Ο μεγάλος έρωτας του Ιταλού ζωγράφου, Αμεντέo Μοντιλιάνι και της νεαρής Γαλλίδας, Ζαν Εμπιτέρν, που τον ακολούθησε μέχρι και στο θάνατο.

Γνωρίστηκαν το 1917, στο Παρίσι. Η Ζαν ήταν 19 χρονών και φοιτήτρια των Καλών Τεχνών. Είχε ποζάρει για τον Ιάπωνα ζωγράφο Τσουγκουχάρου Φουτζίτα και μέσω εκείνου γνώρισε τον Μοντιλιάνι. Ερωτεύτηκαν με την πρώτη ματιά.

Ο Μοντιλιάνι είχε μεγάλη επιτυχία στις γυναίκες, αλλά η γλυκιά Ζαν υπήρξε σταθμός στη ζωή του. Έγινε σύντροφος και μούσα του. Πόζαρε σε 20 πίνακες του ζωγράφου.

Η οικογένεια της Ζαν ήταν καθολική και πολύ συντηρητικοί άνθρωποι. Αντιμετώπιζαν τον Εβραίο και τυχοδιώκτη Μοντιλιάνι, ως έναν απένταρο μεθύστακα, που θα παρέσυρε την κόρη τους στην ακολασία της μποέμικης ζωής του Παρισιού.

Η Ζαν δεν δυσκολεύτηκε καθόλου να πάρει την απόφασή της. Έφυγε από το σπίτι της, για να ζήσει με τον Μόντι, που ήταν γι’ αυτήν ο απόλυτος έρωτας.

Τον Νοέμβριο του 1918, απέκτησαν το πρώτο τους παιδί, μία κόρη που ονόμασαν Ζαν. Παρά τα αυστηρά ήθη της εποχής, το καλλιτεχνικό ζευγάρι δεν είχε παντρευτεί.

Ο Μοντιλιάνι ζούσε στο Παρίσι από το 1905. Ο κύκλος του αποτελούνταν από τα μεγαλύτερα ονόματα της καλλιτεχνικής σκηνής, όπως ο Πικάσο και ο Ντιέγκο Ριβέρα.

Το 1917, έκανε την πρώτη και μοναδική έκθεση με τα έργα του. Τα γυμνά πορτρέτα του, αναστάτωσαν την κοινωνία του Παρισιού και η αστυνομία έκλεισε την έκθεση, από την πρώτη κιόλας μέρα.

Ο θάνατος του Μοντιλιάνι

Τον Ιανουάριο του 1920, η Ζαν ήταν εννιά μηνών έγκυος στο δεύτερο παιδί τους. Οι φίλοι του Μοντιλιάνι είχαν ανησυχήσει, επειδή δεν τον είχαν δει για μέρες. Πήγαν στο σπίτι του και τον βρήκαν άρρωστο στο κρεβάτι, να παραληρεί από τον υψηλό πυρετό.

Σε όλη του τη ζωή ταλαιπωρούνταν από προβλήματα υγείας. Η κατάχρηση αλκοόλ και ναρκωτικών δεν βοήθησε καθόλου την εύθραυστη υγεία του.

Δίπλα του, ήταν η αφοσιωμένη σύντροφός του, η Ζαν. Τον κρατούσε σφιχτά στην αγκαλιά της. Ήξερε ότι το τέλος για τον φιλάσθενο εραστή της, που δεν ακολούθησε ποτέ τις ιατρικές συμβουλές, πλησίαζε.

Ο Μοντιλιάνι πέθανε στις 24 Ιανουαρίου, από φυματίωση. Ήταν μόλις 35 ετών. Η Ζαν επέστρεψε στην οικογένειά της, οι οποίοι τη δέχτηκαν πίσω, παρά την άποψή τους ότι είχε κάνει μία «ανήθικη» επιλογή στη ζωή της.

Η Ζαν, όμως, ήταν σε απόλυτη εξάρτηση. Δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς τον Μοντιλιάνι. Μόλις μία μέρα είχε περάσει από την κηδεία του, όταν η Ζαν πήδηξε από τον πέμπτο όροφο του κτιρίου, παίρνοντας μαζί της και το παιδί που κυοφορούσε.

Είχε ζητήσει να ταφεί δίπλα στον ζωγράφο, αλλά η τελευταία της επιθυμία δεν έγινε πραγματικότητα. Η οικογένειά της θεωρούσε τον Μοντιλιάνι υπεύθυνο για τον θάνατο της κόρης τους, γι’ αυτό και η Ζαν ενταφιάστηκε σε διαφορετικό νεκροταφείο από τον Εβραίο σύντροφό της.

Έπρεπε να περάσει μία δεκαετία, για να απαλύνει ο πόνος της οικογένειας. Το 1930, η σορός της Ζαν μεταφέρθηκε δίπλα στον τάφο του Μοντιλιάνι.

Η επιγραφή στον τάφο του ζωγράφου γράφει: «Χτυπήθηκε από τον θάνατο, τη στιγμή της δόξας του».

Η επιγραφή που πρόσθεσε η οικογένεια της Ζαν στον τάφο της, λέει: «Αφοσιωμένη σύντροφος, ακόμα και στην υπέρτατη θυσία».

Πηγή: Μηχανή του Χρόνου