Η Ιταλία είχε καταφέρει, αν και είναι το τρίτο γράμμα των PIIGS, να μείνει μετά δυσκολίας έξω από το τανγκό της ευρωπαϊκής κρίσης δημόσιου χρέους για αρκετό καιρό -όχι πάντως επειδή οι αγορές την αγνοούσαν ούτε γιατί τα «μπούνγκα μπούνγκα» του Μπερλουσκόνι αποπροσανατόλιζαν τον ξένο Τύπο, αλλά εξαιτίας των δυνατών χαρτιών της.

Και αυτά είναι κυρίως το έλλειμμά της, που ήδη φέτος δεν προβλέπεται να ξεπεράσει το 4% του ΑΕΠ (σχετικά χαμηλά για την Ευρωζώνη), το οποίο σε συνδυασμό με την ευρωστία του εγχώριου τραπεζικού συστήματος, τα υψηλά επίπεδα καταθέσεων και το σχετικά χαμηλό επίπεδο ιδιωτικού χρέους καθιστούσαν το ιταλικό οικονομικό σύστημα λιγότερο επικίνδυνο από εκείνο των υπόλοιπων Νοτιοευρωπαίων.

Η Ιταλία άρχισε όμως το καλοκαίρι να βυθίζεται στη δίνη της κρίσης χρέους, ενώ παράλληλα η ιταλική κυβέρνηση είχε κιόλας ξεκινήσει να κινείται στον αστερισμό των πακέτων λιτότητας. Μετά την υποβάθμιση της Ιταλίας από τους οίκους αξιολόγησης -και αυτό αφού είχε προηγηθεί η «Σύνοδος Σωτηρίας της ευρωζώνης» της 21ης Ιουλίου- και μετά την αποφασιστική παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που άρχισε πια να αγοράζει ιταλικά και ισπανικά ομόλογα, η Ευρώπη άρχισε να καταλαβαίνει πως η κρίση έχει πάρει πια άλλες διαστάσεις.

Την ανησυχία για την ιταλική οικονομία προκαλεί το ύψος του δημόσιου χρέους της, που κυμαίνεται στο 120% του ΑΕΠ. Τα επίπεδα αυτά είναι από μόνα τους αρκετά υψηλά, αλλά ο εκρηκτικός παράγοντας στην εξίσωση είναι οι χρόνια αδύναμοι ρυθμοί ανάπτυξης της ιταλικής οικονομίας, που προϋπήρχαν της κρίσης που έφτασε στην Ιταλία το 2008 -και η οποία την έπληξε με ύφεση-βουτιά στο -6,7%.

Τις τελευταίες εβδομάδες, οι πιέσεις των αγορών έγιναν ασφυκτικές για τα ιταλικά ομόλογα και χτύπησε συναγερμός στην Ευρώπη. Οι Ιταλοί άρχισαν να αναρωτιούνται τι σημαίνει «lo spread» (το σπρεντ), παρακολουθώντας τη διαφορά των ομολόγων τους έναντι των γερμανικών να σκαρφαλώνει ραγδαία, φτάνοντας σε επίπεδα που θα μεταφράζονταν σε επιτόκια δανεισμού άνω του 7%.

Τέτοια επίπεδα, που για αρκετούς δεν δικαιολογούνται στην περίπτωση της Ιταλίας, έχουν οδηγήσει άλλες χώρες σε προγράμματα στήριξης. Όταν τελικά η Ρώμη βγήκε να δανειστεί από τις αγορές στις 10/11, κατάφερε σε εκείνη τη δημοπρασία -χάρη στην παρέμβαση της ΕΚΤ, την στήριξη της προσφοράς από το εσωτερικό και το κάπως ευνοϊκότερο κλίμα στις αγορές που καλλιέργησε η επικείμενη παραίτηση Μπερλουσκόνι- να δανειστεί με «μόλις» 6,08%. Καλύτερα δηλαδή από αυτό που προοιωνιζόταν «lo spread» την προηγούμενη ημέρα, αλλά με διπλάσιο κόστος σε σύγκριση με δύο μήνες πριν.

Η Ρώμη νωρίτερα, μετά το ξέσπασμα Μπελουσκόνι προς Μέρκελ και Σαρκοζί πως καμία χώρα δεν δικαιούται να κάνει υποδείξεις οικονομικής πολιτικής σε οποιονδήποτε Ευρωπαίο εταιρό, είχε δεχτεί σε «εθελοντική βάση» τη διπλή εποπτεία των Βρυξελλών και του ΔΝΤ για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων. Η ιταλική κυβέρνηση δεσμεύτηκε επίσης στην ΕΕ πως θα περάσει πακέτα δημοσιονομικής εξυγίανσης, το πρώτο εκ των οποίων πέρασε από Βουλή και Γερουσία και έδειξε την πόρτα της εξόδου στον Καβαλιέρε.

Τώρα, η νέα ιταλική κυβέρνηση καλείται να πείσει τις αγορές πως μπορούν να αντιμετωπίζουν την Ιταλία ως αξιόπιστη οικονομία και να περάσει μεταρρυθμίσεις σε ένα οικονομικό τοπίο που συνδυάζει μερικά από τα προβλήματα της Ισπανίας -όπως την αποκεντρωμένη κρατική δομή που δίνει περισσότερη αρμοδιότητα δαπανών στις περιφερειακές κυβερνήσεις- με μερικά από εκείνα της Ελλάδας -όπως τις δυσκολίες στην είσπραξη φόρων και την απροσδιόριστης έκτασης παραοικονομία. Ο κύβος ερρίφθη, που έλεγαν και οι Ρωμαίοι.

Βασίλης Ψυχογιός

Newsroom ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ