Φούντωσε η περί βασιλείας κλοτσοπατινάδα. Για τελευταία, ελπίζω, φορά – αδυνατώ να φανταστώ να τσακωνόμαστε στο μέλλον για τα ωραία μάτια του Παύλου της Μαρί Σαντάλ ή του Νικολάου της Τατιάνας, τα παλικάρια εξάλλου διάγουν περίφημα ως διεθνείς τζετσέτερ, άλλο καημό δεν θα είχαν παρά να διεκδικήσουν το δουκάτο της Σπάρτης ή την κομητεία Γρεβενών-Δεσκάτης. Φούντωσε και ήχησαν ένθεν κακείθεν τα χιλιοειπωμένα.

Η υπεροπλία των αντιβασιλικών αυταπόδεικτη. Πράγματι, ο θρόνος στην Ελλάδα κατά τον 20ό αιώνα μύρια δεινά επέφερε. Προφανές το γιατί. Διότι ο Κωνσταντίνος Α’, ο αποκαλούμενος και στρατηλάτης ή κουμπάρος, που είχε εισέλθει αποθεούμενος το 1912 στη Θεσσαλονίκη και έπειτα στα Γιάννενα, αντί να πορευτεί ενωτικά, ως ψυχή του έθνους, ταυτίστηκε με μια πολιτική παράταξη. Εγινε επί της ουσίας κομματάρχης, αντίπαλον δέος του Ελευθερίου Βενιζέλου. (Ας όψεται και η συγγένειά του με τον Κάιζερ…) Ετσι, σε αντίθεση με τις βόρειες χώρες, κατήντησε εδώ σταδιακά ο θεσμός της βασιλείας υπόθεση της Ακρας Δεξιάς.

Σε δυο σημεία μόνο σφάλλουν οι αντιβασιλικοί. Ισχυριζόμενοι πως οι εστεμμένοι μας ήταν ξένοι. Και υποστηρίζοντας ότι ο θεσμός «φυτεύτηκε» στην Ελλάδα.

Τι σημαίνει ξένοι; Μετρημένες στα δάκτυλα του ενός χεριού οι οικογένειες, από τη φεουδαρχία ορμώμενες, που κρατούσαν τα σκήπτρα στη Γηραιά μας Ηπειρο. Μεταξύ τους προξενεύονταν, νυμφεύονταν, τεκνοποιούσαν… Ο πατέρας του δικού μας Γεωργίου του Α’, ο Χριστιανός ο ένατος της Δανίας, είχε το παρατσούκλι «Πεθερούλης της Ευρώπης» καθώς είχε καμαρώσει πέντε βλαστάρια του σε θρόνους, από Λονδίνο μέχρι Αγία Πετρούπολη. Οι βασιλιάδες ασπάζονταν την εθνικότητα – και το θρησκευτικό δόγμα – των υπηκόων τους. Εξ ου και ο ελληνόπαις Φίλιππος μόλις έσμιξε με την Ελισάβετ έγινε βρετανικότερος των Βρετανών.

Οι αλλεπάλληλες βεβαίως ενδογαμίες επιβάρυναν τη σωματική και ψυχοδιανοητική υγεία των εστεμμένων. Εύγε λοιπόν στον Κάρολο που επέλεξε την «κοινή θνήτη» Νταϊάνα Σπένσερ. Και δυο φορές εύγε στον κοκκινομάλλη Χάρι που ερωτεύτηκε το ατίθασο, νιγηριανό γονίδιο της Μέγκαν Μαρκλ και ας κατέληξε αποδιοπομπαίος τράγος για το Μπάκιγχαμ.

Μας επέβαλαν οι μεγάλες δυνάμεις τον θεσμό της μοναρχίας;

Το πρώτο Σύνταγμα, του 1822, ήταν όντως άκρως φιλελεύθερο και δημοκρατικό. Σύντομα ωστόσο οι επαναστάτες έβαλαν νερό στο κρασί τους. Αντιλήφθηκαν τον θρόνο σαν ακρογωνιαίο λίθο-όρο ύπαρξης μιας χώρας. Οπως πιθανότατα και συνέβαινε στη μεταναπολεόντεια Ευρώπη.

Το στέμμα μας προτάθηκε σε πολλούς και διάφορους, μέχρι  -θρυλείται – και στον πρωθυπουργό της Αγγλίας Τζορτζ Κάνινγκ. Και ο Βύρων ακόμα, ερχόμενος στην Ελλάδα το 1823, είχε μαζί του – όπως γράφει ο Ρόντρικ Μπίτον – μια ωραιότατη φορεσιά, για το ενδεχόμενο να τον ανακηρύξουν άνακτα. Ο κυβερνήτης Καποδίστριας ήξερε πως θα παραχωρούσε την πρωτοκαθεδρία σε έναν βασιλιά. Αλληλογραφούσε με τον Λεοπόλδο, που στο παρά πέντε μάς έριξε ευγενική χυλόπιττα, προτιμώντας το Βέλγιο. Εμείς τότε εξ ανάγκης συμφωνήσαμε στον Οθωνα. Μας προέκυψε βαρήκοος, άτεκνος και αντιπαθής, ίσως και επειδή η άγαρμπη προσπάθειά του να επιβάλει οργάνωση και τάξη έθιγε μικρά και μεγαλύτερα συμφέροντα…

«Και γιατί δεν διαλέξαμε έναν δικό μας για βασιλιά;»

Το διανοείσθε; Αμα στεφόταν, λόγου χάρη, ο Κολοκοτρώνης, τι λάσπη θα έτρωγε από τους πρώην συναγωνιστές του; Εάν βάζαμε το στέμμα στη λευκή κεφαλή του Κανάρη, πόσοι χολωμένοι θα αμφισβητούσαν αυθορεί την αίγλη του πυρπολητή;

Βρίσκω, ανάμεσα στους Ελληνες του 19ου και του 20ού αιώνα κάμποσους που διέθεταν τη βαρύτητα και τη γοητεία για να τιμήσουν, να εκλαμπρύνουν κι έναν τόσο παρωχημένο ακόμα θεσμό. Δεν ξέρω όμως ούτε έναν που ο θρόνος του να μην ροκανιζόταν από κάθε λογής τρωκτικά.

Σε ένα ξεκαρδιστικό τραγουδάκι του 1976, ο σόουμαν Γιώργος Μαρίνος μιλάει για τη «δεσποινίς Θεώνη», φιλομοναρχική μεγαλοκοπέλα εκ Λακωνίας. Εκπέσαντος του Κωνσταντίνου, απελπισμένη η δεσποινίς Θεώνη αναζητεί εναγωνίως λύση. «…Και Μήτσο βασιλιά, άντε και Μπάμπη βασιλιά. Μωρέ και τον Θεοδωράκη βασιλιά, βασιλιάς να ‘ναι!».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΝΕΑ