Νομίζω ότι ήταν καλοκαίρι του 1986. «Ελλάς, γελάς, αγελάς» η επιθεώρηση της Ελεύθερης Σκηνής που παιζόταν στο θέατρο Παρκ. Δεν θυμάμαι πολλά νούμερα, ένα όμως είναι σαν να το είδα χθες.

Η Μίνα Αδαμάκη και ο Γιάννης Μπέζος παρίσταναν ένα ζευγάρι που είχε πάει για διακοπές στην Κρήτη. Και είχαν ταλαιπωρηθεί όπως πολύ συχνά ταλαιπωρούνται οι άνθρωποι στις διακοπές (μην κοιτάτε τώρα που ο ψυχαναγκασμός της ανάρτησης στα σόσιαλ δεν μας επιτρέπει να το παραδεχθούμε). Στο κείμενο δεν υπήρχαν συγκεκριμένες αναφορές για τον τόπο. Τα ίδια μπορούσαν να τους συμβούν όπου και να πήγαιναν. Νομίζω ότι επελέγη μόνο και μόνο για να τραγουδήσουν, στο τέλος του σκετς, με θριαμβοεπαναστατικό τέμπο οι πρωταγωνιστές «Αμα μου ξαναπείς για Κρήτη θα ξεράσω».

Στο μεταξύ η Αδαμάκη, καθώς διηγούνταν πώς ο γιος τους έκανε ηλιοθεραπεία γυμνός και κάηκε, τραγουδούσε, παραφράζοντας τους στίχους του Μαλένη στο τραγούδι του Θεοδωράκη, «Χρυσοκόκκινος κ…ος ριγμένος στο πέλαγος». Ενώ ο Μπέζος, περιγράφοντας την οδύσσεια που πέρασαν για να βρουν δωμάτιο, τραγουδούσε επίσης Θεοδωράκη: «Βάλαν το βράδυ στην ταράτσα τον Ανδρέα, εμένα με κρεμάσανε στο χολ». Κάπου και οι δύο άλλαζαν τα λόγια στον «Επιτάφιο» («Με ένα μαγιό μου μίσεψες, με ένα μαγιό σε χάνω»).

Τριάντα τρία χρόνια μετά και μια αιωνιότητα πολιτικής ορθότητας προς τα πίσω, αναρωτιέμαι αν κάτι από τα παραπάνω θα μπορούσε να λεχθεί σήμερα σε μια θεατρική παράσταση. Δεν νομίζω.

Οι Κρητικοί θα ζητούσαν να κοπούν οι επίμαχοι στίχοι, η παράφραση πολιτικών τραγουδιών θα θεωρείτο προσβολή για τη δημοκρατία (πιθανότατα από τους ίδιους που, πριν από λίγα χρόνια, φώναζαν «Να καεί, να καεί, το μπιπ η Βουλή), ο Σταμάτης Φασουλής και η Αννα Παναγιωτοπούλου που είχαν γράψει την επιθεώρηση θα τραβούσαν του Αρκά τα πάθη. Οπως αμφιβάλλω αν η Μελίνα Τανάγρη θα μπορούσε σήμερα να τραγουδήσει το «Βυζάκια έξω» που, τότε, έκανε μεγάλη επιτυχία. Δεν το συζητώ ότι ο Γιάννης Νεγρεπόντης που έγραψε τους στίχους, ο Μάνος Λοΐζος που τους μελοποίησε και η Μαρία Φαραντούρη που τραγούδησε τον «Γέρο, νέγρο Τζιμ» θα είχαν κατηγορηθεί για ρατσισμό.

Θεωρίες διακινούνται πολλές. Υπάρχει ή δεν υπάρχει πολιτική ορθότητα; (Το δεύτερο είναι το νέο πρόταγμα αυτών που αντιμάχονται όσους την αντιμάχονται.) Είναι ένα είδος νεοκομμουνισμού της εποχής; Πρόκειται για τον νεοσυντηρητισμό που καλλιέργησε η μαζικότητα της διαδικτυακής επικοινωνίας;…

Εχουν σημασία οι εφευρεμένες ταμπέλες και οι επινοημένες συγκρούσεις όπως αυτή των φερόμενων ως «alt right» με την πολιτική ορθότητα – όταν μάλιστα το φαινόμενο που προσπαθούν να περιγράψουν βρίσκεται στο στάδιο της αναγνώρισης; Πίσω απ’ όλα αυτά η ουσία είναι ότι στις δυστοπίες, έτσι όπως περιγράφονται από τον Θουκυδίδη έως τον Οργουελ, ο έλεγχος των λέξεων και της χρήσης τους έχει απώτερο στόχο τον έλεγχο της συνείδησης. Ή όπως με έναν άλλο τρόπο έχει διατυπώσει ο Βιτγκενστάιν γράφοντας ότι «το όριο της γλώσσας μου είναι το όριο της σκέψης μου».