Μεταξύ μας τώρα υπάρχει κανένας εργαζόμενος εκτός εκπαίδευσης που δεν θα… ζήλευε την περίφημη αξιολόγηση Κεραμέως; Δεν θα ήθελε δηλαδή να του έρθει ο εργοδότης του ένα πρωί και να του πει «σε μέτρησα από εδώ σε μέτρησα από εκεί και βγήκες ολίγον τι ανεπαρκής, άντε να παρακολουθήσεις τα σεμινάρια επιμόρφωσης μπας και βελτιωθείς;».

Εκτός αν έχουμε χάσει επεισόδια και έχουν πάψει πια σε αυτή τη ζωή να κρίνονται για την καταλληλόλητα και την επάρκειά τους καθημερινά όλοι ανεξαιρέτως οι εργαζόμενοι. Και δεν βάζω καν στην εξίσωση εκείνους που εξακολουθούν να κάνουν και αυτοαξιολόγηση, αγωνιώντας συχνά πυκνά για το αν είναι καλοί στη δουλειά τους ή για το πώς θα μπορούσαν να γίνουν καλύτεροι. Εχω τελικά την εντύπωση ότι αυτά τα δύο, η αξιολόγηση και η αυτοαξιολόγηση δηλαδή, κάπως συνδέονται.

Για να το πούμε αλλιώς, κάποιος που αρνείται την αξιολόγηση το πιθανότερο είναι ότι αρνείται – φοβάται – αγνοεί – διστάζει – δεν θεωρεί χρήσιμη την αυτοαξιολόγηση. Και είναι ακόμα πιο ανησυχητικό όταν κάτι τέτοιο συμβαίνει στους ανθρώπους της εκπαίδευσης, σε δασκάλους και καθηγητές που έχουν ως job description να κάνουν τα παιδιά καλύτερα, να τα πάνε δυο βήματα παρακάτω, να τα εμπνέουν. Δεν υπάρχει καν πλαφόν στον αριθμό των αρίστων, ο ένας δεν παίρνει τη θέση του άλλου.

Ενα ολόκληρο σχολείο κοινώς θα μπορεί να καυχιέται ότι έχει τον πιο καλό τον δάσκαλο. Αρα τι είναι αυτό που οδηγεί τις εκπαιδευτικές ομοσπονδίες σε μια αντανακλαστική αντίδραση κατά της αξιολόγησης και στην πραγματικότητα πόσοι από τους 150.000 εκπαιδευτικούς θεωρούν ότι έχουν στο πλευρό τους την κοινωνία σε αυτόν τον «δίκαιο αγώνα» τους; Δεν έχω απάντηση.