Ο Γιάννης Καλαβριανός σκηνοθετεί για πρώτη φορά μετά από δέκα χρόνια, μία κωμωδία, το κείμενο της οποίας υπογράφει με τη Μαρία Κοσκινά.

Βρισκόμαστε εν μέσω της δικτατορίας στην Ελλάδα, την Κυριακή του Πάσχα, 9 Απριλίου 1972. Ένα ζευγάρι λέει ψέματα, για να μην αναγκαστεί να ξαναπάει στο χωριό. Και ενώ πιστεύουν πως τα έχουν καταφέρει να μείνουν έστω και για μία ημέρα μόνοι, αρχίζουν να καταφθάνουν πρώην εραστές, χουντικοί, ένα τάγμα φαντάρων με σούβλες και αρνιά και μία αγάπη από το παρελθόν.

Δύο ηθοποιοί, ο Γιώργος Γλάστρας και η Μαρία Κοσκινά υποδύονται όλους τους χαρακτήρες, πραγματοποιώντας επί σκηνής αστραπιαίες ολικές μεταμορφώσεις σε μία φάρσα απολύτως χορογραφημένου ρυθμού και ιδιάζουσας κατασκευής, για μία εποχή που υπήρξε εξίσου αστεία όσο και επικίνδυνη.

H Μαρία Κοσκινά μας μιλάει για το κείμενο αλλά και το ρόλο της παράστασης.

Μιλήστε μας λίγο για την ομάδα θεάτρου SFORARIS. Ποια παράσταση ξεχωρίζετε ιδιαίτερα;

Δημιουργήσαμε την ομάδα θεάτρου SFORARIS το 2006, μια παρέα συμφοιτητών από τη Θεσσαλονίκη από το Τμήμα Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών του Α.Π.Θ., όταν πια βρεθήκαμε όλοι στην Αθήνα. “Εγκέφαλος” της ομάδας είναι ο Γιάννης Καλαβριανός, που αναλαμβάνει τόσο τη συγγραφή όσο και τη σκηνοθεσία των έργων που ανεβάζουμε. Είναι δύσκολο να ξεχωρίσω μία παράσταση, για όλες έχουμε δουλέψει πολύ σκληρά και τις έχω αγαπήσει. Αν έπρεπε, ωστόσο να διαλέξω;… Κουμ κουατ!

Γιατί Κουμ κουάτ; Τι πραγματεύεται το έργο;

Το έργο πραγματεύεται μια δύσκολη για την Ελλάδα εποχή, την περίοδο της Δικτατορίας, που όπως ξέρουμε, ακόμα κι εμείς που δεν ζήσαμε την εποχή, καπηλεύτηκε την παράδοση, τα ήθη και τα έθιμα της χώρας. Εμείς, απέναντι σ’ αυτό σταθήκαμε με χιούμορ, άλλοτε γλυκό, άλλοτε πικρό, όπως ακριβώς το Κουμ κουατ.

Ποιους προβληματισμούς θίγει;

Το Κουμ κουατ είναι μια κωμωδία -μια φάρσα για την ακρίβεια-, επομένως, το στοίχημά μας δεν είναι να “προβληματιστεί” το κοινό, αυτό έτσι κι αλλιώς θα γίνει, αλλά να δει όλα αυτά που διαδραματίζονται στο έργο από την κωμική τους πλευρά και να γελάσει.

Ποιο είναι το προφίλ των ηρώων;

Οι ήρωες του έργου είναι έξι, τρεις άντρες- τρεις γυναίκες, που αντίστοιχα τους παίζουμε ο Γιώργος Γλάστρας κι εγώ, πραγματοποιώντας επί σκηνής ταχύτατες ολικές μεταμορφώσεις. Την Κυριακή του Πάσχα του 1972 ένα ζευγάρι αποφασίζει να περάσει τη μέρα του μόνο του στο σπίτι, μη παραδοσιακά, χωρίς συγγενείς και σούβλες. Τα σχέδια όμως ανατρέπονται, όταν ξαφνικά εμφανίζονται συγγενείς, πρώην εραστές, χουντικοί, και μια αγάπη απ’ το παρελθόν.

Τι αναφορές έχει στο σήμερα;

Παρόλο που οι εποχές έχουν αλλάξει, ζητήματα όπως τι είναι “ελληνικό”, τι είναι “ξένο”, τι θα έπρεπε να μας αρέσει, τι απορρίπτουμε, συνεχίζουν να μας απασχολούν και σήμερα, και μάλιστα πολύ έντονα.

Προτιμάτε τη συγγραφή ή την ηθοποιία;

  Όπως είπα και πριν, ο ιθύνων νους, ο συγγραφέας της ομάδας, είναι ο Γιάννης Καλαβριανός.  Με τιμά ιδιαίτερα, που σ΄ αυτή μας την προσπάθεια με εμπιστεύτηκε όχι μόνο ως ηθοποιό αλλά και ως συν-συγγραφέα.

Ποιο είναι το μήνυμα που θέλετε να έχει πάρει ο θεατής όταν δει την παράσταση;

Σκοπός μας δεν είναι να κατευθύνουμε κάπου το θεατή, αλλά να τον κάνουμε να γελάσει. Το γέλιο είναι το μήνυμά μας.

Ποια είναι η αγαπημένη σας σκηνή;

Αδύνατον να διαλέξω. Όταν μοιράζεσαι τη σκηνή με το Γιώργο Γλάστρα, έναν εξαιρετικό ηθοποιό, σπουδαίο συνεργάτη και καλό φίλο, αλλά κυρίως έναν άνθρωπο οξυδερκή με τον οποίο επικοινωνούμε σε βάθος εντός και εκτός θεάτρου, όλες οι σκηνές γίνονται απολαυστικές.