H υπόθεση των Σκοπίων είναι σοβαρή, όσο σοβαρά είναι και όλα τα εθνικά θέματα. Δεν είναι λίγο να πρέπει να διαπραγματευτείς ονόματα, εθνότητες, γλώσσες, ιστορία και βιβλία μιας γειτονικής χώρας με την οποία σε συνδέουν, αλλά και σε χωρίζουν πολλά.

Ως εκ τούτου, για ένα τόσο σοβαρό ζήτημα, μείζονος σημασίας για τη χώρα, έπρεπε η αντιμετώπιση να ήταν ανάλογη.

Δυστυχώς αυτό που είδαμε τις τελευταίες ημέρες, και κυρίως το διήμερο στη Βουλή, δεν περιποιεί τιμή στον κοινοβουλευτισμό, την πολιτική και την ελληνική δημοκρατία. Και δυστυχώς αφαιρεί πολιτικό κεφάλαιο από τη χώρα σε μια χρονική στιγμή που δεν υπάρχουν τέτοια περιθώρια.

Η συμφωνία για τα Σκόπια ρίχτηκε στην αρένα της πολιτικής, μπήκε στις μυλόπετρες μιας αχρείαστης αντιπαράθεσης που μόνο επικοινωνιακά, κι όχι ουσιαστικά οφέλη μπορεί να έχει.

Την κύρια ευθύνη της πόλωσης την φέρει πάντα η κυβέρνηση και στην συγκεκριμένη περίπτωση ο πρωθυπουργός έπρεπε να διαφυλάξει ως κόρη οφθαλμού την εθνική γραμμή, την ενότητα και την κοινή στρατηγική.

Αντί αυτών εδώ και περίπου έξι μήνες ο κ. Τσίπρας και ο υπουργός Εξωτερικών διαπραγματεύτηκαν χωρίς καν να ρωτήσουν τα υπόλοιπα κόμματα, χωρίς να επιχειρήσουν έστω να χαράξουν μια εθνική στάση που αν υπήρχε δεν θα έφερνε την πόλωση που ζήσαμε το τελευταίο διήμερο.

Δεν ξέρουμε αν η συμφωνία που θα υπογράψουν στη φιέστα των Πρεσπών θα υλοποιηθεί ποτέ. Αυτό που ξέρουμε είναι ότι χαμένη βγήκε η χώρα από την σύγκρουση των κομμάτων για ένα τόσο κρίσιμο εθνικό θέμα.