Η κρίση του κορωνοϊού βρήκε την ελληνική οικονομία στη χειρότερη στιγμή. Εκεί που είχε αρχίσει να αποκτά βηματισμό προς υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης, ήρθε η παγκόσμια καταιγίδα απειλώντας να ακυρώσει τις σκληρές θυσίες στις οποίες υποβλήθηκαν οι Ελληνες την προηγούμενη δεκαετία.

Και έτσι, για άλλη μία φορά, η Ελλάδα εξαρτάται από την αλληλεγγύη των εταίρων της. Αυτή τη φορά, ωστόσο, παρότι είναι ένας «αδύναμος κρίκος» στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, λόγω των υψηλών χρεών της, δεν είναι το «μαύρο πρόβατο» ούτε ο «πυροκροτητής» της κρίσης.

Η Ευρώπη και ο κόσμος ολόκληρος τραντάζονται συθέμελα από έναν αναπάντεχο, εξωτερικό, αόρατο εχθρό που απειλεί να ανατρέψει κεκτημένα δεκαετιών, αν δεν υπάρξουν συλλογικές και γενναίες απαντήσεις. Δεν είναι στο χέρι μας η αντιμετώπιση αυτής της κρίσης, αλλά δεν είμαστε και οι μόνοι που σηκώνουμε το βάρος. Ούτε βρισκόμαστε στην τραγική κατάσταση του 2010, αφού έπειτα από απίστευτες θυσίες έχουμε καταφέρει να συμμαζέψουμε τα δημοσιονομικά μας. Ολα αυτά δημιουργούν ελπίδες για το αύριο.

Παρ’ όλα αυτά, αποδεικνύεται και πάλι, εκ των πραγμάτων, ότι η χώρα μας έχασε πολύτιμο χρόνο κατά την προηγούμενη πέτρινη δεκαετία. Με ευθύνη των ευρωπαίων εταίρων μας, εξαιτίας των λανθασμένων συνταγών ακραίας λιτότητας που επέβαλαν με τα Μνημόνια σε μια χρεοκοπημένη οικονομία. Αλλά και με ευθύνη του ίδιου του εγχώριου πολιτικού προσωπικού που αρνήθηκε να αναλάβει εγκαίρως το βάρος επώδυνων αλλά αποτελεσματικών πολιτικών που απαιτούνταν για την έξοδο από το τούνελ.

Σε κάθε περίπτωση χάθηκε πολύτιμος χρόνος στα δύο πρώτα Μνημόνια. Ισως όμως η μεγαλύτερη ευκαιρία να χάθηκε το 2014. Τότε που η ελληνική οικονομία είχε αρχίσει, δειλά δειλά, να σηκώνει κεφάλι και ήρθαν οι αυταπάτες για να τη χώσουν βαθιά πάλι πίσω στην κρίση. Γι’ αυτό και το τρίτο αχρείαστο Μνημόνιο το πληρώνουμε ακριβά ακόμη και σήμερα.