Είναι γενική και -εκτός πολύ ειδικών εξαιρέσεων- περίπου απαράβατη αρχή: όταν ένας πρωθυπουργός αρχίζει να στηρίζει τις ελπίδες του σε ανασχηματισμούς, το τέλος είναι πια πολύ κοντά. Αρχή που εν προκειμένω βρίσκει απόλυτη εφαρμογή. Ουδείς ανασχηματισμός, όχι περιορισμένος και ισορροπητικός, αλλά ούτε και ριζικός, θα ήταν σε θέση να αλλάξει την προδιαγεγραμμένη από την ίδια την πραγματικότητα μοίρα αυτής της κυβέρνησης που πνέει πλέον ανεπίστρεπτα, οριστικά τα λοίσθια. Σε τι πραγματικό μπορεί άραγε να απαντά ένας ανασχηματισμός στις σημερινές ειδικά συνθήκες, πέρα από μια περιορισμένης χρονικής διάρκειας μιντιακή συζήτηση που αναπόφευκτα προκαλούν η ονοματολογία και η συνακόλουθη δεδομένη γκρίνια;

Τι μπορεί να σημαίνει επί της ουσίας ότι ο Α θα φύγει από τη θέση του και θα πάει στη θέση του Β, ή ότι ο Γ θα βγει από την εφεδρεία και θα μπει στην κυβέρνηση; Ολα αυτά έχουν κάποια σημασία σε εποχές που: πρώτον, υπάρχουν εργαλεία και δυνατότητες για την άσκηση πολιτικής, δεύτερον, υπάρχουν ισχυρές διαφορετικές απόψεις για την ίδια την άσκηση πολιτικής και, τρίτον, το κυριότερο, τα πράγματα πάνε γενικά καλά, οπότε μπορεί, με όλα αυτά μαζί, να ελπίζει κανείς ότι θα βελτιστοποιηθούν σε κάποιους τομείς.

Διαβάστε περισσότερα εδώ