Ήταν 17 Δεκεμβρίου του 2010 όταν ο 26χρονος Μοχάμεντ Μπουαζίζι τριγυρνούσε στους δρόμους της πόλης Σιντί Μπουζίντ της Τυνησίας, πουλώντας λαχανικά απ’ το καρότσι του.

Στις 10.30 το πρωί, μία αστυνομικός τον σταμάτησε και του έκοψε πρόστιμο, επειδή δεν είχε άδεια για το καρότσι.

Ο Μπουαζίζι δεν είχε τα χρήματα να πληρώσει τους υπεύθυνους ώστε να μη του κόψουν πρόστιμο και έτσι έδωσε μόνο τα 10 δηνάρια, που ήταν επίσημο αντίτιμο για το πρόστιμο.

Το ποσό ήταν σημαντικό για τον μικροπωλητή, καθώς αντιστοιχούσε με την είσπραξη της ημέρας.

Η οικογένεια του Μπουαζίζι υποστήριξε ότι η αστυνομικός, Φαϊντά Χαμντί, κατάσχεσε τις ηλεκτρονικές ζυγαριές που είχε μαζί του. Τον έφτυσε κατάμουτρα. Τον χαστούκισε, έριξε την πραμάτεια του στο έδαφος και έβρισε τον νεκρό πατέρα του.

Μετέπειτα αυτόπτες μάρτυρες είπαν ότι δεν ήταν η Χαμντί εκείνη που προέβη σε αυτές τις ενέργειες, αλλά οι συνάδελφοί της.

Ο Μπουαζίζι απευθύνθηκε στον διοικητή της αστυνομίας για να πάρει πίσω τις ζυγαριές και να καταγγείλει τη συμπεριφορά της αστυνομικού.

Πώς περιμένετε να ζήσω;

Ο διοικητής δεν τον δέχθηκε ποτέ, ακόμα κι όταν ο νεαρός μικροπωλητής ακούστηκε να λέει: «Θα καώ ζωντανός, αν δεν με δει».

Ο Μπουαζίζι είχε φτάσει στα όριά του καθώς τα έσοδα απ’ την πώληση λαχανικών συντηρούσαν την οχταμελή οικογένειά του και χωρίς αυτά, το μέλλον τους ήταν αβέβαιο. Πήγε αμέσως και πήρε ένα μπιτόνι βενζίνη απ’ το κοντινότερο βενζινάδικο.

Επέστρεψε στο γραφείο του διοικητή και στάθηκε στη μέση του δρόμου, διακόπτοντας την κίνηση.

Περιλούστηκε με βενζίνη και φώναξε σπαρακτικά: «Πώς περιμένετε να ζήσω;»….

Χωρίς δισταγμό, αυτοπυρπολήθηκε.

Μέχρι να καταφέρουν οι περαστικοί να σβήσουν τη φωτιά, είχε καεί σε όλο το σώμα. Τον μετέφεραν στο νοσοκομείο όπου ξεψύχησε μετά από 18 μέρες.

Ήταν 4 Ιανουαρίου του 2011.

Ήταν η  αρχή της επανάστασης.

Μετά την αυτοπυρπόληση του Μπουαζίζι κι ενώ χαροπάλευε στο νοσοκομείο, ξέσπασαν μαζικές διαδηλώσεις σε όλη την Τυνησία.

Ο κόσμος ήθελε να στείλει ένα μήνυμα κατά της κρατικής διαφθοράς.

Το κράτος αντέδρασε δυναμικά και τιμωρητικά.

Η απάντηση ήταν η καταστολή και η ανεξέλεγκτη βία.

Καινούρια στοιχεία δείχνουν ότι από πυρά αστυνομικών δολοφονήθηκαν σχεδόν 400 άτομα.

Εξεγέρσεις

Το ποτάμι όμως δεν γύριζε πίσω.

Ο Πρόεδρος Μπεν Αλί έκανε μία τελευταία, απεγνωσμένη προσπάθεια, να κερδίσει την υποστήριξη του λαού.

Στις 28 Δεκεμβρίου, επισκέφθηκε τον τραυματισμένο Μπουαζίζι στο νοσοκομείο.

Η υποκριτική του στάση, δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα.

Στην κηδεία του Μπουαζίζι έδωσαν το «παρών» 5.000 Tυνήσιοι, που ορκίστηκαν να εκδικηθούν για τον θάνατό του.

Η αστυνομία απαγόρευσε στη νεκρώσιμη ακολουθία, να περάσει απ’ το σημείο που πυρπολήθηκε.

Δέκα μέρες μετά τον θάνατο του μικροπωλητή, ο Πρόεδρος της Τυνησίας, Μπεν Αλί, εγκατέλειψε τη χώρα. Από την Τυνησία, η επανάσταση προχώρησε στη Λιβύη, στην Αίγυπτο, στη Συρία και σε όλο τον αραβικό χώρο.

Οι συνεχόμενες εξεγέρσεις ονομάστηκαν «Αραβική Άνοιξη» και προκάλεσαν την πτώση σχεδόν ισόβιων ηγετών, όπως ο Μουαμάρ Καντάφι στη Λιβύη και ο Χόσνι Μουμπάρακ στην Αίγυπτο.

Στη Συρία, η κοινωνική εξέγερση εναντίον του Προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ εξελίχθηκε σε εμφύλια διαμάχη με τραγικές συνέπειες για τη χώρα.