γράφει ο Αλέξανδρος Μπίστης

Η κρίση της αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας και η δυσπιστία προς τα κόμματα και τους εκλεγμένους αντιπροσώπους, λόγω της επανειλημμένης αποτυχίας τους να ανταποκριθούν στις ανάγκες των ανθρώπων, αναγκάζουν τα κομματικά επιτελεία να αναζητούν τρόπους αποκατάστασης της σχέσης τους με το εκλογικό σώμα.

Πριν από μισό αιώνα, η Hanna Pitkin υποστήριξε ότι οι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονται να αυτοκυβερνηθούν, αντίθετα προτιμούν να αναθέτουν σε όσους είναι πρόθυμοι να κυβερνήσουν, να το κάνουν για λογαριασμό τους. Ετσι, καλλιεργείται η ιδέα ότι η ύψιστη αποστολή των πολιτών είναι η εκλογή των αντιπροσώπων τους και όχι η ουσιαστική συμμετοχή τους στη διαμόρφωση της ασκούμενης πολιτικής.

Ωστόσο, αν αναρωτηθούμε ποιος αντιπροσωπεύει ποιον, ίσως ανακαλύψουμε την αντιστροφή της έννοιας, αφού αντί να επιλέγουν οι λαοί τους αντιπροσώπους τους, μοιάζει να επιλέγουν οι άρχουσες τάξεις τους δικούς τους και οι λαοί να διαλέγουν μεταξύ όσων οι ελίτ «εγκρίνουν».

Το Σαββατοκύριακο που πέρασε, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και το ΜέΡΑ25, δύο κόμματα με αιτιακή σχέση μεταξύ τους, με την έννοια ότι οι πολιτικές επιλογές του ενός οδήγησαν στην ίδρυση του άλλου, βρέθηκαν εν μέσω εσωκομματικών διεργασιών με αντιδιαμετρικά αντίθετες αποστολές.

Το καλοκαίρι του 2015, o πρόεδρος και μια ομάδα στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισαν να καταστρατηγήσουν τις καταστατικές διαδικασίες και τις συλλογικές αποφάσεις του κόμματος και τις προγραμματικές θέσεις της κυβέρνησης.

Κυρίως, όμως, να αγνοήσουν τη βούληση του ελληνικού λαού, όπως εκφράστηκε στις εκλογές του Ιανουαρίου και – ασφαλώς – στο δημοψήφισμα του Ιουλίου. Για την απόφαση αυτή δεν ερωτήθηκε κανένα συλλογικό όργανο του κόμματος ή της κυβέρνησης.

Κόμμα που σέβεται τον εαυτό του θα είχε καθαιρέσει το σύνολο της ηγεσίας που περιφρόνησε κάθε έννοια συλλογικής λειτουργίας. Το γεγονός ότι ακόμα και σήμερα η ίδια ηγεσία παραμένει κυρίαρχη, πιστοποιεί ότι εκείνο το καλοκαίρι καταργήθηκαν τα συλλογικά όργανα και ο ΣΥΡΙΖΑ μετατράπηκε σε αρχηγοκεντρικό άθροισμα παραγόντων, με μόνο στόχο τη νομή και τη διαχείριση της κυβερνητικής εξουσίας.

Η επιλογή του Αλ. Τσίπρα να καθιερώσει την απευθείας εκλογή προέδρου και Κεντρικής Επιτροπής «από τον λαό», μετατρέποντας τη μαζική συμμετοχή από μέσο σε αυτοσκοπό, αποκρυσταλλώνει και θεσμικά αυτή τη μεταμόρφωση.

Το ΜέΡΑ25 είναι ένα πρωτότυπο εγχείρημα, καθώς αποτελεί τον ελληνικό πολιτικό βραχίονα του ενιαίου πανευρωπαϊκού κινήματος DiEM25, που φιλοδοξεί να καθιερώσει ένα οργανωτικό μοντέλο ενιαίας οριζόντιας λειτουργίας, με διαδικτυακές ψηφοφορίες μεταξύ των μελών του σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, για τις πολιτικές θέσεις και τα πρόσωπα που θα τις εκφράσουν.

Τρία χρόνια μετά την είσοδό του στη Βουλή στις εκλογές του 2019, μόλις τώρα κατόρθωσε να θεσμοθετήσει την οργανωτική υπόστασή του, καθώς λόγω πανδημίας υποχρεώθηκε να αναβάλει δύο φορές το συνέδριό του.

Αναμφισβήτητα, η απήχησή του οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στον Γ. Βαρουφάκη, καλύπτει, όμως, με το πολιτικό πλαίσιο που υπερασπίζεται το κενό της εκπροσώπησης της πολιτικής ανυπακοής και των κινημάτων, μετά την αυτομόληση του ΣΥΡΙΖΑ στο στρατόπεδο του κυνικού μνημονιακού μονόδρομου.

Εχει εμπλέξει στην ενεργό πολιτική κόσμο χωρίς προηγούμενη οργανωμένη δράση και έχει επαναδραστηριοποιήσει κόσμο που είχε αποσυρθεί από τα κοινά μετά την αποτυχία της οργανωμένης Αριστεράς.

Το αν θα παραμείνει προσηλωμένο στην επιδίωξη της ενεργού συμμετοχής των μελών του και της οριζόντιας λειτουργίας, με έλεγχο και λογοδοσία ώστε η ηγεσία του να μην μπορεί να αυτονομηθεί από τη βάση, μένει να αποδειχθεί, καθώς σύμφωνα με τον Ρόμπερτ Μίχελς, σε κάθε συλλογική οργάνωση αργά ή γρήγορα επικρατεί ο «σιδηρούς νόμος της ολιγαρχίας», όπου η ηγεσία ανεξαρτητοποιείται από τη βούληση των μελών.

Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι ο Ζ.Ζ. Ρουσό, ήδη από τον 18ο αι., ήταν ιδιαίτερα επιφυλακτικός και καχύποπτος προς την έννοια της αντιπροσώπευσης.

Το ενδιαφέρον σήμερα είναι ότι ενώ ο Αλ. Τσίπρας παρέλαβε έναν κομματικό μηχανισμό δεκαετιών (ΚΚΕ/ΚΚΕ εσ., ΣΥΝ, ΣΥΡΙΖΑ) και τον μετέτρεψε σε προσωποκεντρικό, ο Γ. Βαρουφάκης δημιούργησε έναν προσωποκεντρικό μηχανισμό και καλείται να τον μετατρέψει σε σύγχρονο μαζικό κόμμα κοινωνικού μετασχηματισμού.

*Ο Αλέξανδρος Μπίστης είναι πολιτικός επιστήμονας