Μικρή σημασία έχει δοθεί στο γεγονός ότι τα ηγετικά στελέχη του βρετανικού Συντηρητικού Κόμματος, αυτά που έδειξαν εξαιρετική ικανότητα στην αλληλοϋπονόμευση και μικρή αποτελεσματικότητα στη διακυβέρνηση, είναι αποτελέσματα του πιο γνωστού συστήματος εκπαιδευτικής αριστείας, δηλαδή της ακολουθίας που ξεκινά από τα ακριβά ιδιωτικά σχολεία και καταλήγει στην Οξφόρδη ή το Κέιμπριτζ.

Ούτε για το ότι η γαλλική «πολιτική τάξη», που εδώ και χρόνια επιδεικνύει αδυναμία αντίληψης των πραγματικών κοινωνικών δυναμικών, διαμορφώνεται μέσα σε ένα ανάλογο σύστημα, δημόσιο αυτή τη φορά, των «μεγάλων σχολών». Ακόμη και η είδηση ότι στα αμερικανικά πανεπιστημιακά προπύργια της αριστείας λειτουργούσε μηχανισμός εξαγοράς της πρόσβασης γρήγορα ξεχάστηκε.

Ο λόγος είναι ότι η έννοια της αριστείας ανήκει σε αυτές που θεωρούνται αυτονόητες στη δημόσια σφαίρα, παρότι σπανίως υποβάλλονται στη βάσανο της κριτικής προσέγγισης ή έστω του ακριβούς προσδιορισμού.

Η κατοχή τίτλων σπουδών «υψηλού κύρους» θεωρείται πλέον αυτονόητο προσόν, όπως και η διαμόρφωση εκπαιδευτικών ιδρυμάτων που να ανταποκρίνονται σε αυτά τα κριτήρια (έστω και με το τίμημα της τεχνοκρατικής αβάθειας). Η επιδίωξη ατομικής και ανταγωνιστικής σώρευσης των σχετικών προσόντων ορίζεται ως υπόδειγμα προσωπικής προετοιμασίας, ακόμη και εάν απλώς παραπέμπει στην ενίσχυση δικτύων κλειστής αναπαραγωγής ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων, που συχνά δεν θα στηριχθούν τόσο σε δεξιότητες όσο στην οικονομική άνεση να έχουν την ανάλογη προγύμναση και με μαθησιακά αποτελέσματα που παραπέμπουν περισσότερο στην προπόνηση για κοινωνικούς ρόλους παρά στη γνώση.

Προφανώς και δεν είναι απάντηση ούτε μια κουλτούρα χαλαρότητας, που συχνά προϋποθέτει την οικονομική άνεση που όταν χρειαστεί επιτρέπει την επιστροφή στα δίκτυα της «αριστείας», ούτε μια δήθεν «αυστηροποίηση» που μπορεί απλώς να επιτείνει την κρίση του σχολείου.

Αυτό που πρέπει να ξαναβρούμε είναι μια λογική προσπάθειας, συλλογικής και όχι ανταγωνιστικής, για την επιδίωξη της μόρφωσης, την κατάκτηση της γνώσης και την παιδεία ως διαρκή κριτική. Μια προετοιμασία για τη ζωή ως αγώνα και όχι ως ανέλιξη.