Η κοσμοσυρροή των 270.000 Ελλήνων στις κάλπες, στην πρώτη αναμέτρηση των υποψηφίων για τη νέα ηγεσία του ΠΑΣΟΚ (ΚΙΝΑΛ), προοιωνίζεται το άνοιγμα μιας νέας σελίδας στο σοσιαλδημοκρατικό κίνημα της χώρας μας. Με πολλές προσδοκίες, αλλά και αρκετά διαδικαστικά εμπόδια, αλλά και παγίδες, στην τήρηση μιας σταθερής ηθικο-πολιτικής δεοντολογίας.

Ανεξάρτητα με το ποιος θα υπερισχύσει τελικά στην αναμέτρηση αυτής της Κυριακής, και αν επικεντρώσουμε το ενδιαφέρον μας στον εθιμικό κώδικα της ηθικο-πολιτικής δεοντολογίας, η επόμενη ημέρα της δεύτερης ψηφοφορίας, επιβάλλεται για το καλό της ιδίας της πατρίδας μας η νέα ηγεσία του ΠΑΣΟΚ:

1) Να προφυλαχθεί από τη χρόνια πολιτική νόσο (που πλήττει αρκετά κόμματα) της δημιουργίας σκληρών πυρήνων προσωπολατρικής αγωγής και συμπεριφοράς. Διότι παρόμοιες ολιγαρχικές επιλογές τελικά οδηγούν σε καταδυνάστευση της Λαϊκής Κυριαρχίας, με άλλα λόγια σε παραχάραξη και υπολειτουργία των δημοκρατικών συνταγματικών εγγυήσεων. Και περιττό να τονίσουμε στο σημείο αυτό, ότι παρόμοιες αντιδημοκρατικές παρενέργειες είναι συνηθέστατες στην καθημερινή πολιτική πραγματικότητα. Παρενέργειες και ιοί που εμφωλεύουν και σε πολιτικές δυνάμεις με ριζοσπαστικές ταμπέλες…

2) Να θεσμοθετήσει στην πολιτική του πρακτική έστω και άγραφο αλλά χειροπιαστό κώδικα αξιοκρατικής και όχι οπορτουνιστικής, καιροσκοπικής ανέλιξης των πολιτικών στελεχών στα αξιώματα. Ένα από τα βασικότερα κριτήρια αυτής της αξιοκρατικής πορείας εννοείται ότι είναι και η κοινωνικο-πολιτική αγωγή και συμπεριφορά, γιατί όχι και η εγκυκλοπαιδική συγκρότηση.

3) Ν’ αποκλείσει τη συντεχνιακή προώθηση στα δημόσια αξιώματα μετριοτήτων. Με άλλα λόγια, οι ώριμης ηλικίας απερχόμενοι ηγέτες να μη δίνουν τα δαχτυλίδια, δηλαδή να μη κληροδοτούν την εξουσία σε άτομα με ισχνό ηθικό-πολιτικό, αλλά και γνωσιολογικό φορτίο, δηλαδή ιδιότητες που χαρακτηρίζουν αριβίστες, παρ’ αξίαν ανελισσόμενους και ισοβίως αρχάριους στο κοινωνικο-πολιτικό και μορφωτικό στίβο.

Και οι τρεις προαναφερθείσες αρχές κοινωνικο-πολιτικής και ηθικής δεοντολογίας είναι αρχαιόθεν γνωστές, αλλά ως επώδυνες στην πρακτική συνήθως αποφεύγονται. Αλλά η αποφυγή τους διαιωνίζει τη μιζέρια, αλλά και την απογοήτευση όλων εκείνων που «με καρδιά και με πνοή, με πόθους και πάθος» κατευθύνονται προς τις κάλπες.