Στον βαθμό που αναρωτιέται κανείς ποιος λόγος υπήρχε για να γραφεί ένα μυθιστόρημα όπως το «Δε λες κουβέντα» του Μάκη Μαλαφέκα, στον ίδιο ή και σε μεγαλύτερο ακόμη βαθμό το απολαμβάνεις διαβάζοντάς το. Με μια ένσταση όμως που, διατυπωμένη από την αρχή, μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε ακόμη καλύτερα τις όποιες επιμέρους επιφυλάξεις ή θετικές αντιδράσεις. Μάλλον υπερβολή να χαρακτηρίζονται στο οπισθόφυλλο του βιβλίου ως «παλιρροιακή δίνη» μιας εποχής, που σχεδόν εξυφάνθηκε για να περιλάβει μέσα της έναν συγγραφέα, τον βασικό ήρωα του «Δε λες κουβέντα» – ο καύσωνας, η σύγχρονη τέχνη, το ρεκόρ του τουρισμού, το Μνημόνιο και το Airbnb, τα μοιραία κορίτσια και οι παρανοϊκοί ταξιτζήδες.

Η πραγματική «παλιρροιακή δίνη», σ» ένα μυθιστόρημα κυρίως, έχει πολύ πιο θηριώδεις διαστάσεις και οι όποιες δυνάμεις συνετέλεσαν στη συγκρότησή της δεν μπορεί να είχαν ως στόχο έναν συγκεκριμένο άνθρωπο – έστω και συγγραφέα – που φαίνεται άλλωστε να την απολαμβάνει, ενώ αν συνιστούσε μια πραγματική απειλή, θα καταμετρούνταν πολύ πιο οδυνηρές απώλειες σε σχέση με τις τωρινές. Αφού όταν γίνεται λόγος για απαγωγές ή φόνους, δεν είναι κάτι μη αναμενόμενο σ» ένα μυθιστόρημα που το τρίγωνο Υδρα – Εξάρχεια – ναρκωτικά, όσο σοβαρό θέμα κι αν αποτελεί, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως «παλιρροιακή δίνη». Οταν σ» ένα μυθιστόρημα τα πρωταγωνιστικά ή τα δευτερεύουσας και τριτεύουσας σημασίας πρόσωπα δεν αντιπροσωπεύουν παρά μόνο τον εαυτό του το καθένα, επόμενο είναι το ενδιαφέρον μας να ανεβαίνει κατακόρυφα καθώς τα αισθάνεσαι ως φορείς ενός μυστικού που είναι αδύνατον να το γνωρίσεις αν δεν σου το εξομολογηθούν τα ίδια.

Διαβάστε περισσότερα εδώ