Τα αδύνατα άτομα δεν διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο εκδήλωσης νόσου Αλτσχάιμερ, αποφαίνεται μεγάλη μελέτη που έγινε στη Δανία και δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Journal of Clinical Endocrinology and Metabolism.

Ερευνητές του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης αξιολόγησαν στοιχεία που αφορούν σχεδόν 100.000 άτομα. Συγκεκριμένα, ανέλυσαν δείγματα αίματος και DNA. Από το αρχικό δείγμα μόλις 645 άτομα είχαν διαγνωστεί με νόσο Αλτσχάιμερ.

Το DNA αυτών των ανθρώπων αναλύθηκε περαιτέρω για ενδείξεις πέντε γονιδιακών τύπων που σχετίζονται με τον Δείκτη Μάζας Σώματος. Και αυτό γιατί κατά καιρούς έχει διατυπωθεί η άποψη ότι ο ΔΜΣ σχετίζεται με τον κίνδυνο εκδήλωσης νόσου Αλτσχάιμερ.

Όπως εξηγούν οι δανοί επιστήμονες, «χρησιμοποιώντας τα γονίδια του ατόμου που σχετίζονται με το σωματικό βάρος ως μέτρο είναι μια «καθαρότερη» ερευνητική μέθοδος από την απλή μέτρηση του βάρους, επειδή τα γονίδια μένουν ανεπηρέαστα από άλλους παράγοντες κινδύνου ή ασθένειες που συνοδεύουν το υψηλό ή χαμηλό σωματικό βάρος».

Η μελέτη έδειξε ότι οι γονιδιακές μεταλλάξεις που σχετίζονται με τον χαμηλό ΔΜΣ δεν σχετίζονται με τον αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης νόσου Αλτσχάιμερ. Αλλά οι ερευνητές εντόπισαν σχέση μεταξύ γονιδιακών παραλλαγών και υψηλού ΔΜΣ και διαβήτη τύπου 2, δηλαδή τα άτομα φορείς αυτών των μεταλλάξεων είναι πιθανότερο να εκδηλώσουν διαταραχή του σακχάρου. Αλλά δεν προέκυψε ανάλογη σχέση σε ότι αφορά τη νόσο Αλτσχάιμερ.

«Εν κατακλείδι, διαπιστώσαμε ότι τα άτομα με δια βίου χαμηλό ΔΜΣ λόγω σχετικής γονιδιακής μετάλλαξης δεν διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο νόσου Αλτσχάιμερ», αναφέρεται στα συμπεράσματα της μελέτης.

Μαίρη Μπιμπή

health.in.gr