Αντιμέτωπος με έναν παράξενο μεταδοτικό καρκίνο που σκοτώνει όλα του τα θύματα μέσα σε λίγους μήνες, ο διάβολος της Τασμανίας, το διαβόητο μαρσιποφόρο με την ανατριχιαστική κραυγή, κρέμεται σήμερα στο χείλος της εξαφάνισης. Σημαντικό εργαλείο για τη σωτηρία του θα μπορούσε να αποτελέσει η πλήρης γενετική του αλληλουχία, την οποία σαρώνουν τώρα οι επιστήμονες αναζητώντας λύση.

Τα πλήρη γονιδιώματα δύο διαβόλων της Τασμανίας, του Σέντρικ και της Σπίριτ, παρουσιάζονται την Τρίτη στην έγκριτη αμερικανική επιθεώρηση Proceedings of the National Academy of Sciences.

Όμως η γενετική πληροφορία δεν θα αξιοποιηθεί για την αντιμετώπιση της επιδημίας καρκίνου -θα αποτελέσει κριτήριο για την επιλογή μιας ομάδας ζώων που θα ζήσουν και θα πολλαπλασιαστούν σε αιχμαλωσία, μέχρι να περάσει ο κίνδυνος στο περιβάλλον.

Εδώ και 15 χρόνια, τα σαρκοφάγα μαρσιποφόρα της Τασμανίας (νησιού της Αυστραλίας) πλήττονται από καρκινικούς όγκους που μεταδίδονται από ζώο σε ζώο με την επαφή. Πρόκειται για έναν ασυνήθιστο καρκίνο, ο οποίος εμφανίστηκε σε κάποιο διάβολο πριν από δεκαετίες και έκτοτε διαδίδεται ανενόχλητος, σκοτώνοντας το 70 έως 90 τοις εκατό των διαβόλων σε πολλές περιοχές.

Οι όγκοι αναπτύσσονται συνήθως στο ρύγχος και πάντα προκαλούν το θάνατο λόγω ασιτίας ή ασφυξίας.

«Απλά φανταστείτε έναν καρκίνο που μεταδίδεται με τη χειραψία. Θα εξαφάνιζε το είδος μας πολύ γρήγορα» σχολιάζει στο AFP ο Στίβεν Σούστερ, καθηγητής στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια και επικεφαλής της μελέτης.

Η επιστήμη γνωρίζει μόνο έναν ακόμα καρκίνο αυτού του είδους. έναν καρκίνο που πλήττει αποκλειστικά τους σκύλους.

Οι βιολόγοι δείχνουν να συμφωνούν ότι η άμεση αντιμετώπιση του καρκίνου των διαβόλων είναι σήμερα αδύνατη.

Η μόνη λύση είναι η εκτροφή των σαρκοφάγων μαρσιποφόρων στην αιχμαλωσία. Έχει όμως κρίσιμη σημασία τα ζώα που θα επιλεγούν για εκτροφή να παρουσιάζουν ανθεκτικότητα στην ασθένεια και όσο γίνεται μεγαλύτερη γενετική ποικιλότητα.

Ο προσδιορισμός της αλληλουχίας του Σέντρικ και της Σπίριτ επέτρεψε τη δημιουργία ενός γενετικού τεστ για την αναγνώριση των ζώων που παρουσιάζουν την ελάχιστη δυνατή συγγένεια και τη μέγιστη γενετική διαφορά.

Το γενετικό τεστ «κοστίζει 150 δολάρια ανά ζώο, ενώ ο προσδιορισμός της αλληλουχίας ολόκληρου του γονιδιώματος φτάνει τα 10.000 δολάρια, επισημαίνει ο Δρ Σούστερ.

Η ομάδα του χρησιμοποίησε μια νέα τεχνολογία προσδιορισμού αλληλουχίας της εταιρείας Roche Holding AG, η οποία συγχρηματοδότησε τη μελέτη.

Newsroom ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ