Ο όρος «ειδική σχέση» της Βρετανίας με τις ΗΠΑ, που για πρώτη φορά εισήγαγε ο Ουίνστον Τσώρτσιλ στα τέλη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, βασίστηκε εν πολλοίς σε ένα κοινό όραμά του με τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ Φράνκλιν Ρούσβελτ: στον αγώνα και των δυο ενάντια στον φασισμό. Ο ίδιος υπήρξε εξάλλου καρπός ενός διατλαντικού έρωτα, του πολιτικού Ράντολφ Χένρυ Σπένσερ Τσώρτσιλ και της αμερικανίδας Τζένυ Τζέρομ, κόρης του Λέοναρντ Τζέρομ, τραπεζίτη και ιδιοκτήτη των New York Times.

Αναμφίβολα όμως η σχέση αυτή η οποία σφυρηλατήθηκε στο χρόνο, πέρασε από χίλια κύματα, εντάσεις και τριβές, γνώρισε πολλές ένδοξες στιγμές, καταλήγοντας να αποτελεί κατά ομολογία πολλών αναλυτών κάτι σαν… συγγένεια. Δεν είναι τυχαίο ότι πολύ ψηλά στην ατζέντα του εκάστοτε αμερικανού προέδρου, βρίσκεται η επίσκεψη στη Γηραιά Αλβιώνα. Ο Ντόναλτ Τραμπ δεν αποτελεί εξαίρεση.

Η βρετανίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι ήταν ίσως και η πρώτη ηγέτης που τηλεφώνησε στον Τραμπ ανήμερα της ορκομωσίας του, στις 20 Ιανουαρίου 2017, για να τον συγχαρεί ενώ επτά ημέρες αργότερα πέρασε το κατώφλι του Λευκού Οίκου για να επισφραγίσει αυτή τη βαθιά φιλία. Στην συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε, πληφόρησε τους δημοσιογράφους πως ο αμερικανός πρόεδρος έχει αποδεχτεί την επίσημη πρόσκληση που του είχε απευθύνει το Παλάτι του Μπάκινγκχαμ.

Διαβάστε περισσότερα εδώ