Πλήθος τεχνικών, αλλά και πολιτικών προβλημάτων έχουν ανακύψει στο θέμα της αναβαλλόμενης φορολογίας που εξετάζεται για τις τράπεζες στο πλαίσιο της επικείμενης ρύθμισης για τα «κόκκινα» επιχειρηματικά δάνεια. Αν και η κυβέρνηση προσανατολίζεται στο συμψηφισμό της ζημίας που θα υποστούν οι τράπεζες από τη διαγραφή των επισφαλών δανείων με το φόρο μελλοντικών τους κερδών, όπως έγινε και με τις ζημιές τους από το κούρεμα των ομολόγων του 2012 (PSI), ωστόσο η ρύθμιση αυτή κινδυνεύει να μην εγκριθεί από ΕΕ και ΕΚΤ, ενώ την ίδια στιγμή υπάρχει η πιθανότητα κι άλλες επιχειρήσεις, εκτός του τραπεζικού κλάδου, να διεκδικήσουν αντίστοιχη μεταχείριση.

Η κυβέρνηση θέλοντας να δώσει κίνητρα στις τράπεζες να προχωρήσουν με «ζέση» στην αναδιάρθρωση κόκκινων επιχειρηματικών δανείων εξετάζει να τους παράσχει τη δυνατότητα κάλυψης της ζημίας που θα αναλάβουν από τη διαγραφή χρεών μέσω της φορολογίας. Αυτό έχει ήδη γίνει το 2012 στο πλαίσιο του PSI και εξετάζεται να επαναληφθεί εκ νέου, κάτι που όμως προβληματίζει την ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, η οποία αναγνωρίζει πως η «εσαεί» φορολογική πριμοδότηση των πιστωτικών ιδρυμάτων είναι από πολλές πτυχές προβληματική.

Η εξεταζόμενη ρύθμιση για την αναβαλλόμενη φορολογία -η οποία ακόμη συζητείται- προβλέπει πως οι τράπεζες που θα προχωρούν στην αναδιάρθρωση επιχειρηματικών δανείων θα μπορούν να συμψηφίσουν τη ζημία που θα υποστούν με αναβαλλόμενο φόρο σε 30 ισόποσες ετήσιες δόσεις. Σε περίπτωση δε που δεν θα έχουν κέρδη, ο αναβαλλόμενος φόρος θα μετατρέπεται σε οριστική απαίτηση από το Δημόσιο, που θα μπορεί να συμψηφισθεί με φόρο μελλοντικών χρήσεων. Έτσι, τις χρονιές που δεν θα εμφανίσουν κέρδη και δεν θα μπορούν να αποσβέσουν τη ζημία μέσω του φόρου εισοδήματος, θα δύνανται να μετατρέπουν την απόσβεση σε απαίτηση αναβαλλόμενου φόρου, ο οποίος εν συνεχεία θα συμψηφίζεται.

Για παράδειγμα, εάν μια τράπεζα έχει ζημιά από διαγραφές επιχειρηματικών δανείων, θα μπορεί να την αποσβέσει κατά το 26% σε 30 ισόποσες ετήσιες δόσεις . Αν το 2015 η τράπεζα εμφανίσει κέρδη και έχει αντίστοιχα φορολογική απαίτηση, θα πληρώσει μειωμένο φόρο λόγω της προαναφερθείσας απόσβεσης. Αν προσμετρηθεί βέβαια και η απόσβεση από το υφιστάμενο πλαίσιο του αναβαλλόμενου φόρου (PSI) είναι σίγουρο ότι δεν θα καταβάλει κανένα φόρο. Αν η ίδια τράπεζα το 2016 δεν θα έχει κέρδη και επομένως δεν θα μπορεί να αποσβέσει τη ζημιά, τότε η απόσβεση μετατρέπεται σε απαίτηση αναβαλλόμενου φόρου, ο οποίος μπορεί να συμψηφισθεί με φόρο επί κερδών μελλοντικών χρήσεων συν την πρόσθετη απαίτηση από το υφιστάμενο πλαίσιο αναβαλλόμενου.

Δεδομένου ότι αυτή η ρύθμιση ισχύει για τις ζημιές από το PSI προκύπτει θέμα για το εάν μπορεί να ισχύσει εκ νέου για τις ζημιές από τα μη εξυπηρετούμενα επιχειρηματικά δάνεια, κάτι που εκτιμάται ότι δεν θα γίνει αποδεκτό από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, καθώς ο «εξωραϊσμός» των λογιστικών καταστάσεων των τραπεζών (σε βάρος των δημοσίων εσόδων) είναι προβληματικός.

Στη βάση αυτή στελέχη του υπουργείου Οικονομικών αναγνωρίζουν πως υπάρχει πρόβλημα με το εάν η νέα διευθέτηση με την αναβαλλόμενη φορολογία θα πρέπει να έχει συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα, δηλαδή να ισχύσει για μία ή δύο οικονομικές χρήσεις ή να έχει μόνιμο χαρακτήρα. Αν είχε μόνιμο χαρακτήρα αυτό θα σήμαινε ουσιαστικά πως οι τράπεζες δεν θα κατέβαλαν εφεξής φόρο στο Δημόσιο.

Φόβοι εκφράζονται και για το ενδεχόμενο άλλες επιχειρήσεις, εκτός του πιστωτικού τομέα, να ζητήσουν αντίστοιχη μεταχείριση για τις ζημιές που ενδεχομένως υποστούν από τη μη εξυπηρέτηση δανείων που έχουν χορηγήσει (π.χ. σε θυγατρικές τους).

Θανάσης Κουκάκης

Newsroom ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ