Η ανακοίνωση από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Στέλιο Πέτσα και τον υφυπουργό Εθνικής Άμυνας Αλκιβιάδη Στεφανή του συνολικού επιχειρησιακού σχεδίου της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού και του προσφυγικού, ήρθε να επιβεβαιώσει αυτά που είχε αφήσει να διαφανούν ο πρωθυπουργός με δημόσιες παρεμβάσεις του το τελευταίο διάστημα.

Τα μέτρα αυτά έρχονται να συμπληρώσουν τις αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο για τη χορήγηση καθεστώτος ανθρωπιστικής προστασίας, αλλαγές που κινούνταν στην κατεύθυνση της επιτάχυνσης διαδικασιών, της ευκολότερης απόρριψης αιτημάτων, του δυνητικού περιορισμού αυτών που θα μπορούν να κάνουν αίτηση υπαγωγής σε καθεστώς ανθρωπιστικής προστασίας και της δυνατότητα κράτησης όσων βρίσκονται σε καθεστώς αίτησης χορήγησης ασύλου.

Η προεκλογική δέσμευση για κλειστά κέντρα

Όμως, έλειπε μέχρι τώρα μια βασική πλευρά των κυβερνητικών εξαγγελιών και του προγράμματος της ΝΔ για την αντιμετώπιση του προσφυγικού και μεταναστευτικού ζητήματος: οι κλειστές δομές.

Υπενθυμίζουμε ότι η προεκλογική εξαγγελία της ΝΔ για το ζήτημα αυτό ήταν ότι προχωρούσε σε μια σημαντική επιτάχυνση της διαδικασίας εξέτασης των αιτημάτων ανθρωπιστικής προστασίας και ταυτόχρονα να εξασφάλιζε ότι όλη η διαδικασία θα γινόταν μέσα σε κλειστές δομές. Μόνο όσοι θα υπάγονταν σε κάποιο καθεστώς ανθρωπιστικής προστασίας θα μπορούσαν θα βγουν από τις κλειστές δομές. Εάν απορριπτόταν το αίτημα σε όλους τους βαθμούς, τότε θα μεταφέρονταν σε κλειστά προαναχωρησιακά κέντρα με σκοπό την επιστροφή τους στην Τουρκία ή την απέλασή τους στη χώρα καταγωγής.

Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση είχε δεσμευτεί ότι θα έκλεινε τα σημερινά ΚΥΤ στα νησιά, με όλα τα προβλήματα υπερπληθυσμού που είχαν αλλά και τον τρόπο που αναγκαστικά επεκτείνονταν έξω από τα όρια του αρχικού οικισμού.

Με αυτό τον τρόπο υποστήριζε η Νέα Δημοκρατία ότι θα μπορούσε να κρατάει τους αιτούντες στα νησιά και τα άλλα σημεία εισόδου, να κάνει γρήγορα το διαχωρισμό προσφύγων και μεταναστών, να αποφεύγει τα προβλήματα από την υπερσυγκέντρωση ανθρώπων, να μειώνει τα προβλήματα για τις τοπικές κοινωνίες και να οργανώνει τις επιστροφές και τις απελάσεις.

Το κυβερνητικό σχέδιο

Σε αυτό το πλαίσιο η κυβέρνηση ανακοίνωσε σήμερα ότι προχωράει στο κλείσιμο των σημερινών δομών στη Μόρια της Λέσβου, στη ΒΙΑΛ στη Χίο και στο Βαθύ της Σάμου, στην κατασκευή νέων κλειστών δομών σε Λέσβο, Χίο και Σάμο, και την επέκταση των υπαρχουσών δομών σε Κω και Λέρο.

Οι νέες αυτές κλειστές δομές θα συνδυάζουν τη λειτουργία του Κέντρου Υποδοχής και Ταυτοποίησης με αυτή του προαναχωρησιακου κέντρου. Με βάση και προηγούμενες εξαγγελίες της κυβέρνησης είναι προφανές ότι η προσπάθεια θα είναι όσοι φτάνουν στα νησιά να πηγαίνουν σε αυτές τις δομές και να περνούν εκεί όλα τα στάδια της αίτησης υπαγωγής σε καθεστώς ανθρωπιστικής προστασίας, με αυτούς που οι αιτήσεις απορρίφθηκαν να βρίσκονται σε καθεστώς προαναχωρησιακού κέντρου.

Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι παρότι ο νέος νόμος για το άσυλο επαναλαμβάνει την πρόβλεψη και σχετικών οδηγιών της ΕΕ ότι δεν μπορεί απλώς και μόνο η αίτηση ασύλου ή η παράτυπη είσοδος λόγος κράτησης, εντούτοις η κράτηση επιτρέπεται για να γίνει η ταυτοποίηση, για λόγους ασφάλειας αλλά και «για να αποφασιστεί, στο πλαίσιο διαδικασίας, το δικαίωμα του αιτούντος για είσοδο στο έδαφος»

Έτσι η κυβέρνηση ευελπιστεί ότι θα διατηρείται ο χαρακτήρας «φραγμού» στα νησιά, θα τηρείται το πλαίσιο της κοινής δήλωσης ΕΕ και Τουρκίας (που απαιτεί παραμονή στα  νησιά) και με τη γρήγορη διεκπεραίωση των αιτήσεων θα μπορούν να γίνουν και γρήγορες επιστροφές και απελάσεις.

Παράλληλα, η κυβέρνηση ανακοίνωσε αλλαγές στο καθεστώς των ΜΚΟ σε μια προσπάθεια να παραμείνουν μόνο όσες πληρούν τις προϋποθέσεις που θα τεθούν, σε μια κίνηση που πάντως σηματοδοτεί ότι ένα μέρος των δράσεων για το προσφυγικό θα συνεχίσει να είναι υπόθεση ΜΚΟ, που άλλωστε παίρνουν απευθείας ένα μέρος της χρηματοδότησης από διεθνείς οργανισμούς. Επιπλέον, ανακοίνωσε προσλήψεις τόσο στην Υπηρεσία Ασύλου, με σκοπό την υλοποίηση του νέου θεσμικού πλαισίου, αλλά και Συνοριοφυλάκων, έτσι ώστε να υπάρξει καλύτερη επιτήρηση των συνόρων.

Τέλος η κυβέρνηση σε μια προσπάθεια να αποσπάσει μια ευρύτερη συναίνεση στις περιοχές που έχουν δεχτεί το μεγαλύτερο μέρος των μεταναστευτικών ροών, η κυβέρνηση ανακοίνωσε και την παράταση των μειωμένων κατά 30% συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά.

Η λογική της αποτροπής

Η κυβέρνηση έχει κάνει σαφές ότι όλα αυτά αποσκοπούν και σε μια προσπάθεια αποτροπής της άφιξης μεταναστών, με την έννοια ότι θέλει να κάνει σαφές ότι όποιος δεν έχει βάσιμο λόγο να θεωρηθεί πρόσφυγας δεν θα πρέπει να έρχεται στην Ελλάδα. Με τα λόγια του κυβερνητικού εκπροσώπου Στ. Πέτσα: «πρέπει να σταλεί ένα ξεκάθαρο μήνυμα σε όσους σχεδιάζουν ή σκέφτονται να μπουν παράνομα στη χώρα, την ώρα που ξέρουν ότι δεν δικαιούνται άσυλο. Να καταλάβουν πως αν δώσουν τα λεφτά τους σε έναν διακινητή για να τους φέρει στην Ελλάδα στο τέλος θα τα χάσουν».

Η προτεραιότητα της αποσυμφόρησης των νησιών

Για να μπορέσει να υλοποιηθεί το κυβερνητικό σχέδιο προτεραιότητα είναι η αποσυμφόρηση των νησιών με μαζικές μεταφορές προς την ενδοχώρα, παρότι αυτό σημαίνει ότι ένα σημαντικός αριθμός αιτούμενων ανθρωπιστικής προστασίας θα βρεθούν έτσι εκτός του πλαισίου της Κοινής Δήλωσης ΕΕ – Τουρκία ως προς τις επιστροφές προς την Τουρκία.

Όμως, με την κατάσταση στα νησιά να είναι οριακή, η κυβέρνηση δεν είχε άλλη επιλογή, παρά τις αντιδράσεις που υπήρξαν σε τοπικό επίπεδο και τη διαπίστωση ξενοφοβικών και ρατσιστικών αντιδράσεων. Σε αυτό το πλαίσιο ο σχεδιασμός προβλέπει την αποσυμφόρηση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου με τη μεταφορά 5.000 ατόμων σε ξενοδοχεία και 15.000 σε υπάρχουσες αλλά και καινούργιες δομές.

Προφανώς και με βάση προηγούμενες κυβερνητικές εξαγγελίες η κυβέρνηση πέραν αυτών των μετεγκαταστάσεων σχεδιάζει και τη δημιουργία κλειστών προαναχωρησιακών κέντρων και στην ενδοχώρα για την ένταξη σε αυτά των ανθρώπων που θα δουν την αίτησή τους να απορρίπτεται οριστικά.

Τα όρια του κυβερνητικού σχεδίου

Το κυβερνητικό σχέδιο στηρίζεται στην παραδοχή ότι θα μπορέσει να ολοκληρωθεί έγκαιρα η μετεγκατάσταση και οι ρυθμοί άφιξης στις νέες εγκαταστάσεις, επεξεργασίας των αιτημάτων και επιστροφής όσων θα έχουν απορριφθεί οι αιτήσεις τους θα είναι τέτοιοι που δεν θα δημιουργούν συνθήκες υπερπληθυσμού και άρα ανά πάσα στιγμή ο πληθυσμός θα είναι αυτός που προβλέπει ο σχεδιασμός.

Αυτό σημαίνει ότι εάν οι αφίξεις είναι αυξημένες, εάν καθυστερεί η διαδικασία εξέτασης των αιτημάτων, εάν δεν γίνονται οι επιστροφές ή οι απελάσεις, το ενδεχόμενο διαμόρφωσης υπερπληθυσμού θα είναι πραγματικό και άρα ο κίνδυνος να έχουμε ξανά «συνθήκες Μόριας». Και όλα αυτά υπό την προϋπόθεση ότι θα γίνουν οι μετεγκαταστάσεις και δεν θα συνεχιστούν οι τωρινοί ρυθμοί αφίξεων.

Η κυβέρνηση, που γνωρίζει ότι όσοι μετεγκαθίστανται στην ενδοχώρα δεν μπορούν να επιστραφούν στην Τουρκία στο πλαίσιο της κοινής δήλωσης ΕΕ – Τουρκίας, υποστηρίζει ότι η τωρινή μαζική μεταφορά από τα νησιά είναι η τελευταία, αλλά είναι πιθανό να χρειαστεί να κάνει και άλλες μαζικές μεταφορές για να μπορέσει να αντιμετωπίσει τυχόν προβλήματα στέγασης. Γνωρίζει επίσης ότι παρά τις αναφορές σε αυξημένη επιτήρηση των συνόρων, αυτό δεν θα αποτελέσει παράγοντα μείωσης των αφίξεων, καθώς οι απωθήσεις (push back) αποτελούν παράνομη και κυρίως επικίνδυνη πρακτική.

Να μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για ανθρώπους με δικαιώματα

Πάνω από όλα το μεγάλο ζήτημα αφορά το γεγονός ότι μιλάμε για ανθρώπους, που έχουν δικαιώματα απαράγραπτα που πρέπει να τηρηθούν. Αυτά δεν περιορίζονται απλώς στο δικαίωμα να κάνουν αίτηση ασύλου και αυτή να αντιμετωπιστεί με βάση κανόνες δικαίου, ελληνικού και διεθνούς, αλλά και στην αξιοπρέπεια.

Οι οργανώσεις που ασχολούνται με το μεταναστευτικό και τα ανθρώπινα δικαιώματα έχουν ήδη κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου για τα όρια της λογικής του φραγμού και της αποτροπής και το ενδεχόμενο να φαλκιδευτούν βασικά δικαιώματα αλλά και να δημιουργηθούν ξανά συνθήκες που να θα προσβάλλουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.