Με μια μεγάλη δραματική και εξπρεσιονιστική χορογραφία-αφήγηση για την ταραγμένη σχέση του Αύγουστου Ροντέν και της ερωμένης και μούσας του, Καμίγ Κλωντέλ, ξανασυναντιέται ο διάσημος και κορυφαίος Ρώσος χορογράφος, Μπορίς Άιφμαν με το ελληνικό κοινό με μία παράσταση για την τέχνη, τον παράφορο έρωτα, το βάσανο της καλλιτεχνικής δημιουργίας, την ψύχωση και τη συντριβή.

Η παράσταση ανεβαίνει την Παρασκευή 1, το Σάββατο 2 και την Κυριακή 3 Φεβρουαρίου στη σκηνή της αίθουσας Αλεξάνδρα Τριάντη στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (στις 20:00 το βράδυ).

Ο Άιφμαν έρχεται για τρίτη φορά στο Μέγαρο Μουσικής – μετά την Κόκκινη Ζιζέλ και την Άννα Καρένινα – με ένα έργο για την τραγική φύση της ιδιοφυΐας, την απελπισμένη αναζήτηση της αναγνώρισης και το συνοδεύει με μουσική από το γαλλικό ρομαντικό ρεπερτόριο – Ραβέλ, Σεν Σανς, Μασνέ.

Ο «Ροντέν» του Μπορίς Άιφμαν έχει στην πραγματικότητα για πρωταγωνίστρια την Καμίγ Κλωντέλ, την ερωμένη που παραμερίστηκε στη διαδρομή του εραστή της προς τη φήμη και το μεγαλείο και παρακολουθεί τη βασανιστική της κάθοδο στην παραφροσύνη και σε μια ματαιωμένη ζωή.

Το μπαλέτο αρχίζει και τελειώνει σε ένα άσυλο ψυχοπαθών, εκεί όπου η Καμίγ πέρασε τα τελευταία 30 χρόνια της ζωής της, εξόριστη από την οικογένειά της και την κοινωνία, που δεν ανεχόταν μεγάλες αποκλίσεις από τους συμφωνημένους κανόνες.

Ο Άιφμαν «χτίζει πάνω στα θεμέλια των μεγάλων αρχιτεκτόνων του χορού: Μπεζάρ, Ρολάν Πετί, Μάρθα Γκρέιχαμ, Πίνα Μπάους», έγραψε ο κριτικός Ντάρελ Γουντ, στο «ΝΥC Dance Stuff», μετά την παράσταση του «Ροντέν» στο Σίτι Σέντερ της Νέας Υόρκης, την περασμένη άνοιξη.

Ο «Ροντέν» είναι γεμάτος εικόνες με φαντασία και εικαστικές αναφορές στα μεγάλα έργα του Γάλλου γλύπτη και δίνει φυσικές εκδοχές τους: Το Αιώνιο Είδωλο, Οι Πύλες της Κολάσεως, Οι Αστοί του Καλέ, Η Εποχή του Χαλκού.

Ο Άιφμαν χρησιμοποιεί τα σώματα των χορευτών, όπως ο γλύπτης Ροντέν θα χρησιμοποιούσε τα υλικά του: τεντώνει, λειαίνει, διορθώνει και επανατοποθετεί χέρια, παλάμες και κορμιά και φτιάχνει ένα μπαλέτο – σπουδή για την μοναξιά, το ταλέντο αλλά και τη σκληρότητα του δημιουργού.

Η Καμίγ Κλωντέλ συναντιέται με το Ροντέν σωματικά και διανοητικά, γίνεται πηγή έμπνευσης για εκείνον και μούσα του, ο καταλύτης για να βρει νέους δρόμους έκφρασης και να δημιουργήσει γλυπτά που άλλαξαν την τέχνη αυτή και την απογείωσαν σε νέες εκφράσεις.

Η ίδια, μια γυναίκα που ισορροπεί τη ζωή της στην κόψη του ξυραφιού, βασανισμένη από την αγωνία της πτώσης, εκδηλώνει κοντά του ένα εκρηκτικό ταλέντο, αρχίζει να μεταμορφώνεται σε σημαντική καλλιτέχνη, αλλά με την πρώτη αρνητική υποδοχή του γλυπτού της, «Κλωθώ», πείθεται ότι δεν πρόκειται να αναγνωριστεί και βουλιάζει στα βάθη της απελπισίας.

Στην πραγματικότητα, στη ζωή του Ροντέν υπήρχε και μια άλλη γυναίκα, η Ροζ Μπερέ, ισόβια ερωμένη, μητέρα του γιου του και τελικά σύζυγος.

Είχε παραμερίσει τις δικές της ανάγκες, παρέβλεπε τις απιστίες του συντρόφου της και περίμενε στο περιθώριο της παθιασμένης σχέση του με την Κλωντέλ.

Η Καμίγ προσπάθησε πολλές φορές να φύγει από τον Ροντέν, αλλά ξαναγύριζε και παραδινόταν, μέχρι τον τελικό χωρισμό μετά από 15 χρόνια κοινής ζωής και την ψυχική συντριβή της.

Στο άσυλο την έκλεισε ο αδελφός της με προτροπή όλης της οικογένειάς της που θεωρούσε τη ζωή και τη συμπεριφορά της στίγμα και ντροπή. Ο γιατρός της προσπάθησε δύο φορές να την βγάλει από τον εγκλεισμό, υποστηρίζοντας ότι η Καμίγ δεν ήταν ψυχοπαθής, αλλά η οικογένεια αρνήθηκε να τη δεχτεί. Απομονωμένη και εξαθλιωμένη πέθανε το 1943 ξεχασμένη από όλους και δεν έμαθε κανείς που είχε ταφεί.

Με τον «Ροντέν», το Μπαλέτο Μπόρις Άιφμαν γιόρτασε πέρυσι τα 35 χρόνια της ύπαρξης και της καλλιτεχνικής του δημιουργίας.

Newsroom ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ