Η μείωση της ονομαστικής αξίας του ελληνικού δημοσίου χρέους που κατέχουν ιδιώτες θα παραμείνει στο 50%, όπως συμφωνήθηκε τον περασμένο Οκτώβριο, δήλωσε την Δευτέρα ο εκπρόσωπος του Διεθνούς Χρηματοοικονομικού Ινστιτούτου (IIF) Φρανκ Βογκλ, σχολιάζοντας τα δημοσιεύματα για μεγαλύτερη μείωση.

Ωστόσο, προσέθεσε ότι οι ιδιώτες πιστωτές είναι διατεθειμένοι να αποδεχθούν μεγαλύτερες απώλειες από το 50% σε όρους καθαρής παρούσας αξίας, δηλαδή με άλλα λόγια να διαπραγματευθούν για μικρότερο επιτόκιο (σ.σ. σε σύγκριση με το 8% που ζητούσαν αρχικά) και μεγαλύτερη χρονική διάρκεια στα νέα ομόλογα.

Ο εκπρόσωπος του IIF έκανε αυτή τη δήλωση, σε μία προσπάθεια να ξεδιαλύνει τη σύγχυση που υπάρχει σχετικά με τη μείωση της ονομαστικής αξίας (του κεφαλαίου) του δημοσίου χρέους και την απομείωση σε όρους καθαρής παρούσας αξίας (Net Present Value).

Η ζημία της ονομαστικής αξίας θα παραμείνει στο 50% είπε και επισήμανε ότι σε ορισμένα πρόσφατα δημοσιεύματα υπήρξε σύγχυση για τη μείωση του ονομαστικού κεφαλαίου και τις ζημίες σε όρους καθαρής παρούσας αξίας.

«Δεν υπάρχει κάποιος λόγος να υποθέτουμε ότι αυτό έχει αλλάξει» δήλωσε.

«Η τελική NPV ζημία στην οποία ίσως συμφωνήσουν οι ιδιώτες επενδυτές και οι πιστωτές ως αποτέλεσμα της ολοκλήρωσης όλων των λεπτομερειών, συμπεριλαμβανομένου του κουπονιού και της δομής των περιόδων λήξεως της αναδιάρθρωσης, θα μπορούσε φυσικά να ξεπεράσει το 50%», σημείωσε.

Η τελική ζημία σε όρους NPV θα προκύψει όταν υπάρξει συμφωνία για το επιτόκιο (κουπόνι) και τη χρονική διάρκεια των νέων ομολόγων. Όσο μικρότερο είναι το κουπόνι και όσο μεγαλύτερη η περίοδος λήξεως ενός ομολόγου, τόσο μεγαλύτερη είναι η ζημία.

Αν για παράδειγμα υπάρξει συμφωνία για επιτόκιο 4% σε όλα τα νέα ομόλογα και χρονική διάρκεια 30 ετών, η ζημία θα προσεγγίσει και ίσως υπερβεί ακόμα και το 70%.

Σε περίπτωση που το επιτόκιο διαμορφωθεί κοντά στο 5%, τότε η ζημία είναι περίπου 60%.

Για να εφαρμόσουμε τη μέθοδο της καθαρής παρούσας αξίας, βρίσκουμε την παρούσα αξία των αναμενόμενων καθαρών εισροών μετρητών μιας επένδυσης, προεξοφλημένη με το κόστος κεφαλαίου, και αφαιρούμε απ’ αυτήν (παρούσα αξία) την αρχική δαπάνη της επένδυσης.

Η ζημία σε όρους NPV είναι αποτέλεσμα μία μαθηματικής πράξης, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε διαφορετικά αποτελέσματα ανάλογα με τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται.

Σε αρκετές περιπτώσεις, μπορούν να υπάρξουν διαφορετικοί υπολογισμοί για το NPV, κάτι που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το ύψος του προεξοφλητικού επιτοκίου (discount rate).

Newsroom ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ