Στα εκατόν επτά του, ο κύριος Καρφούρος είναι ο τελευταίος επιζών από τις «Ομάδες Τήρησης Αποστάσεων» που συστήθηκαν όταν πριν από 75 χρόνια, στις αρχές Μαΐου του 2020, ήρθε η «απελευθέρωση» από την καραντίνα

Ερευνώντας για το διδακτορικό μου, που πραγματεύεται την πρώτη πανδημία του 21ου αιώνα, συνάντησα τον κύριο Τηλέμαχο Καρφούρο. Στα εκατόν επτά του, ο κύριος Καρφούρος είναι ο τελευταίος επιζών από τις «Ομάδες Τήρησης Αποστάσεων». Παρά την προχωρημένη ηλικία του, παραμένει σε άψογη διανοητική κατάσταση. Οπως θα διαπιστώσετε, διαβάζοντας τη συνέντευξη που μου παραχώρησε, πρόκειται για έναν αξιαγάπητο θυμόσοφο, που χαίρεσαι να ακούς τα παλιά ελληνικά του.

«- Πώς βρεθήκατε, κύριε Καρφούρε, να υπηρετείτε στα ΟΤΑ;

– Ας τα πάρουμε από την αρχή. Στις αρχές Μαΐου του 2020, συνέβη η πρώτη «απελευθέρωση» από την καραντίνα. Η κυβέρνηση το αποφάσισε κρίνοντας ότι εάν παρέμενε ο πληθυσμός κλεισμένος μέσα, οι επιπτώσεις – στην οικονομία κυρίως – θα ήταν ολέθριες. Επρόκειτο για μια συγκρατημένη χαλάρωση, με αυστηρούς περιορισμούς στη σωματική εγγύτητα των ανθρώπων. Μη λησμονείτε ότι δεν είχε βρεθεί ούτε εμβόλιο ούτε φάρμακο για εκείνον τον ιό… Τότε συστήθηκαν από το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη οι «Ομάδες Τήρησης Αποστάσεων». Ενα παρααστυνομικό σώμα, το οποίο θα μεριμνούσε για την τήρηση των κανόνων. Η ιδέα μάς είχε έρθει από τη Γαλλία. Ακόμα και τις στολές μας, από τιρκουάζ πλαστικοποιημένο ύφασμα, τις είχε σχεδιάσει γάλλος μόδιστρος. Μόνο το σύνθημά μας ήταν ελληνικής έμπνευσης: «Μένουμε Μακριά – Μένουμε Υγιείς». Το έβλεπες και το άκουγες παντού, είχαν φτιάξει τηλεοπτικά σποτ, ως και τραγούδι είχαν λανσάρει για να συμφιλιώσουν τους πολίτες με την παρουσία μας…

– Από ό,τι ξέρω όμως, ελάχιστοι σάς αποκαλούσαν ΟΤΑ. Σάς βγήκε από τις πρώτες μέρες ένα παρατσούκλι…

– Οι πολίτες ήταν άκρως πιεσμένοι ψυχολογικά. Αφορμή έψαχναν για να διακωμωδήσουν τη δεινή κατάσταση. Μας βάφτισαν περιπαικτικά «Χατζηχρήστους». Γνωρίζετε ποιος ήταν ο Κώστας Χατζηχρήστος;

– Θυμήστε μου…

– Ενας σπουδαίος κωμικός ηθοποιός του 20ού αιώνα. Υποδυόταν συχνά τον γκαφατζή αστυφύλακα. Από εκεί πήραμε λοιπόν το όνομά μας…

– Εσείς πώς επιλεγήκατε για «Χατζηχρήστος»;

– Θα μπορούσα να ισχυριστώ ότι οι ανώτεροί μου εξετίμησαν τον συνδυασμό ευγένειας και αυστηρότητας που με χαρακτήριζε. Τρίχες! Είχα απλώς αρρωστήσει, τον Μάρτιο του 2020, από τον ιό, είχα συνέλθει και είχα κάποια ανοσία. Ετσι με απέσπασαν από τις δυνάμεις καταστολής όπου υπηρετούσα έως τότε. Υπήρξα – νομίζω – ο μόνος «Χατζηχρήστος» που προερχόταν από τα ΜΑΤ. Και από τους λίγους άνδρες. Τα ΟΤΑ στελεχώθηκαν κυρίως από κοπέλες της Τροχαίας και του Λιμενικού. Ο διοικητής μας ήταν ένας ταξίαρχος του Υγειονομικού, στρατόκαυλος και πολύ θρήσκος. Είχε εισηγηθεί στις εφόδους μας να κραυγάζουμε ρυθμικά «Μη-Μου-Απτου!», τη φράση που είπε ο Ιησούς στη Μαγδαληνή. Δεν εισακούστηκε ευτυχώς. Θα μας έπαιρνε ο κόσμος εντελώς στο ψιλό…

– Μιλήστε μου για τα καθήκοντά σας.

– Περιπολούσαμε μέρα – νύχτα στα πολυσύχναστα σημεία. Οποτε βλέπαμε ανθρώπους να πλησιάζουν σε απόσταση μικρότερη των δύο μέτρων, μπαίναμε ανάμεσά τους και τους απωθούσαμε. Κόβαμε πρόστιμα. Κάθε χειραψία στοίχιζε σε αμφοτέρους δέκα ευρώ, ποσό όχι αμελητέο τότε. Κάθε αγκαλιά πενήντα. Για τα φιλιά δεν συζητάμε!

– Ισχύει ότι χρησιμοποιούσατε και βία;

– Μας το είχαν επιτρέψει οι ανώτεροί μας σιωπηλά. Μη φανταστείτε ακρότητες. Φέραμε απλώς κάτι βέργες σαν τους παλιούς δημοδιδάσκαλους. Εάν ο απείθαρχος διαμαρτυρόταν κι από πάνω, τον διατάζαμε να ανοίξει την παλάμη του και τού ρίχναμε μερικές γρήγορες…

– Οι γύρω πολίτες δεν εξοργίζονταν;

– Να μη σας πω ότι το απολάμβαναν! Η ανθρώπινη φύση, δεσποινίς μου, γίνεται άκρως συντηρητική και τιμωρητική σε περιόδους μεγάλου κινδύνου. «Δώσ’ του κι άλλες!» μάς φώναζαν οι γριές και οι γέροι κυρίως, που αποτελούσαν ευπαθή ομάδα μα νοσταλγούσαν κιόλας – ασυνείδητα – τα σχολικά τους χρόνια…

– Είχαν απολύτως απαγορευτεί οι χειραψίες, οι αγκαλιές και τα φιλιά;

– Γίνονταν ανεκτές μόνο μεταξύ στενών συγγενών και συζύγων. Εάν εξαιρέσεις τους γονείς και τα μικρά παιδιά, επιτρέπαμε τις διαχύσεις σε εκείνους που τις απολάμβαναν λιγότερο…

– Περάσατε καλά ως «Χατζηχρήστος»;

– Κάθε άλλο! Αισθανόμουν γελοίος σε μια γελοία κατάσταση. Εκριναν όμως οι μήνες εκείνοι το μέλλον μου…

– Πώς;

– Καλοκαίρι ήταν, κατεβαίναμε και στις παραλίες, ακόμα και τις πλέον ερημικές. Σε μια τέτοια – μετά την Ανάβυσσο, προς το Σούνιο – βρέθηκα ένα απόγευμα του Ιουλίου. Ο συνάδελφος είχε μείνει στο αυτοκίνητο. Εγώ, εν στολή, χτένισα την αμμουδιά. Θα έκανα μεταβολή εάν δεν αντίκριζα, πίσω από κάτι βραχάκια, ένα ζευγάρι εν αδαμιαία περιβολή, στα πρόθυρα της συνουσίας. Στάθηκα βλοσυρότατος από πάνω τους. Ο νεαρός με αντιμετώπισε σαν ηδονοβλεψία. Εγινα έξαλλος. «Εχεις μαζί σου ληξιαρχική πράξη γάμου;» τού γάβγισα. «Δεν φτάνει που ‘μαστε στα μέλια μας;» μού το έπαιξε νταής. Το κορίτσι είχε στο μεταξύ βουτήξει για να κρύψει τη γύμνια του. «Απόδειξε τον έρωτά σου εδώ και τώρα! Παντρέψου την!». «Είσαι και παπάς;» με ειρωνεύτηκε. «Εχω εξουσία να συνάπτω πολιτικούς γάμους!» τον ενημέρωσα ψευδώς. «Τι θες ρε φουκαρά Χατζηχρήστε;» έγινε προκλητικός. «Παντρέψου την εσύ!».

Το κορίτσι τον κοιτούσε προδομένο. Εγώ είδα μες στα κύματα το πεπρωμένο μου να με καλεί. «Την παντρεύομαι!». Το είπα δίχως να το σκεφτώ. Μα αφού το είπα, το ‘κανα.

Οι κρίσεις – τι τα θέλετε, δεσποινίς Λιάπη; – επιταχύνουν τρομερά τις εξελίξεις. Στην κοινωνία αλλά και στη ζωή του καθενός μας. Μέσα σε μια στιγμή μπορεί να κριθεί η υπόλοιπη ζωή σου. Τα επόμενα εβδομήντα πέντε χρόνια στην περίπτωσή μου… Ελένη, κόκκαλα έχει ο καφές που σου ζήτησε η επισκέπτις μας;».

Ειρήνη Λιάπη, Υποψήφια Διδάκτωρ Κοινωνικής Ανθρωπολογίας

Για την αντιγραφή Χ.Α. Χωμενίδης