Έρευνα έχει ξεκινήσει η γερμανική κυβέρνηση, ώστε να διερευνηθεί εάν υπάρχει «διαρροή» πληροφοριών από την αστυνομία σε ακροδεξιές ομάδες, στον απόηχο των σοβαρών επεισοδίων που σημειώθηκαν την Τρίτη στην πόλη του Κέμνιτς, στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 2.000 ακροδεξιοί.

Συγκεκριμένα, είχε προηγηθεί η σύλληψη ενός 22χρονου νεαρού από το Ιράκ, ο οποίος κατηγορείται ότι μαχαίρωσε θανάσιμα έναν 35χρονο γερμανό υπήκοο. Η αστυνομία, ωστόσο, δεν είχε κάνει γνωστή την εθνικότητα του δράστη, με αποτέλεσμα να επιβεβαιώνει ότι κάποιο άτομο, μέσα από το αστυνομικό σώμα, διέρρευσε τις πληροφορίες του 22χρονου Ιρακινού.

Σημειώνεται, ότι ο ιρακινός δράστης, καθώς και ένας άλλος ύποπτος που συνελήφθη επίσης, δεν απευθύνθηκαν σε δικηγόρο, πράγμα που σημαίνει ότι είναι απίθανο η πληροφορία να διέρρευσε από αυτούς.

Απόρροια της διαρροής της πληροφορίας ήταν να σημειωθούν σοβαρά επεισόδια στο Κέμνιτς. Τουλάχιστον έξι άτομα τραυματίστηκαν από βεγγαλικά και αντικείμενα, ενώ αρκετοί σχημάτιζαν τον απαγορευμένο ναζιστικό χαιρετισμό σε διαδήλωση που διοργάνωσαν ακροδεξιές οργανώσεις, όπως η πρωτοβουλία «Υπέρ του Κέμνιτς» και στην οποία συμμετείχαν σύμφωνα με την αστυνομία 2.500 άτομα.

Παράλληλα διοργανώθηκε και αντι-συγκέντρωση, η «Συμμαχία για ένα Κέμνιτς χωρίς ναζί», στην οποία συμμετείχαν περίπου 1.000 άτομα.

Ο υπουργός Εσωτερικών, Χορστ Ζέεχοφερ, δήλωσε ότι οι δικαστικές αρχές θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο ώστε να αντιμετωπίσουν το περιστατικό.

Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι το ένταλμα, το οποίο περιείχε λεπτομέρειες για τον αριθμό των θανάσιμων μαχαιριών, μπορεί να έχει διαρρεύσει για να προκαλέσει περαιτέρω οργή ενάντια στους μετανάστες.

Το περιστατικό έχει επίσης αποδείξει στενούς δεσμούς μεταξύ μιας σειράς ομάδων κατά των μεταναστών, συμπεριλαμβανομένων χούλιγκαν ποδοσφαίρου και του ακροδεξιού κόμματος Alternative for Germany (AfD), καθώς και την ικανότητά τους να κινητοποιούν γρήγορα χιλιάδες διαδηλωτές.

Οι εισαγγελείς ανακοίνωσαν την Τετάρτη ότι είχαν ξεκινήσει έρευνα σχετικά με τη διαρροή και είχαν λάβει μέτρα για την προστασία δύο μαρτύρων που κατονομάζονται στο έγγραφο.
Τα επεισόδια πυροδότησαν μια μεγάλη συζήτηση με θέμα το ποιος ευθύνεται για τα αίτια και ποιος φέρει την ευθύνη.

Σύμφωνα με πολιτικούς αναλυτές πολλοί Γερμανοί είναι απογοητευμένοι από τα δημοκρατικά κόμματα, για τον τρόπο με τον οποίο αυτά χειρίζονται για παράδειγμα το προσφυγικό, με αποτέλεσμα να προσφεύγουν στην ακροδεξιά.

Εκπρόσωπος της αστυνομίας μάλιστα παραδέχτηκε ότι οι αρχές είχαν υποτιμήσει την κατάσταση ενώ έκανε λόγο για έλλειψη προσωπικού. Ο υπουργός Εσωτερικών μάλιστα δέχτηκε έντονη κριτική από τα κόμματα του κοινοβουλίου, καθώς άργησε να πάρει θέση για το ζήτημα.

Η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ συζήτησε την κατάσταση κατά τη διάρκεια συνεδρίασης του υπουργικού συμβουλίου την Τετάρτη , όπου υπογράμμισαν την αντίθεσή τους σε οποιαδήποτε μορφή λαϊκής δικαιοσύνης, «Τέτοιες ενέργειες ήταν εντελώς απαράδεκτες» δήλωσε ο Ζέεχοφερ.

Αλλά ο Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, Ζέιντ Ράαντ αλ Χουσέιν , ζήτησε την πιο εκτεταμένη καταγγελία «συγκλονιστικών» εικόνων από το Κέμνιτς. «Πρέπει με κοινή φωνή τώρα για να πούμε ότι όταν υποκινείται το μίσος, να απαγορεύεται από το διεθνές δίκαιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων», δήλωσε στους δημοσιογράφους.