Του Γιώργου Μελέα*

Βασικό χαρακτηριστικό της στρατηγικής που συμφωνήθηκε στην Σύνοδο Κορυφής είναι ένας μηχανισμός ανάκαμψης και ανθεκτικότητας που αποσκοπεί στο να βοηθήσει τα κράτη μέλη να ανοικοδομήσουν τις οικονομίες τους και να τις προετοιμάσουν για το μέλλον.

Συνοδεύεται από έναν προτεινόμενο προϋπολογισμό 200 δισ. Ευρώ για τη χρηματοδότηση σχεδίων ανάκαμψης των κρατών μελών. Αυτή η διευκόλυνση βασίζεται στο δημοσιονομικό μέσο για τη σύγκλιση και την ανταγωνιστικότητα (BICC) καθως και στο Μέσο σύγκλισης και μεταρρύθμισης (CRI) και θα μπορούσε να ενεργοποιηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2021.

Επιπλέον, σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση της κρίσης θα παίξει και η πολιτική συνοχής με στόχο να προωθηθούν περίπου 50 δισ. ευρώ το 2021 και το 2022 με στόχο την αποκατάσταση των αγορών εργασίας, των συστημάτων υγειονομικής περίθαλψης και των ΜΜΕ. Αυτό θα οδηγήσει σε δαπάνες άνω των 150 δισ. Ευρώ τα δύο χρόνια.

Οι ηγέτες των κρατών μελών συμφώνησαν ότι το νέο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (2021-2027) θα είναι καταλύτης στην προσπάθεια αντιμετώπισης της μεγάλης ύφεσης που θα προκύψει από την κρίση. Τούτο θα προκύψει από τον εμπροσθοβαρή χαρακτήρα του ώστε να κινήσει όλες τις σχετικές πηγές χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας.

Η τοποθέτηση και οριοθέτηση του προϋπολογισμού της Ε.Ε. στο επίκεντρο της αντίδρασης στην κρίση του κορονοϊού στην Ε.Ε. σημαίνει την υιοθέτηση λύσεων που θα είναι πολύ διαφορετικές από την τελευταία οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 – ουσιαστικά θα σημαίνει ότι η επίλυση της κρίσης θα βασίζεται σε αυτό που αποκαλείται κοινοτική μέθοδο δηλαδή με κοινή ευρωπαϊκή νομοθεσία που θα προϋποθέτει και την συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και όχι διακυβερνητικές λύσεις.

Ο Γιώργος Μελέας είναι εθνικός εμπειρογνώμονας της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής