Σύμφωνα με αρχαίες παραδόσεις, η αποφασιστική μάχη των Περσικών Πολέμων, η ναυμαχία της Σαλαμίνας, υπήρξε καθοριστικής σημασίας όχι μόνο για τον Αισχύλο αλλά και για τον δεύτερο από τους τρεις μεγάλους τραγικούς ποιητές, τον Σοφοκλή: ο μεν Αισχύλος ήταν παρών στο πεδίο της μάχης μαζί με τους άλλους Έλληνες, ο δε Σοφοκλής, σε εφηβική ηλικία, ήταν επικεφαλής του νικητήριου χορού.

Οι ημέρες εκείνες, όταν καιγόταν η Αθήνα και διακυβευόταν η ελευθερία, σημάδεψαν διά παντός τη ζωή τόσο του Αισχύλου όσο και του Σοφοκλή.

Για τον πρώτο αποτελούσαν —όπως προαναφέρθηκε στο σχετικό άρθρο— την πραγμάτωση του δικαίου, την τρανή απόδειξη της δικαιοσύνης του θεού, ενώ για τον δεύτερο ήταν μια φωτεινή λάμψη, μια φωτεινή αχτίδα.

Μάλιστα, το λαμπρό αυτό φως διαχύθηκε σε όλον το βίο του Σοφοκλή, ενός ανθρώπου που θεωρούνταν από τους συμπολίτες του ευτυχισμένος άνθρωπος, ενός ποιητή με γοητευτική προσωπικότητα, που ήξερε όπως κανένας άλλος την τραγική δυστυχία της ανθρώπινης ύπαρξης και όλα τα βάθη του πόνου.

Ο Σοφοκλής γεννήθηκε κατά πάσαν πιθανότητα το 497/496 π.Χ. στο δήμο του Κολωνού, στα περίχωρα της Αθήνας, και απεβίωσε το 406/405 π.Χ.

Καταγόταν από εύπορη οικογένεια της Αθήνας και πατέρας του ήταν ο Σόφιλλος, που χρωστούσε τον πλούτο του στη χειροτεχνική εργασία των δούλων του.

Αρχαίες πηγές εξαίρουν την εκπαίδευση που έλαβε ο Σοφοκλής σε πολύ νεαρή ηλικία στη μουσική —εικάζεται ότι δάσκαλός του ήταν ο Λάμπρος, άξιος εκπρόσωπος της παλαιάς σχολής λυρικών ποιητών και μουσικών— και στη γυμναστική.

Αυτό είναι κάτι που συνάδει με τον τιμητικό τρόπο με τον οποίον έλαβε μέρος στον εορτασμό της νίκης στη Σαλαμίνα: «Μετά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, τη μέρα που οι Αθηναίοι έστηναν το τρόπαιό τους, εκείνος κρατώντας λύρα, γυμνός, αλειμμένος με λάδι, διηύθυνε το χορό που παιάνιζε τα επινίκια».