Η πολιτική έχει πάντα και ένα βαθμό «παραπλάνησης».

Πάντοτε τα κόμματα και οι πολιτευτές θα πουν κάτι παραπάνω ή θα προβάλλουν ως πιο θετικό από όσο είναι ένα επίτευγμά τους ή θα δώσουν και μια υπόσχεση που ξέρουν ότι δεν θα μπορέσουν να υλοποιήσουν.

Με έναν τρόπο είναι πλευρά των «κανόνων του παιχνιδιού» της δημοκρατίας.

Το ξέρουν οι πολιτικοί, το ξέρουν και οι πολίτες.

Μόνο που σε αυτή την πρακτική υπάρχει και ένα όριο, μια λεπτή αλλά σημαντική διαχωριστική γραμμή:

Να μην αντιμετωπίζεις το εκλογικό ακροατήριο ως εντελώς κορόιδο, έτοιμο να πιστέψει οτιδήποτε.

Και όμως αυτό ακριβώς προσπαθεί να κάνει το τελευταίο διάστημα ο Αλέξης Τσίπρας.

Γιατί μόνο κορόιδα θα μπορούσαν να πιστέψουν τη ρητορική του πρωθυπουργού που αποφάσισε να κάνει αντιμνημονιακή στροφή και πάνω σε αυτό το σημείο να στήσει την αντιπαράθεση με την αντιπολίτευση, όταν ο ίδιος και η κυβέρνησή του όχι μόνο ψήφισαν μνημόνιο και εφάρμοσαν μέχρι κεραίας τις προβλέψεις του, αλλά και δέσμευσαν την οικονομική και κοινωνική πολιτική σε μια διαρκή κατάσταση επιτήρησης από τους δανειστές για πολλά χρόνια μετά το τυπικό τέλος των μνημονίων.

Ακόμη πιο προσβλητικό για τη νοημοσύνη είναι το τρομερό επιχείρημα ότι κατά βάση η κυβέρνηση πρέπει να κριθεί (και κατά συνέπεια να υπερψηφιστεί) μόνο για το διάστημα μετά την τυπική «έξοδο από τα μνημόνια»!

Δηλαδή, ζητά ο Αλέξης Τσίπρας να διαγραφούν 3,5 χρόνια διακυβέρνησης, με καθυστερήσεις, παλινωδίες, περιφρόνηση της λαϊκής βούλησης, συνθηκολόγηση και εφαρμογή της πιο ακραίας νεοφιλελεύθερης πολιτικής και να ξεχαστούν οι ιδιωτικοποιήσεις, οι περικοπές, οι φόροι, ο νόμος Κατρούγκαλου, η υποθήκευση της δημόσιας περιουσίας.

Όμως, είναι γελασμένος εάν νομίζει ότι μπορεί να πάει στις εκλογές με τη «μαγική εικόνα» μιας κυβέρνησης που δήθεν άρχισε να κυβερνά στις 21 Αυγούστου του 2018, ενώ είναι στην εξουσία από τον Ιανουάριο του 2015, ή μόνο με την επίκληση του Κυριάκου Μητσοτάκη ως «μπαμπούλα».

Κάποιες φορές το «υπάρχουν και χειρότερα» δεν περνάει στους ψηφοφόρους.

Και θέλω να είμαι ξεκάθαρος.

Το πρόβλημα δεν είναι εάν ο Τσίπρας και η κυβέρνησή του έκαναν συμβιβασμούς.

Στην πολιτική, όπως και στη ζωή, και συμβιβασμοί υπάρχουν, ακόμη και αναγκαστικές συνθηκολογήσεις. Όπως και μετατοπίσεις ως προς απόψεις.

Αλλά αυτές πρέπει να λέγονται με ειλικρίνεια και με σεβασμό στη νοημοσύνη του εκλογικού ακροατηρίου.

Θέλει ο Τσίπρας να πάει στις εκλογές ως η μνημονιακή κεντροαριστερά, αυτή που εντός του κεκτημένου των μνημονίων θα προσπαθήσει για κάτι καλύτερο;

Ας το πει έτσι.

Ας παραδεχτεί ότι εφάρμοσε μνημόνια, ας κατεβάσει τους δήθεν αντιμνημονιακούς τόνους, ας πάψει να βαφτίζει το ψάρι κρέας και ας παρουσιάσει με ειλικρίνεια και ρεαλισμό το πρόγραμμά του, σε τι διαφέρει όντως από του Μητσοτάκη και σε με ποιο τρόπο θα μας βγάλει από τη σημερινή συνθήκη μιας καχεκτικής δήθεν ανάπτυξης.

Και ας πει κι ο Μητσοτάκη ποιο είναι το δικό του πρόγραμμα.

Και ας κρίνουν οι ψηφοφόροι.

Κοινώς ας πάμε σε μια προεκλογική εκστρατεία όπου όλοι αποδέχονται εξαρχής ότι οι ψηφοφόροι μπορούν να κατανοήσουν, να αξιολογήσουν και να πάρουν την απόφαση.

Γιατί εδώ που έχουμε φτάσει, πρόοδος για τη δημοκρατία στη χώρα μας είναι να μην αντιμετωπίζονται οι πολίτες απλώς ως κορόιδα…