Την ορμή των Γερμανών γρεναδιέρων την εξάντλησαν τα «συγκροτήματα προκαλύψεως», μοναχικά πολυβολεία βαλμένα μπρος από τα φρούρια. Με τα αυτόματα όπλα τους κράτησαν τον εχθρό και τόσο πεισματικά τον πολέμησαν, ώστε ένα συγκρότημα, το φυλάκιο 162 υπό τον υπολοχαγό Μαρούση, που κυριεύτηκε, έπεσε στα χέρια των Γερμανών μόνο αφού σκοτώθηκαν και οι δεκαεφτά άντρες που αποτελούσαν τη φρουρά του.

[…] Ένα άλλο «συγκρότημα προκαλύψεως» του Ρούπελ, το πολυβολείο ΙΙ 8, που το διοικούσε ο Λοχίας Ίντζος, αφού εξάντλησε τα 33.000 φυσέκια που είχε κι έστρωσε μπροστά του νεκρούς σωρό τους Γερμανούς, αντιστεκόταν μέχρις εσχάτων με χειροβομβίδες. Αλλά του ανατίναξαν τη σκεπή και μπήκαν μέσα οι εχθροί. Αντίκρισαν κατά γης τους υπερασπιστές, πληγωμένους και γεμάτους χώματα από την ανατίναξη. Ο Γερμανός ταγματάρχης ρωτά τον διερμηνέα, που έφερε μαζί του, να του πει ποιος διοικεί το πολυβολείο. Ο Ίντζος παρουσιάζεται. Με τον διερμηνέα πάντοτε ζητά ο ταγματάρχης να μάθη τι βαθμό έχει.

«Λοχίας».

«Πες του να με ακολουθήσει».

Βγαίνουν έξω, εκεί που κείτονται διακόσιοι Γερμανοί νεκροί. Ο ταγματάρχης σταματά και δείχνει του Ίντζου το μακάβριο θέαμα:

«Τούτο το μακελειό είναι δικό σου έργο. Μου σκότωσες τους καλύτερους στρατιώτες μου. Σε συγχαίρω» του λέει και του δίνει το χέρι. Ο Ίντζος στέκεται προσοχή και χαιρετά στρατιωτικά, κορδωμένος και περήφανος για παρόμοια αναγνώριση. Αλλά διαμιάς, αλλάζοντας ύφος, στρέφεται ο ταγματάρχης προς τον επιλοχία του και διατάζει.

«Τουφέκισέ τον».

Ο διερμηνέας δε μεταφράζει, λες και δεν πιστεύει ο ίδιος τι άκουσε. Ωστόσο ο επιλοχίας πηγαίνει τον Ίντζο σ’ ένα δέντρο και τόνε δένει πιστάγκωνα. Ο Έλληνας λοχίας ρωτά επίμονα:

«Τι είπε; Τι είπε; Γιατί μ’ έδεσε;»

Μα ο διερμηνέας σηκώνει τους ώμους για να μην απαντήσει. Καθώς βλέπει ο Ίντζος τον επιλοχία να παίρνει στα χέρια του οπλοπολυβόλο, φωνάζει στο διερμηνέα:

«Θα με τουφεκίσει; Γιατί;»

Τούτη τη φορά τού δίνεται απάντηση:

«Για να εκδικηθεί τους νεκρούς μας».

Συγχρόνως ακούγεται ριπή πολυβόλου και ο λοχίας γέρνει μπροστά, νεκρός, επειδή τον συγκρατεί το σκοινί που είναι δεμένος. Οι σύντροφοι του Ίντζου κοιτάνε με ύφος μαζί άγριο και φοβισμένο. Μα ο Γερμανός ταγματάρχης αυτούς δεν τους πειράζει.

*Απόσπασμα από το συγγραφικό έργο του Χρήστου Ζαλοκώστα «Ρούπελ» (πρώτη έκδοση 1944)