αυτό, εν συντομία, είναι το μυστικό του είδους, της δημοτικότητας στη σύγχρονη μορφή του.

Ωστόσο, αν δεν υπήρχε η κινηματογραφική οθόνη, ο Μποντ θα είχε χαθεί ανάμεσα σε όλους τους άλλους χαρακτήρες κατασκόπων εκεί έξω. Θα ήταν ο κανένας. Ηταν η κινηματογραφική βιομηχανία που τον έκανε μύθο».

Ανάμεσα στο υλικό που συνέλεξε ο συγγραφέας του βιβλίου παρουσιάζονται μεταφρασμένες για πρώτη φορά στα αγγλικά οι εκτενείς κριτικές των ταινιών του Μποντ που έγραψε στα ρωσικά η Μάγια Τουρόφσκαγια και δημοσιεύτηκαν το 1966. Οπως επίσης το εξαιρετικά ενδιαφέρον αφήγημα που δημοσιεύτηκε σε εφημερίδα της Πράγας τον επόμενο χρόνο, όταν ο Σον Κόνερι άρχισε να αποκτά μεγάλη φήμη. Επιπλέον περιέχεται και η προσπάθεια των Βουλγάρων να δημοσιεύσουν ένα μυθιστόρημα στο οποίο ο Μποντ σκοτώθηκε.

Και όπως σημειώνει ο Τζέιμς Φλέμινγκ για το υλικό του βιβλίου του: «Αν θέλετε να μάθετε για το «αστικό σύμπλεγμα κατωτερότητας» που αποτέλεσε τη βάση του κομμουνιστικού κόμματος για να χλευάσει όποιον απολάμβανε τις περιπέτειες του Τζέιμς Μποντ, ξεκινήστε εδώ την ανάγνωσή σας».