Το πρωί της 2ας Οκτωβρίου του 2020, η ρωσίδα δημοσιογράφος Ιρίνα Σλάβινα, ιδρύτρια και αρχισυντάκτρια του ανεξάρτητου ειδησεογραφικού ιστότοπου «Κόζα Πρες» στο Νίζνι Νόβγκοροντ, μία μεγάλη βιομηχανική πόλη πάνω στον Βόλγα, είπε ή έγραψε «Σ’ αγαπάω» σε κάθε μέλος της οικογένειάς της: την 20χρονη κόρη της Μαργκαρίτα, τον 28χρονο γιο της Βιάτσεσλαβ, τον σύζυγό της Αλεξέι. Κατόπιν, ευχήθηκε χρόνια πολλά στη μητέρα της για τα 70ά της γενέθλια, ετοίμασε ένα γλυκό, κι έκανε ένα σύντομο ποστ στο Facebook: «Ζητώ να θεωρηθεί η Ρωσική Ομοσπονδία υπεύθυνη για τον θάνατό μου».

Μήνες την παρενοχλούσαν οι αστυνομικές και δικαστικές Αρχές, επιβάλλοντάς της απανωτά πρόστιμα και καταδίκες. Περισσότερο όμως την έτρωγε και την απέλπιζε η αδιαφορία των συμπολιτών της μπροστά στις έρευνές της για τη διαφθορά των ελίτ, στα ρεπορτάζ της για τις μικρές και τις μεγάλες αδικίες της περιοχής τους. Η 47χρονη Ιρίνα Σλάβινα αυτοπυρπολήθηκε μπροστά στο τοπικό αρχηγείο της αστυνομίας.

Το πρωί της 28ης Φεβρουαρίου του 2022, ο Μίσα Κατσούριν, ένας ουκρανός εστιάτορας με έδρα το Κίεβο, αποφάσισε να τηλεφωνήσει εκείνος στον πατέρα του, έναν νεωκόρο που ζει στην ίδια ρωσική πόλη, το Νίζνι Νόβγκοροντ. Αναρωτιόταν πώς ήταν δυνατόν, τέσσερις μέρες μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, να μην τον έχει πάρει να δει πώς είναι. «Προσπαθώ να μεταφέρω σε ασφαλές σημείο τα παιδιά και τη γυναίκα μου – είναι όλα πάρα πολύ τρομακτικά», του είπε. Αλλά δεν πήρε την απάντηση που περίμενε. Ο πατέρας του δεν τον πίστεψε. «Οχι, όχι, όχι, σταμάτα», έκοψε τον γιο του.

«Αρχισε να μου λέει πώς ήταν τα πράγματα στη δική μου χώρα!», θυμάται ο 33χρονος, ο οποίος μετέτρεψε τα εστιατόριά του σε κέντρα εθελοντών και μένει προσωρινά κοντά στο Τερνόπιλ, στη Δυτική Ουκρανία. «Αρχισε να μου φωνάζει και να μου λέει, «Ακου, έτσι είναι τα πράγματα. Είναι Ναζί εκεί. Υπάρχουν Ρώσοι στρατιώτες εκεί που βοηθούν τον κόσμο. Τους δίνουν ζεστά ρούχα και φαγητό»». Και ο Μίσα Κατσούριν δεν είναι ο μόνος που αντιμετωπίζει μια τέτοια κατάσταση.

Οι New York Times αφιέρωσαν προ ημερών ένα μεγάλο άρθρο στην απόγνωση των Ουκρανών που τηλεφωνούν σε δικούς τους ανθρώπους στη Ρωσία (υπολογίζεται ότι 11 εκατομμύρια άνθρωποι στη Ρωσία διαθέτουν συγγενείς στην Ουκρανία), ή τους στέλνουν φωτογραφίες και βίντεο του καθημερινού μαρτυρίου τους, και προσκρούουν σε ένα τείχος άρνησης: «Τους Ναζί πρέπει περισσότερο να φοβάσαι»· «Αδύνατον, ο στρατός μας δεν βομβαρδίζει τις πόλεις»· «Ελα στη Ρωσία, εδώ είναι όλα ήρεμα»…

Δεν περνάει μέρα χωρίς να κάνει κάποιος στον ανταποκριτή της γαλλικής εφημερίδας Le Monde στη Μόσχα, τον Μπενουά Βιτκίν, την εξής ερώτηση: «Οι Ρώσοι ξέρουν; Εχουν πρόσβαση στις ίδιες πληροφορίες με εμάς; Στις ίδιες εικόνες από τη Μαριούπολη, το Χάρκοβο, τη Χερσώνα, το Κίεβο;». Θεωρεί λογικό το να τον ρωτούν: η πρόσβαση στην πληροφορία παραμένει ένα μείζον διακύβευμα, το ρωσικό καθεστώς φρόντισε να μπλοκάρει τα ξένα σόσιαλ μίντια και να κλείσει ή να φιμώσει τα ελάχιστα ανεξάρτητα Μέσα που συνέχιζαν να κάνουν υποδειγματικά τη δουλειά τους. Είναι απτός ο φόβος, αν όχι η παράνοια, στη Μόσχα, γράφει, σαφώς περισσότερο από ό,τι σε «κανονικούς» καιρούς, στους καιρούς της συνήθους καταστολής δηλαδή.

Η ερώτηση είναι όμως και ατελής, προσθέτει, και όχι μόνο επειδή η ρωσική κοινωνία είναι βαθιά διχασμένη σε αυτό το ζήτημα. Σε ό,τι αφορά ένα σημαντικό κομμάτι του πληθυσμού, θα ήταν πιο σωστό να ρωτήσουμε: Θέλουν να ξέρουν οι Ρώσοι; Γιατί η πληροφορία παραμένει προσβάσιμη. Δύσκολα, βέβαια, αλλά δεκάδες κανάλια Telegram παραμένουν ενεργά, και υπάρχουν πολυάριθμοι τρόποι παράκαμψης του μπλοκαρίσματος ξένων ιστοτόπων. Ενα εικονικό ιδιωτικό δίκτυο (VPN) αξίζει όσο εκατό σαμιζντάτ – εκείνα τα αντικαθεστωτικά έντυπα που τυπώνονταν κρυφά και κυκλοφορούσαν χέρι με χέρι στην ΕΣΣΔ. Το συμπέρασμα είναι λοιπόν το εξής: πολλοί Ρώσοι δεν θέλουν να ξέρουν. Λίγοι πιστεύουν πια στον ευφημισμό της «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης» στην Ουκρανία – για τους υπόλοιπους, η τυφλότητα είναι μια επιλογή, ή και ένα μέσο επιβίωσης.

Το επιβεβαιώνουν φράσεις που ακούει κανείς στη Μόσχα δέκα, εκατό φορές τη μέρα: «Ούτως ή άλλως, είναι υπερβολικά φριχτό»· «ούτως ή άλλως, δεν θα μάθουμε ποτέ την αλήθεια»· «ούτως ή άλλως, εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα, άλλοι αποφασίζουν». Το επιβεβαιώνει και όλη η συζήτηση που γίνεται γύρω από τις διεθνείς κυρώσεις χωρίς ποτέ να αγγίζονται τα γεγονότα που τις προκάλεσαν. Η ρωσική προπαγάνδα έκανε, εδώ και χρόνια, τα πάντα προκειμένου να απαξιώσει την ίδια την ιδέα της αλήθειας.

Μη θέλοντας, μην μπορώντας, να ξεκόψει από τον πατέρα του, ο Μίσα Κατσούριν έφτιαξε έναν ιστότοπο, τον papapover.com, που σημαίνει «Μπαμπά, πίστεψε», με οδηγίες προς τους Ουκρανούς για το πώς να μιλήσουν στους συγγενείς τους στη Ρωσία για τον πόλεμο. Για τον Μπενουά Βιτκίν, ωστόσο, το πιο δύσκολο δεν είναι να φτάσουν στη Ρωσία εικόνες και πληροφορίες από την Ουκρανία – είναι να σπάσει ο τοίχος της αδιαφορίας και του φόβου.