Ο Παρμενίδης εξέθεσε τις απόψεις του σε ένα εξάμετρο διδακτικό ποίημα, που έφερε τον τίτλο Περί Φύσεως και από το οποίο σώζονται σημαντικά τμήματα. Σε αυτό διαπιστώνουμε μεν επιρροές από τον Ησίοδο και την παλαιότερη χορικολυρική ποίηση, αλλά το σημαντικότερο στοιχείο είναι αναμφίβολα η αυτοτέλεια αυτού του ανθρώπου.

Στο προοίμιο του εν λόγω ποιήματος ο Παρμενίδης ταξιδεύει με το άρμα του προς το φωτεινό βασίλειο της αλήθειας, συνοδευόμενος από τις Ηλιάδες, θεϊκές κόρες. Από την περιοχή της νύχτας το άρμα φθάνει στην πύλη που χωρίζει το σκοτάδι (την άγνοια και την αυταπάτη) από την ημέρα (τη φωτισμένη γνώση). Η Δικαιοσύνη (Δίκη), η κλειδοκράτειρα, πείθεται από τις κόρες του Ήλιου να ανοίξει την επιβλητική πύλη.

Μια θεά, που δε γνωρίζουμε το όνομά της, υποδέχεται τον θαρραλέο αυτόν διανοούμενο και του αποκαλύπτει τον κόσμο της αλήθειας, του όντος, και τον κόσμο της φαινομενικής πραγματικότητας, της δόξης.

Στους ανωτέρω στίχους ο Παρμενίδης έδωσε μορφή στο πνευματικό βίωμά του. Η Κάτω Ιταλία υπήρξε από νωρίς ένας τόπος μύησης στα μυστήρια, και η γνωστοποίηση της αλήθειας στον κόσμο του φωτός δεν μπορεί να πραγματωθεί χωρίς να στηριχτεί σε αυτά.

Η αποκάλυψη που περιγράφει ο ποιητής δεν είναι τίποτα άλλο παρά η συνάντηση στο πεδίο της γνώσης αυτού που υπάρχει μέσα στον ίδιον, τον «άνθρωπο που ξέρει», και αυτού που αποτελεί επενέργεια της θεότητας.

Παρμενίδης, ο δρόμος του πνεύματος (Μέρος Α’)

Παρμενίδης, ο δρόμος του πνεύματος (Μέρος Β’)

Παρμενίδης, ο δρόμος του πνεύματος (Μέρος Γ’)

Παρμενίδης, ο δρόμος του πνεύματος (Μέρος Δ’)