Είναι πράγματι εντυπωσιακό να βλέπει κανείς με τι ασχολείται και με τι τσακώνεται το ελληνικό πολιτικό σύστημα.

Την ώρα που μείζονες προκλήσεις έχουν μπει στο παγκόσμιο τραπέζι, την ώρα που μια 16χρονη έχει τσακίσει την πολιτική ορθότητα του κάθε παλαβού ακτιβιστή κι έχει πετύχει περισσότερα.

Την ώρα που οι συζητήσεις γύρω από το κλίμα έχουν ανάψει φωτιές καθώς παίζεται το μέλλον των παιδιών μας, στην Ελλάδα ασχολούμαστε με την… ονοματοδοσία.

Τα «βαφτίσια» των ελληνικών δρόμων και των σταθμών του μετρό και ποιος είναι πιο… άγιος για να έχει αυτή την τιμή.

Λες και αν είχαν λόγο οι νεκροί θα δέχονταν αυτή την ξεφτίλα της νεοελληνικής συνήθειας να αλλάζουμε ονόματα δήθεν για να τιμήσουμε πρόσωπα.

Θα ήθελε άραγε ο Παύλος Μπακογιάννης ή ο Αλέκος Παναγούλης να γίνεται τόσος ντόρος για το αν οι σταθμοί του μετρό θα γράφουν το όνομά τους;

Θα ήθελε ο Ζακ Κωστόπουλος που χάθηκε τόσο άδικα να χρησιμοποιείται το όνομά του για μικροπολιτικές σκοπιμότητες του ΣΥΡΙΖΑ;

Να το κάνουν αυτό οι δεινόσαυροι της πολιτικής να το καταλάβουμε. Αλλά να το κάνουν νέοι άνθρωποι για να κερδίσουν λίγα λεπτά δημοσιότητας, όπως ο Νάσος Ηλιόπουλος, δεν το καταλαβαίνουμε.

Δεν χρειάζονται τέτοιες τιμές οι νεκροί και δε μένει στη συλλογική μνήμη η προσφορά τους ή η θυσία τους.

Ας μάθουμε στα παιδιά μας στα σχολεία ποιος είναι ο Αλέκος Παναγούλης και τι πρόσφερε στην αντίσταση κατά της Χούντας.

Όταν κάποιοι έκαναν καριέρες πουλώντας δήθεν την αντιστασιακή τους δράση, ο Παναγούλης γινόταν σάκος του μποξ για τους βασανιστές του.

Αυτό το μάθαμε στα παιδιά μας; Η επίσημη πολιτεία τι έχει κάνει για να μείνει η ιστορία χαραγμένη στις μνήμες μας κι όχι σε κάποια ταμπέλα του μετρό;

Για τον Παύλο Μπακογιάννη τι έκαναν άραγε, όπως και για τα υπόλοιπα θύματα της τρομοκρατίας;

Ποια η δικαίωσή τους όταν ακόμη και σήμερα υπάρχουν κάποιοι που «χαϊδεύουν» τους τρομοκράτες και δικαιολογούν τις πράξεις τους ως επαναστατική διαδικασία;

Ο Παύλος Μπακογιάννης ήταν ένας μετριοπαθής πολιτικός που προσπάθησε πολύ για να υπάρξει μια συμφιλίωση ανάμεσα στις πολιτικές παρατάξεις στη χώρα. Εχει ακουστεί η φωνή του τα τελευταία χρόνια;

Εχουν ακουστεί οι φωνές των συγγενών των θυμάτων της τρομοκρατίας; Και τι έχουμε μάθει πέρα από το πότε πήρε ή αν θα ξαναπάρει άδεια ο δολοφόνος του Μπακογιάννη, ο Δημήτρης Κουφοντίνας.

Ο δε Ζακ Κωστόπουλος έπεσε θύμα συμπτώσεων αλλά και της αστυνομικής αυθαιρεσίας και μιας απάνθρωπης συμπεριφοράς, στα όρια της δολοφονικής αντιμετώπισής του.

Εχει βρει δικαίωση; Εχουμε μάθει τι έγινε πριν από ένα χρόνο και αν όντως ήταν θύμα, επομένως πρέπει οι θύτες να πληρώσουν;

Τι ανάγκη έχει δηλαδή ένας νεκρός να δίνεται το όνομά του σε μια οδό όταν ακόμη δεν έχουμε μάθει πώς πέθανε;

Και γιατί δεν κοιτάμε αν η θυσία του είναι η αφορμή για να ακουστούν τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ ή όποιων άλλων κοινωνικών ομάδων που έχουν περιθωριοποιηθεί από τους πολιτικώς ορθούς αυτής της χώρας ή από τους «νοικοκυραίους» που είναι και τα εκλογικά πελατάκια;

Ολη αυτή η ανόητη συζήτηση για το ποιοι, πότε και που θα πάρουν ονόματα δρόμων, σταθμών ή πλατειών προσβάλλει τους ίδιους.

Διότι ας μην ξεχνάμε και κάτι. Για πολλούς ο Ζακ ήταν ένα πρεζόνι, «αδερφή» που καλά του κάνανε.

Ο Μπακογιάννης ήταν πολύ… δεξιός και γαμπρός του Μητσοτάκη ο δε Αλέκος Παναγούλης δε χώρεσε ποτέ στα αριστερά καλούπια των κομμάτων που πάντα ήθελαν μεγαλύτερο μερίδιο στην πίτα της αντίστασης στη Χούντα.

Είπαμε, τα ιστορικά πρόσωπα, αυτά που προσέφεραν στην Ελλάδα πρέπει με άλλους τρόπους να μένουν στη μνήμη μας.

Δηλαδή πόσο περήφανοι είμαστε που είναι γεμάτη η Αθήνα με δρόμους που «υμνούν» βασίλισσες και βασιλιάδες;

Και πόσο… χαρούμενα μπορεί να είναι ιστορικά πρόσωπα όπως ο Καραμανλής, ο Βενιζέλος, ο Παπανδρέου κ.λπ. όταν ο κάθε υπουργός, βουλευτής ή δήμαρχος αποφασίζει να δώσει το όνομά του σε έναν δρόμο;

Ας αφήσουμε τον μικρόκοσμό μας. Ας δούμε τη μεγάλη εικόνα και τα πραγματικά προβλήματα που υπάρχουν σε όλο τον κόσμο, φυσικά και στην Ελλάδα.

Αλλά κι ένα παραπάνω γι’ αυτή τη χώρα.

Ας πάψουμε να τρωγόμαστε με τα ρούχα μας και να τσακωνόμαστε για τα μικρά, τα ποταπά, τα ευτελή.

Το μέλλον δεν θα μας περιμένει, θα μας προσπεράσει.