Το μακρινό 1958 η Ιταλία έδινε το τελευταίο της παιγνίδι στο Μπέλφαστ, στην φάση των προκριματικών κόντρα στην Βόρεια Ιρλανδία. Της αρκούσε μια ισοπαλία για να προκριθεί στα τελικά: ηττήθηκε με 2-1 και αποκλείστηκε. Ο αποκλεισμός προκάλεσε ένα εθνικό τραύμα που έχει μέχρι σήμερα μια παράξενη συνέπεια: κανείς στην Ιταλία δεν μιλά ποτέ για αυτό το παιγνίδι.

Οι Ιταλοί διασκεδάζουν με τις εθνικές τους ταλαιπωρίες. Τους αρέσει να μιλάνε για την ήττα από την Βόρειο Κορέα το 1966 στο Μίντλεσμπρο διανθίζοντας τις διηγήσεις με ιστορίες συνωμοσίας, με βάση τις οποίες οι Κορεάτες άλλαξαν 11 παίκτες στο ημίχρονο κι αγωνίστηκαν συνολικά με 22 ποδοσφαιριστές που έτρεχαν ασταμάτητα. Τους αρέσει επίσης να υπενθυμίζουν ότι μετά την επιστροφή της ομάδας από το μουντιάλ του ’70 κάποιοι την υποδέχτηκαν πετώντας της ζαρζαβατικά γιατί δεν της συγχωρέσαν την μεγάλη ήττα από την Βραζιλία. Τους αρέσουν γενικά οι ιστορίες των παγκοσμίων κυπέλλων, αλλά για τον αποκλεισμό του ΄58 δεν μιλάνε ποτέ. Πιστεύω σε λίγα χρόνια δεν θα μιλάνε ούτε για τον χθεσινό. Γιατί άλλο είναι η ήττα κι άλλο η ντροπή.

Δομικά προβλήματα

Το τι συνέβη στα δυο ματς με τους Σουηδούς έχει μικρό ενδιαφέρον: ο αποκλεισμός από το Παγκόσμιο Κύπελλο, μιας ομάδας μεγάλης και ιστορικής δεν οφείλεται ποτέ απλά στην κακή της εμφάνιση σε ένα – δυο ματς έστω και οριακά. Πρόκειται για τιμωρία που έχει να κάνει με το ίδιο το ποδόσφαιρο της χώρας και προκύπτει μόνο όταν συνολικά αυτό το ποδόσφαιρο έχει προβλήματα.

Οι Ιταλοί θα τα ρίξουν στον άτυχο ομοσπονδιακό Τζιαν Πιέρο Βεντούρα και θα τα βάλουν και με τους ανθρώπους της ομοσπονδίας που τον επέλεξαν και είχαν ουσιαστικά αποφασίσει την καθαίρεσή του πριν καν τα ματς με την Σουηδία. Ο Βεντούρα, ένας προπονητής που δεν έχει περάσει από τον πάγκο ομάδας που κάνει πρωταθλητισμό, λύγισε σίγουρα από το βάρος της ευθύνης. Αλλά δεν είναι αυτός το πρόβλημα του ιταλικού ποδοσφαίρου.

Διαβάστε ολόκληρο το σχόλιο του Αντώνη Καρπετόπουλου στο karpetshow.gr

in.gr