Πρέπει επιτέλους να συνηθίσουμε την κανονικότητα αυτή.

Έπειτα από τόσα χρόνια κρίσης, λιτότητας, περικοπών, μνημονίων, ληστρικής φορολόγησης, κατάρρευσης των θεσμών, κακής δεξιάς διακυβέρνησης, καλής αριστερής διακυβέρνησης, αχαλίνωτου ψεύδους και θράσους, επιτέλους βλέπουμε το φως.

Η κυβέρνηση της μοναδικής αλήθειας μας έβγαλε από τα μνημόνια, άρχισε να ασκεί επιτέλους μία υπερήφανη και ανεξάρτητη οικονομική πολιτική, έχει σχέδιο σαφές και συγκεκριμένο, κανονικοποιείται, λύνει το Σκοπιανό, συνομιλεί με την Σοσιαλδημοκρατία.

Ο Παπαδημούλης τουιτάρει πλέον απελευθερωμένος και άνετος, μαλώνει τους κακούς δεξιούς, χλευάζει τους ΠαΣοΚους.

Διστάζει όμως ακόμη να καταδικάσει πολιτικά τον Μαδούρο.

Ο Τσίπρας απευθύνεται στο Ευρωκοινοβούλιο και τον ΟΗΕ και κατηγορεί τον Μητσοτάκη και την δεξιά. Περιγράφει ένα τόσο ξεκάθαρο όραμα για την χώρα, που είναι να απορείς γιατί δεν το κατανοεί κανείς και οι αγορές σφυρίζουν αδιάφορα. Μπορεί να φταίνε, όχι τίποτε άλλο, τα αγγλικά του…

Επί τη εξόδω από τα μνημόνια, η ελληνική κυβέρνηση καταρτίζει ένα προσχέδιο προϋπολογισμού, με διπλή παραλλαγή και κρατά για έκπληξη το τι θα κάνει με τις συντάξεις. Πρωτοτυπία και αυτή παγκόσμια, που προφανώς οι αγορές θα την πανηγυρίσουν δεόντως.

Και όλα αυτά αντικατοπτρίζονται πολύ ξεκάθαρα.

Το Χρηματιστήριο καθημερινώς καταρρέει, οι Τράπεζες βυθίζονται στην επόμενη φάση της κρίσης τους, με τις αξίες των μετοχών τους να εξαφανίζονται, έχουν όμως πλέον κάτι για να υπερηφανεύονται: περιήλθε ο έλεγχός τους στις αρμοδιότητες του κυρ Αλέκου Φλαμπουράρη. Φάνηκε αμέσως, πόσο μέτρησε αυτό για την αποκατάσταση του κλίματος εμπιστοσύνης.

Η ΔΕΗ, η μεγαλύτερη επιχείρηση της χώρας επίσης απειλείται με κατάρρευση. Και αυτό το σενάριο δεν έχει πολλές ευχάριστες παραλλαγές. Στην ΔΕΗ στηρίζεται η μισή ελληνική οικονομία και μία κατάρρευσή της δεν θα είναι κάτι το διασκεδαστικό.

Υπό αυτές τις συνθήκες, η κυβέρνηση και τα στελέχη της εξακολουθούν να έχουν υπαρξιακές αναζητήσεις για το «από ερχόμαστε και πού πάμε». Όχι ως χώρα, ως κυβέρνηση προφανώς.

Οι αναζητήσεις αυτές δεν έχουν όμως ιδεολογικό φορτίο, όσο και αν προσπαθεί ο Φίλης να μαζέψει τα ασυμμάζευτα.

Το μόνο που προβληματίζει τους κυβερνώντες είναι ένα πολύ πιο βασανιστικό ερώτημα:

«Και τώρα τι κάνουμε;», είναι η απλή του διατύπωση. Και η απάντηση είναι: «Μακάρι να ξέραμε».

Αντε – και καλή τύχη μάγκες, που έλεγε και ο Σιδηρόπουλος.