Όταν ο ρατσισμός περνάει συγκαλυμμένα  μέσα από τις γραμμές ΜΜΕ, όταν κάποιοι έχουν το θράσος να αφήνουν υπονοούμενα για  μία γυναίκα που πλήρωσε με τη ζωή της την υποκρισία ενός κράτους που κυνηγάει «παράνομες» αποκλειστικές  νοσοκόμες μέσα σε ένα καταρρέον υγειονομικό σύστημα, όταν μικρόψυχοι άνθρωποι τολμούν – μετά την κατακραυγή που προκάλεσαν – να ζητούν συγγνώμη επειδή το σχόλιο τους παρερμηνεύτηκε και από «κανονικούς» ανθρώπους, τότε οι λέξεις χάνουν το νόημά τους.   

«Μετανάστρια από την Αρμενία, αποκλειστική νοσηλεύτρια στο Νοσοκομείο Νίκαιας πήδηξε από το παράθυρο και σκοτώθηκε για να μην απελαθεί. Κρίμα, έχασε την ευκαιρία να συνοδεύσει τον Τσίπρα στη δεξίωση του προεδρικού» ήταν το σχόλιο  ηλεκτρονικού μέσου. Ακολούθησε απάντηση επειδή κάποιοι «κανονικοί» και μη άνθρωποι παρεξήγησαν ή παρερμήνευσαν τον συντάκτη με τις αγαθές προθέσεις. Η προστυχιά σε όλο της το μεγαλείο.

Προφανώς σε κάποιους από εμάς η καθημερινότητα που βιώνουν αρκετοί συνάνθρωποί μας, Έλληνες, πρόσφυγες και μετανάστες  φαντάζει ξένη. Αγνοούν πως ορισμένοι συνεχίζουν να ζουν σε  υπόγειες σκονισμένες  κάμαρες, αναζητούν κάθε είδους δουλειά για λίγα ευρώ προκειμένου να γλιτώσουν την έξωση, να συνεχίσουν να έχουν ρεύμα στο σπίτι, να στηρίξουν το παιδί τους  ή μία ολόκληρη οικογένεια που έχει μείνει κάπου μακριά.

Μία από  αυτές τις δουλειές, είναι της αποκλειστικής νοσοκόμας. Η μετανάστρια από την Αρμενία που σκοτώθηκε φοβούμενη τον  έλεγχο μίας Υπηρεσίας, μπορεί να έχει κάτσει στο προσκεφάλι ενός συγγενή μας, να βοήθησε να γυρίσει πλευρό η κατάκοιτη μητέρα μας, να ξαγρύπνησε μήπως και χρειαστεί κάτι μέσα στη νύχτα ο φίλος μας που πέρασε ένα βράδυ σε κάποιο νοσοκομείο της χώρας ανήμπορος να αυτοεξυπηρετηθεί.

Αυτές οι γυναίκες, στις οποίες θα έπρεπε  όλοι  να υποκλινόμαστε, αξίζουν το σεβασμό όλων μας. Γιατί  για αμέτρητα βράδια  ήταν στο πλευρό ανθρώπων που είχαν ανάγκη. Γιατί έκαναν αυτό που το ίδιο το κράτος δεν θέλει ή αδυνατεί να προσφέρει. Γιατί με χαμηλωμένο το κεφάλι, μήπως και αναγνωριστούν από κάποιον ελεγκτή που θα έβγαζε «λαβράκι», συνέχιζαν σε πείσμα όλων να στέκονται όρθιες και να βοηθούν. 

Σε αυτή τη γυναίκα δεν προλάβαμε να  της  ξεπληρώσουμε ούτε στο ελάχιστο όλα όσα έκανε. Σε μας,  στο φίλο μας, στον πατέρα μας, στον άγνωστο ασθενή κάποιου νοσοκομείου.