Αν πω ότι δεν περίμενα την ισοπαλία της Εθνικής με τη Σλοβενία θα πω ψέματα. Το σύστημα «Κώστα Φορτούνη σώσε μας», που έπαιξε η Εθνική την περασμένη Κυριακή, είναι χρήσιμο για να κερδίσει η ομάδα του Τζον Φαν ‘τ Σιπ έναν αντίπαλο μικρής δυναμικότητας όπως η Μολδαβία, αλλά δεν ήταν βέβαιο ότι θα λειτουργήσει απέναντι σε μια πιο κανονική (αν όχι και δυνατή) ομάδα όπως είναι η Σλοβενία, η οποία σημειωτέον έχει και έναν από τους καλύτερους ευρωπαίους τερματοφύλακες.

Τον Γιαν Ομπλακ, τον τερματοφύλακα της Ατλέτικο Μαδρίτης, οι Σλοβένοι τον έφεραν στην Αθήνα χωρίς να έχει κάνει καμία προπόνηση τις τελευταίες δέκα μέρες. Ο σπουδαίος αυτός γκολκίπερ δεν αγωνίστηκε στο ματς με το Κόσοβο την Κυριακή – το μοναδικό στο οποίο οι Σλοβένοι δέχτηκαν γκολ. Ο προπονητής τους, ο φωνακλάς Ματίας Κεζ, τον περίμενε μέχρι τελευταία στιγμή. Είδαμε το βράδυ της Τετάρτης το γιατί. Σε τρεις περιπτώσεις που χρειάστηκε ήταν καταπληκτικός.

Τέταρτα

Η Εθνική μας άσκησε πίεση, έπαιξε οργανωμένα για κανα τέταρτο στην αρχή του ματς και ηρωικά για κανά δεκάλεπτο στο τέλος του. Η στατιστική λέει ότι έκανε 16 τελικές προσπάθειες. Ομως στην πραγματικότητα η Εθνική είχε μια και μόνη μεγάλη ευκαιρία: δέκα λεπτά πριν από το τέλος του ματς ο Φορτούνης μετά από ένα σόλο από τα δικά του έστρωσε ωραία την μπάλα στον Κουρμπέλη. Αυτός σούταρε αμέσως: η μπάλα πέρασε βασανιστικά άουτ. Ηταν η μόνη στιγμή που ο Ομπλακ έμοιαζε να έχει νικηθεί. Αλλά τον βοήθησε η τύχη. Ισως και ότι ο Κουρμπέλης λίγο βιάστηκε.

Κόσοβο

Η Εθνική μας δεν έχασε την πρωτιά στον όμιλο (και την πιθανότητα να έχει μια δεύτερη ευκαιρία πρόκρισης στο Μουντιάλ του Κατάρ μέσω των μπαράζ του UEFA Nations League) στο ματς με τη Σλοβενία. Αυτό που πλήρωσε ήταν την ισοπαλία με το Κόσοβο στην Αθήνα – ένα αποτέλεσα που προέκυψε γιατί ο ολλανδός προπονητής μας είχε την καταπληκτική έμπνευση να αφήσει τον Φορτούνη εκτός ενδεκάδας τότε.

Ο Φορτούνης είχε αγωνιστεί στο πρώτο ματς με το Κόσοβο και είχε δώσει μάλιστα στον Λημνιό την ευκαιρία να ανοίξει το σκορ. Ο Ολλανδός τον άφησε έξω στη ρεβάνς με τους Κοσοβάρους λέγοντας ότι δεν μπορεί να χρησιμοποιεί ποδοσφαιριστές, που δεν αγωνίζονται στις ομάδες τους. Στη συνέχεια καταρρίπτοντας κάθε προηγούμενο ρεκόρ ανακολουθίας, τον έκανε βασικό στα ματς με τη Μολδαβία και τη Σλοβενία και μαζί του χρησιμοποίησε και τον Τσιμίκα και τον Μαυρία που επίσης δεν αγωνίζονται στις ομάδες τους! Αν τους είχε χρησιμοποιήσει με το Κόσοβο λογικά θα καμάρωνε για την πρωτιά στον όμιλο. Αλλά, μολονότι δεν ξέρω τι ακριβώς κάνει ο Θεός με τον κλέφτη και τον νοικοκύρη, το βέβαιο είναι ότι δεν αγαπάει και πολύ τον ανακόλουθο…

Πίεση

Φταίει για όλα ο Φαν ‘τ Σιπ, οι ασταμάτητες αλλαγές της ενδεκάδας και το μοναδικό πανηγύρι των κλήσεων; Οχι φυσικά. Ο Ολλανδός μου φάνηκε την Τετάρτη να έχει λυγίσει από την πίεση γιατί είναι μόνος. Εφτασε να ψάχνει δικαιολογίες για όλα: τις προάλλες μας είπε ότι «φταίει ότι δεν υπάρχουν πολλοί έλληνες παίκτες στο πρωτάθλημα» και ίσως να έχει και δίκιο αλλά η δουλειά του δεν είναι να κάνει διαπιστώσεις, είναι να φτιάξει μια ομάδα. Αν δεν μπορεί, γιατί δεν υπάρχουν παίκτες κ.λπ., ας μας πει αντίο: δεν είναι υποχρεωτικό κάποιος να είναι ομοσπονδιακός προπονητής. Το να δηλώνει «ευχαριστημένος από την προσπάθεια των παιδιών», όπως χθες και να διαπιστώνει ότι «υπάρχει μέλλον», όταν η ομάδα του δεν κέρδισε την πρωτιά σε έναν όμιλο με τη Σλοβενία, τη Μολδαβία και το Κόσοβο, δεν αρκεί. Παρεμπιπτόντως είναι παράξενο να λέει ότι δεν έχει παίκτες και να έχει καλέσει 47! Οσους ο Ρεχάγκελ σε δέκα χρόνια…

Πειράματα

Ο Φαν ‘τ Σιπ ήρθε στην Ελλάδα τον Ιούλιο του 2019. Μετά την ισοπαλία με το Λιχτενστάιν (αποτέλεσμα που η ομάδα έφερε επί των ημερών του και που έβαλε ταφόπλακα στις όποιες ελπίδες της για πρόκριση στα τελικά του Euro), είχε ένα ολόκληρο χρόνο για να δώσει ματς χωρίς καμία βαθμολογική πίεση. Με την Ιταλία, τη Φινλανδία, τη Βοσνία, την Αρμενία έπρεπε απλά να ξεκαθαρίσει σε ποιους παίκτες θα στηριχτεί και να φτιάξει μια ομάδα έτοιμη για τη συνέχεια. Μετά από ασταμάτητους πειραματισμούς εμφάνισε μια ομάδα που στα έξι ματς στον όμιλο του UEFA Nations League δεν κέρδισε τα τρία – όλα με αντιπάλους της σειράς. Αυτά τα αποτελέσματα προστίθενται στα εξίσου απαράδεκτα αποτελέσματα που η ομάδα είχε με τον Αγγελο Αναστασιάδη: δεν διαφέρουν πολύ από τις ήττες από την Αρμενία και την Εσθονία στην Αθήνα ή με την ισοπαλία με το Λιχτενστάιν. Είναι αποτελέσματα που μαρτυρούν τη μεγάλη κατρακύλα της Εθνικής. Αυτά τα τρία τελευταία χρόνια, που πάει από το κακό στο χειρότερο, η ομάδα μας δεν αγωνίζεται με μεγαθήρια, αλλά με ομάδες κατά βάση χειρότερες από την ίδια.

Διοίκηση

Δεν μπορεί φυσικά να φταίει μόνο ο ομοσπονδιακός: μακριά από μένα τέτοιες υπεραπλουστεύσεις. Τη μεγαλύτερη ευθύνη για την κατρακύλα της Εθνικής την έχει η διοίκηση της ομοσπονδίας. Από το 2002 μέχρι το 2014 η Εθνική μας ήταν παρούσα σε όλες σχεδόν τις τελικές φάσεις μεγάλων διοργανώσεων. Εκανε μια άσχημη παρουσία στα προκριματικά του Euro του 2016, όταν διάφοροι είχαν επενδύσει στην αποτυχία του Κλάουντιο Ρανιέρι για να αποσταθεροποιήσουν την τότε διοίκηση της ΕΠΟ, αλλά στην επόμενη ακριβώς διοργάνωση, δηλαδή στα προκριματικά του Μουντιάλ του 2018, η ομάδα είχε ανεκτά (και σίγουρα όχι απαράδεκτα) αποτελέσματα. Δεν έχασε από την τότε πολύ δυνατή Βοσνία του Τζέκο και του Μισίμοβιτς, πήρε ισοπαλία από τους πανίσχυρους Βέλγους στις Βρυξέλλες κι έπαιξε στα ίσια στο Καραϊσκάκη απέναντί τους την πιθανότητα μιας πρωτιάς χάνοντας στις λεπτομέρειες με 1-2. Τελικά έχασε το εισιτήριο για τα τελικά του Μουντιάλ από την Κροατία, που στη Μόσχα ήταν φιναλίστ του τελικού του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Ο,τι ακολούθησε δεν συγκρίνεται με ό,τι είχε κάνει τη διετία 2016-18 η ομάδα του Σκίμπε: ούτε με το Λιχτενστάιν είχε φέρει ισοπαλία, ούτε είχε χάσει από την Εσθονία και την Αρμενία, ούτε είχε τρομάξει από τη Σλοβενία και το Κόσοβο εκείνη η ομάδα. Αυτές οι σφαλιάρες άρχισαν να πέφτουν ασταμάτητα μετά το 2018. Και να δούμε πότε και αν θα σταματήσουν.

Μια χαρά

Η Εθνική μετρά τρεις συνεχόμενες ντροπιαστικές αποτυχίες. Και δεν παραιτείται κανείς από όσους την οδήγησαν σε αυτό το σημείο. Δεν μιλάω για τον Φαν ‘τ Σιπ: δεν έχω τέτοιες απαιτήσεις. Αυτός βλέπει μέλλον και ψάχνει την επόμενη ωραία δικαιολογία. Εχει καταλάβει πού βρίσκεται και περνάει και καλά…