Η κυβέρνηση έδωσε πρόσφατα στους θεσμούς το λεγόμενο ολιστικό αναπτυξιακό της πλάνο που αφορά στην πορεία της χώρας μετά την λήξη του τρέχοντος δημοσιονομικού προγράμματος και θα καθορίσει και την μελλοντική εποπτεία της ελληνικής οικονομίας.

Φαίνεται όμως ότι η κυβέρνηση δια του Υπουργού Οικονομικών και του επιτελείου του είναι προσανατολισμένη στο να περάσει μηνύματα στο εσωτερικό της χώρας περί αριστερής διακυβέρνησης και όχι στο να την οδηγήσει στην επόμενη μέρα της ανάκαμψης αλλά και της ανάπτυξης.

Μόνο έτσι εξηγείται το γεγονός ότι η κυβέρνηση σκέφθηκε να εντάξει στο προσχέδιο που έστειλε στους θεσμούς την αύξηση του κατώτατου μισθού καθώς και την επεκτασιμότητα των συλλογικών συμβάσεων ως μείζονα θέματα ανάπτυξης της χώρας.

Επίσης είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι όσον αφορά την περικοπή των συντάξεων από το 2019 όπως επιθυμεί το ΔΝΤ, η κυβέρνηση το έχει συνδυάσει μόνο με λήψη αντιμέτρων, διαφορετικά το σενάριο δεν υπάρχει. Με λίγα λόγια η κυβέρνηση δεν διατυπώνει όλα τα πιθανά δημοσιονομικά σενάρια ώστε να αναζητήσει και τις αντίστοιχες γραμμές χρηματοδότησης.

Στα βασικά σημεία που πρέπει να δοθεί έμφαση όπως οι ιδιωτικοποιήσεις, προχωρούν με πολύ αργούς ρυθμούς, όπως και ο ρόλος του Υπερταμείου μέσω του ΤΑΙΠΕΔ, όπου αρκετά πράγματα δεν έχουν ακόμα διασαφηνιστεί με συνέπεια να χάνονται ήδη δυνητικά έσοδα.

Η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας αλλά και η αύξηση των εξαγωγών προφανώς για την κυβέρνηση βρίσκονται στον αυτόματο πιλότο και θα ενισχυθούν με νέα αύξηση του μισθολογικού κόστους όταν ήδη πάνω από το 50% των συμβάσεων που υπογράφονται είναι μερικής απασχόλησης ή εκ περιτροπής.

Οποιαδήποτε βίαιη προσαρμογή των μισθών προς τα πάνω αν δεν συνοδευθεί από αύξηση της παραγωγικότητας και από παραγωγή νέου πλούτου, θα οδηγήσει αρκετές μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε λουκέτο και αυτόματα σε αύξηση της ανεργίας.

Καλό θα ήταν λοιπόν, η κυβέρνηση να καταρτίσει ένα ρεαλιστικό σχέδιο προς τους θεσμούς για να μπορέσει η χώρα να παράξει νέα αγαθά και υπηρεσίες, χωρίς επικοινωνιακά παιχνίδια με την αγορά εργασίας την οποία η υπερφορολόγηση έχει καταστρέψει τα τελευταία τρία χρόνια.

Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός