Μία πολύ αρνητική εξέλιξη συνέβη τις προηγούμενες ημέρες, όσον αφορά τον τουρισμό, με την πτώση και υποβολή αιτήματος πτώχευσης από την Thomas Cook, την κορυφαία εταιρία ταξιδιωτικών υπηρεσιών παγκοσμίως.

Η εταιρία είχε προβλήματα ρευστότητας τα τελευταία χρόνια, αλλά λόγω των θυγατρικών της και των εκατοντάδων υποκαταστημάτων της σε όλο τον κόσμο, είχε αξιοπιστία και άμεση εξυπηρέτηση, ενώ μπορούσε να κλείσει ταυτόχρονα δωμάτια σε δεκάδες ξενοδοχεία σε μία περιοχή, με προνομιακούς όρους για τους πελάτες, εξασφαλίζοντας έτσι ρευστότητα για τους επιχειρηματίες με τους οποίους συνεργαζόταν όλα αυτά τα χρόνια.

Δυστυχώς όμως, ο νόμος της αγοράς έχει συγκεκριμένους κανόνες και έτσι η εταιρία δεν κατάφερε να ακολουθήσει την εξέλιξη της τεχνολογίας με τις online υπηρεσίες και τα χιλιάδες πρακτορεία που έκαναν και κάνουν business παγκόσμια και έτσι από την μία η πτώση των πωλήσεων και από την άλλη το υψηλό λειτουργικό κόστος, έφεραν το αρνητικό αποτέλεσμα που όλοι γνωρίζουμε.

Οι επιπτώσεις στην τουριστική αγορά είναι ήδη έντονες και μάλιστα σε παγκόσμια κλίμακα, ενώ υπάρχουν σημαντικές συνέπειες και για την ελληνική αγορά, καθώς ήδη το τελευταίο διάστημα φιλοξενούνταν στην χώρα μας πάνω από 50.000 επισκέπτες μέσω της Thomas Cook.

Η Ελλάδα βρίσκεται σε μία κρίσιμη καμπή για την οικονομική της ανάκαμψη και την επιστροφή στην κανονικότητα με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και χαμηλό κόστος δανεισμού και σίγουρα αυτή η εξέλιξη, αναμένεται να πιέσει την ρευστότητα των ξενοδοχειακών μονάδων, να προκαλέσει απολύσεις ή να μειώσει το εποχικό προσωπικό και σε κάποιες περιπτώσεις να δούμε και κλείσιμο επιχειρήσεων.

Οι συνέπειες από μία τέτοια εξέλιξη, μετά από μία παύση δραστηριοτήτων ενός παγκόσμιου παίκτη, σίγουρα δεν μπορούν να περιοριστούν στην τουριστική βιομηχανία, αλλά επηρεάζουν ολόκληρο το οικονομικό κύκλωμα, πελατών και προμηθευτών καθώς και ενδιάμεσων επιχειρήσεων.

Πιο συγκεκριμένα, η τουριστική αγορά θα εμφανίζεται πλέον ότι αναλαμβάνει υψηλότερο λειτουργικό αλλά και συστημικό κίνδυνο, τόσο από την πλευρά των tour operators όσο και των ξενοδοχείων.

Αυτό θα έχει ως συνέπεια, να αυξηθούν σταδιακά οι τιμές των τουριστικών πακέτων προς πώληση, με την λογική ενός ασφαλίστρου κινδύνου (risk premium) ώστε να αντισταθμίσουν μία περαιτέρω αρνητική εξέλιξη στην αγορά και από άλλους μεγάλους παίκτες.

Επίσης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, οι τράπεζες θα είναι ολοένα και πιο φειδωλές στο να δανείσουν τόσο μεγάλα ταξιδιωτικά γραφεία, όσο και μεγάλα projects ξενοδοχείων, που έχουν ήδη δανειακά ανοίγματα υπό τον φόβο μίας πτώχευσης.

Με λίγα λόγια, είναι πολύ πιθανό μέσω της κατάρρευσης μία και μόνης επιχείρησης, να δούμε να αυξάνεται το μέσο κόστος διανυκτέρευσης, αλλά και το κόστος του χρήματος για νέες επενδύσεις, ενώ από την πλευρά τους και οι ασφαλιστικές, όσον αφορά τις αποζημιώσεις, θα εισέλθουν σε μία περίοδο ανατιμολόγησης των προϊόντων τους, προσφέροντας προϊόντα με νέους και πιο σκληρούς όρους, ώστε να αποφύγουν νέα τετελεσμένα στην αγορά.

Σε κάθε περίπτωση, το domino effect που ήδη παρατηρείται, μπορεί να μετριαστεί μόνο με τις κατάλληλες συνεργασίες τόσο εσωτερικά σε κάθε χώρα, όσο και μεταξύ χωρών, για  να προστατευτεί με τον καλύτερο τρόπο το τουριστικό προϊόν που έχει ανάγκη να προβάλλει η χώρα μας παγκοσμίως.

Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός