Τίποτε πάνω στον Τζορτζ Σόντερς δεν φανερώνει την ελληνική του ρίζα (ένας προπάππους του ήταν Κρητικός), τίποτε εκτός ίσως από μια χρυσή καδένα που διακρίνεται κάτω από τον γιακά του πουκαμίσου του – αν και αυτό δεν αποτελεί αποκλειστικό στυλιστικό μας προνόμιο. Ο πολυβραβευμένος αμερικανός συγγραφέας (τιμήθηκε το 2017 με το Booker Ρrize για το μυθιστόρημά του «Λήθη και Λίνκολν», το οποίο κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Ικαρος) βρέθηκε πριν από κάποιον καιρό στην Αθήνα για την παρουσίαση του προαναφερθέντος βιβλίου: μεσούντος του Αμερικανικού Εμφυλίου, ο αγαπημένος ενδεκάχρονος γιος του προέδρου Αβραάμ Λίνκολν, Γουίλι, αρρωσταίνει και πεθαίνει. Το βράδυ της 22ας Φεβρουαρίου του 1862, μετά την ταφή του αγοριού, ο Λίνκολν φτάνει μόνος στη μαρμάρινη κρύπτη του νεκροταφείου, θέλοντας να περάσει χρόνο με το άψυχο σώμα του παιδιού του.

Κατά τη διάρκεια της νύχτας, τα φαντάσματα αυτών που έφυγαν πρόσφατα από τη ζωή και αυτών που έχουν αποβιώσει παλαιότερα, συνυπάρχουν. Παρά το κατά τα φαινόμενα σκοτεινό θέμα της αφήγησης, η πένα του 59χρονου λογοτέχνη, ο οποίος προτιμούσε για χρόνια τη φόρμα του διηγήματος, ρίχνει φως στις σκιές με φαντασία και χιούμορ. Βρεθήκαμε στο φουαγέ κεντρικού αθηναϊκού ξενοδοχείου λίγη ώρα προτού ανεβεί στην Ακρόπολη για να συναντήσει την οικογένειά του και μιλήσαμε για τη σχέση μνήμης και Ιστορίας και για την ευτυχία ως πηγή έμπνευσης.