Της Στέλλας Τζιμπιλή

Η εξουσία με άρωμα γυναίκας είναι ένα φαινόμενο που κερδίζει έδαφος τα τελευταία χρόνια. Η δυναμική πρώην εισαγγελέας Κάμαλα Χάρις είναι η πρώτη έγχρωμη γυναίκα αντιπρόεδρος στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών και πιθανότατα η μελλοντική πρώτη γυναίκα πρόεδρος των ΗΠΑ. Το πολιτικοκοινωνικό προφίλ των Ηνωμένων Πολιτειών είναι βέβαιο ότι  αλλάζει σελίδα με την εκλογή στην εξουσία του Μπάιντεν και των Δημοκρατικών. Εκ πρώτης όψεως η νεοεκλεγείσα δημοκρατική κυβέρνηση με την ανάδειξη  στην εξουσία της καθόλα αξιοθαύμαστης νέας αντιπροέδρου (με Ινδιάνικη και Εβραϊκή καταγωγή) προωθεί και υποστηρίζει την πολυπολιτισμική σύσταση  της Αμερικάνικης κοινωνίας. Υπό αυτό το πρίσμα προσφέρει έστω την προοπτική  μιας φωτεινής ελπίδας για την εξάλειψη των ακραίων ρατσιστικών εκδηλώσεων στο πολυπολιτισμικό μωσαϊκό των ΗΠΑ, ιδιαίτερα απέναντι στην αφροαμερικανική κοινότητα.

Η πρόκληση για το νέο πλανητάρχη επικεντρώνεται στην ήδη υπάρχουσα ανάγκη να συνδυάσει επιτυχώς το έντονο πολυπολιτισμικό στοιχείο των ΗΠΑ με την πολιτισμική συνοχή τους, τις αξίες αλλά και την ταυτότητα του Δυτικού πολιτισμού. Η προσπάθεια που επιβάλλεται να καταβληθεί προκειμένου να επουλωθεί ο βαθύς διχασμός που επέφερε η διακυβέρνηση Τραμπ στην αμερικάνικη κοινωνία είναι τεράστια.  Ούτως ειπείν η διαπίστωση του προβλήματος του διχασμού του έθνους είναι μια καλή εκκίνηση. Αυτό  μάλιστα κατέστη έκδηλο  στο πρώτο διάγγελμα του προέδρου Μπάιντεν προς τον αμερικανικό λαό. Πέρα λοιπόν από τον έντονο παγκόσμιο αλλά και δικαιολογημένο εν μέρει ενθουσιασμό για τη νέα αντιπρόεδρο και ό,τι αυτό συμβολίζει, το μέγα   δίλημμα για τις ΗΠΑ συνεχίζει να υφίσταται και είναι το εξής: «Θα επιβεβαιώσουν  οι ΗΠΑ την ταυτότητά τους ως δυτικό έθνος και θα επαναπροσδιορίσουν το παγκόσμιο ρόλο τους ως ηγετική δύναμη του Δυτικού κόσμου ή όχι;

Η προσπάθεια να αναστραφεί ο διχασμός που φαίνεται ότι ρίζωσε βαθιά στην κοινωνία της Αμερικής απαιτεί χρόνο και κόπο. Η πολιτική της περιχαράκωσης και της «αποπαγκοσμιοποίησης» της Αμερικής επικροτήθηκε από μια μεγάλη μερίδα Αμερικανών, καθώς έθεσε  ως προτεραιότητά της το «συμφέρον του έθνους», κάτι  που επέβαλε κατά κόρον η τελευταία συντηρητική κυβέρνηση.  Σε αυτό συνέβαλε σημαντικά η οικονομική ανάπτυξη των τελευταίων ετών, που όμως ήδη ανήκει στο παρελθόν, με την υποτίμηση της πανδημίας του κορωναϊου   και τις  ολέθριες οικονομικές συνέπειες που αυτή έφερε .

Είναι κοινός τόπος ότι η πολιτισμική κληρονομιά των ΗΠΑ έχει τις ρίζες της στη Δύση. Η δυνατότητα της ειρηνικής συνύπαρξης των πολιτισμών, ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ατομικών ελευθεριών θεμελίωσε την αμερικανική κουλτούρα και δημιούργησε το πολιτισμικό  «χωνευτήρι» της Αμερικής. Παράλληλα η πίστη στο έθνος ανέδειξε την Αμερική ηγέτιδα του δυτικού πολιτισμού, με αποτέλεσμα να κυριαρχήσει  τα τελευταία εκατό χρόνια στο παγκόσμιο γίγνεσθαι. Η αποξένωση και η περιχαράκωση δίκην του ιδίου εθνικού συμφέροντος των τελευταίων χρόνων είναι εκ διαμέτρου αντίθετη με την παγκοσμιοποίηση που επέφερε η ενοποίηση των αγορών, η ταχύτητα των μέσων μαζικής μεταφοράς και η επανάσταση του διαδικτύου. Η διατήρηση του ρόλου του παγκόσμιου ηγέτη προϋποθέτει μία  ηγεσία παγκόσμια, ενωτική και σε καμία περίπτωση βαθιά  διχασμένη.

Το στοίχημα της νέας κυβέρνησης του προέδρου Μπάιντεν  είναι πλέον να αποκαταστήσει και να διατηρήσει την ταυτότητα και τη συνοχή του έθνους αναδεικνύοντας τα προτερήματα και τις αξίες του. Ακολούθως θα ήταν ευχής έργο να επανατοποθετήσει τη χώρα στο τιμόνι του δυτικού πολιτισμού αξιοποιώντας  την ηγετική φυσιογνωμία της και παράλληλα φέρνοντας κοντά τους πολιτισμούς, τις οικονομίες και τις αγορές. Η νέα τάξη πραγμάτων δεν αφήνει περιθώρια εκτραχηλισμού. Τουτέστιν οι ΗΠΑ καλούνται  να διασφαλίσουν τις ελπίδες για μια Δύση, όπου η πολιτισμική της συνοχή θα είναι  κραταιή  σε τέτοιο βαθμό, ώστε να εξασφαλίζει την πολιτική και κοινωνική ακεραιότητα,  την υπεροχή και την ελευθερία της εις το έπακρον.

Η Στέλλα Τζιμπιλή είναι φιλόλογος – συγγραφέας