Σχεδόν οι μισοί ηλικιωμένοι κάνουν λάθος υπολογισμούς για το πόσα ακόμη χρόνια είναι πιθανό να ζήσουν, πράγμα που οδηγεί ορισμένους να παίρνουν λανθασμένες -και πιθανώς επικίνδυνες- ιατρικές αποφάσεις για την υγεία τους, σύμφωνα με αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο JAMA Internal Medicine.

Το προσδόκιμο ζωής αποτελεί ένα στοιχείο που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη από γιατρούς και ασθενείς, όταν αποφασίζονται εξετάσεις ή θεραπείες. Για παράδειγμα, ένας καρκινοπαθής μπορεί να αποφασίσει να μην κάνει χημειοθεραπεία αν έχει κακή αρχική πρόγνωση. Από την άλλη, κάποιος με διαβήτη μπορεί να αλλάξει δραστικά τον τρόπο ζωής του, αν έχει αρκετές ακόμη δεκαετίες ζωής.

Ερευνητές του Τμήματος Γηριατρικής του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Σαν Φρανσίσκο, με επικεφαλής τον Δρ Ραφαέλ Ρόμο, ζήτησαν από 2.000 ενήλικες, άνω των 64 ετών, να προβλέψουν την πιθανότητα να ζήσουν άλλα δέκα χρόνια και μετά σύγκριναν τις απαντήσεις με αντικειμενικές στατιστικές μεθόδους που χρησιμοποιούν οι γιατροί για ανάλογους υπολογισμούς.

Το 55% των συμμετεχόντων έκαναν εκτιμήσεις παρόμοιες με τις επαγγελματικές προβλέψεις, το 33% υποεκτίμησαν πόσο μπορεί να ζήσουν και το 12% υπερεκτίμησαν την πιθανότητα μακροζωίας.

Η μελέτη διαπίστωσε επίσης πως αρκετοί άνθρωποι εκπλήσσονται, όταν μαθαίνουν ότι, σύμφωνα με την επαγγελματική πρόγνωση, έχουν περισσότερη ζωή από ό,τι νόμιζαν, οπότε μπορούν να προετοιμασθούν καλύτερα οικονομικά, ψυχολογικά και πνευματικά στα τελευταία χρόνια της ζωής τους.

Πάντως, όταν ούτε οι γιατροί, ούτε οι ασθενείς συζητούν το θέμα του προσδόκιμου ζωής, τότε οι πρώτοι τείνουν να δίνουν περισσότερη θεραπεία, παρά λιγότερη.

Σε γενικές γραμμές, οι επιστήμονες θεωρούν ότι αν ένας άνθρωπος υποεκτιμά πόσο θα ζήσει, μπορεί να μην έχει κίνητρο για να διακόψει το κάπνισμα ή την ανθυγιεινή διατροφή ή να ασκηθεί περισσότερο.

Επιμέλεια: Μαίρη Μπιμπή

health.in.gr,ΑΠΕ-ΜΠΕ