Στο ζήτημα του περιορισμού της δυνατότητας εξέτασης μαρτύρων στα πρωτοβάθμια δικαστήρια και στη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης εστιάζει η κριτική των δικηγορικών συλλόγων στις επικείμενες αλλαγές του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

Ο δικηγόρος Παναγιώτης Περάκης μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών και Πρόεδρος της Επιτροπής Access to Justice του Συμβουλίου των Δικηγορικών Συλλόγων της Ευρώπης εξηγεί στο in.gr γιατί ο νομικός κόσμος αντιτίθεται στις αλλαγές στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

Ο κ. Περάκης αναφέρει τα εξής:

«Επίκειται σήμερα η ψήφιση στη Βουλή των αλλαγών στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, που, σύμφωνα με τα αποφασισθέντα στη Σύνοδο Κορυφής της 12.7.2015, αποτελεί προαπαιτούμενο για την πρόοδο των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές μας.

» Είμαστε μεταξύ εκείνων που αντιλαμβάνονται απολύτως και υποστηρίζουν με ειλικρίνεια την ανάγκη αλλαγών στη διαδικασία απονομής του δικαίου στη χώρα μας, για τη βελτίωση τόσο της ταχύτητας όσο και της ποιότητάς της. Και τούτο όχι μόνο επειδή οι αλλαγές αυτές αποτελούν θεμελιώδη προϋπόθεση για την πολυπόθητη ανάπτυξη. Αλλά και γιατί περισσότερο ανάγκη τις έχουν οι αδύναμοι πολίτες, που προσβλέπουν στη Δικαιοσύνη για να βρουν το δίκιο τους, χωρίς να διαθέτουν τα περιθώρια ούτε για πολύχρονες δικαστικές εκκρεμότητες ούτε για άδικες δικαστικές αποφάσεις.

» Συναισθανόμενοι ακριβώς τα παραπάνω, ας μας επιτραπούν οι ακόλουθες επισημάνσεις, οι οποίες ενδεχομένως μπορούν να συμβάλουν για να αποφευχθούν ρυθμίσεις, οι οποίες πιθανότατα και μεγάλες αντιδράσεις θα πυροδοτήσουν και τον επιδιωκόμενο σκοπό δεν θα υπηρετήσουν.

Συγκεκριμένα:

» Σύμφωνα με όσα τουλάχιστον έχουν γίνει γνωστά την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, το νομοσχέδιο που κατατίθεται στη Βουλή αποτελεί κατά βάση επανάληψη του σχεδίου που είχε εκπονηθεί από Επιτροπή με επικεφαλής τον κ. Χαμηλοθώρη, το οποίο είχε σηκώσει θύελλα αντιδράσεων στο δικηγορικό κόσμο, αλλά και στις δικαστικές ενώσεις.

» Δύο ήταν τα βασικά σημεία που είχαν προκαλέσει τις αντιδράσεις αυτές, τα οποία φαίνεται ότι επαναλαμβάνονται στο σημερινό νομοσχέδιο.

» Το πρώτο είναι το ζήτημα του περιορισμού της δυνατότητας εξέτασης μαρτύρων στα πρωτοβάθμια δικαστήρια. Το νέο δικονομικό σύστημα που προτείνεται στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στην έγγραφη διαδικασία αντί της προφορικής, θεσπίζοντας ένα οιονεί τεκμήριο μη αναγκαιότητας εξέτασης μαρτύρων, που πλέον θα είναι δυνατή μόνον όταν με απόφαση του αρμόδιου δικαστή (του προέδρου επί πολυμελούς πρωτοδικείου ή του δικαστή της υπόθεσης επί μονομελούς πρωτοδικείου και ειρηνοδικείου) η εξέταση μαρτύρων θα κρίνεται «απολύτως αναγκαία». Αντιστοίχως, το νέο σύστημα στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις ένορκες βεβαιώσεις που οι διάδικοι μπορούν να προσάγουν στο δικαστήριο.

» Προσπερνώντας τις διαφωνίες μας ως προς την αξία των ενόρκων βεβαιώσεων (μηδαμινή, για όλους τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ, αντίθετα ενδεχομένως με ο,τι ισχύει σε άλλες έννομες τάξεις), επικεντρωνόμαστε στην ουσία του θέματος, σε σχέση δηλαδή με την εξέταση των μαρτύρων. Επ΄ αυτού, ακλόνητα πιστεύουμε ότι, παρά τις όποιες προθέσεις των εμπνευστών της, η συγκεκριμένη πρόβλεψη του νομοσχεδίου, πέραν των άλλων επιφυλάξεων που έχουν διατυπωθεί, θα οδηγήσει στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα απ΄ αυτό στο οποίο αποσκοπεί. Διότι, αυτό που εμείς τουλάχιστον θεωρούμε ότι τελικά θα συμβεί, είναι ότι θα επικρατήσει παγίως μία σταθερά επαναλαμβανόμενη δικαστική κρίση ότι η εξέταση μαρτύρων κρίνεται (σε κάθε σχεδόν υπόθεση) «απολύτως αναγκαία».

» Θα εκδίδεται, συνεπώς, η σχετική απόφαση για εξέταση μαρτύρων, θα ορίζεται μια νέα ημερομηνία για την εξέτασή τους, η εξέταση δεν θα ολοκληρώνεται την ημέρα που θα έχει ορισθεί, η συζήτηση, επομένως, θα διακόπτεται, πιθανότατα όχι μόνο μία αλλά αλλεπάλληλες φορές (αφού το σχέδιο της διάταξης ορίζει ότι αν ο χρόνος εξέτασης των μαρτύρων δεν επαρκεί, «επιτρέπεται μόνο διακοπή για άλλη ημέρα και ώρα» και όχι «επιτρέπεται μόνο ΜΙΑ διακοπή.»), μέχρι να ολοκληρωθεί κάποτε η εξέταση και των δύο μαρτύρων (ενός από κάθε πλευρά). Έτσι η δίκη θα κρατάει χρόνια, όπως παλιότερα, στην αείμνηστη εποχή των «διεξαγωγών», πολύ περισσότερο δηλαδή απ΄ όσο διαρκεί σήμερα, με τον ισχύοντα Κώδικα.

» Αυτό που μπορεί να συμβεί, είναι η αντιστροφή αυτού του οιονεί τεκμηρίου που εισάγει το νομοσχέδιο. Δηλαδή, να επιτρέπεται κατ΄ αρχήν η εξέταση των μαρτύρων (στην αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο), να παρέχεται δε στο δικαστήριο, που θα έχει πλήρη γνώση των ήδη κατατεθειμένων απόψεων και αποδεικτικών εγγράφων των διαδίκων, η δυνατότητα να αρνηθεί την εξέτασή τους εφόσον, με ειδικά αιτιολογημένη κρίση του, κρίνει ότι δεν απαιτείται. Με τον τρόπο αυτόν ούτε κίνδυνοι καθυστερήσεως υπάρχουν ούτε στερείται ο δικαστής της δυνατότητας να μην επιτρέψει την εξέταση μαρτύρων στις περιπτώσεις που βασίμως προκύπτει ότι κάτι τέτοιο δεν θα εξυπηρετούσε σε τίποτα τη διαμόρφωση δικανικής πεποίθησης, με βάση, προφανώς, τη φύση της συγκεκριμένης κάθε φορά υπόθεσης και τα προσκομισθέντα έγγραφα.

» Μια τέτοια αλλαγή δεν απαιτεί εκτεταμένες τροποποιήσεις του προτεινόμενου σχεδίου, ούτε επιφέρει γενικότερη αλλοίωση της φυσιογνωμίας του, επιτυγχάνοντας πράγματι την επίσπευση της δίκης, χωρίς τους προαναφερόμενους, βάσιμα αναμενόμενους, κινδύνους να οδηγηθεί στο εντελώς αντίθετο αποτέλεσμα.

» Το δεύτερο ζήτημα αφορά στη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, όπου κι εδώ -τουλάχιστον με όσα μας έχουν γίνει γνωστά ως προς το περιεχόμενο του νομοσχεδίου- εισάγεται πλήθος αλλαγών, οι οποίες αφενός, με σύντμηση προθεσμιών, περιορισμό ενδίκων μέσων κλπ, επιταχύνουν κατά πολύ την ολοκλήρωση των διαδικασιών της εκτέλεσης και, αφετέρου (με αλλαγές που δεν υπήρχαν στο αρχικό κείμενο της Επιτροπής Χαμηλοθώρη), επανακαθορίζουν τα προνόμια στη σειρά κατάταξης των δανειστών, εις βάρος του Δημοσίου, των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης, των εργαζομένων και των δικηγόρων και εις όφελος των εμπραγμάτως ασφαλισμένων -ακόμη και μόνο με προσημείωση- δανειστών (δηλαδή, κατά κύριο λόγο, εις όφελος των τραπεζών).

» Σε σχέση με τις πρώτες αλλαγές, υπάρχουν εκατέρωθεν σοβαρά επιχειρήματα, αλλά κανείς βεβαίως δεν μπορεί τελικά να αρνηθεί τη σημασία και στο πεδίο αυτό της επιτάχυνσης των διαδικασιών, αφού η απονομή του δικαίου δεν ολοκληρώνεται ασφαλώς με την έκδοση μιας απόφασης αλλά με την ικανοποίηση του δικαιούχου, υπό την αυτονόητη βέβαια προϋπόθεση της τήρησης όλων των εγγυήσεων προστασίας των δικαιωμάτων του οφειλέτη.

» Αναφορικά όμως με τις προτεινόμενες αλλαγές στη σειρά κατάταξης, το οποίο αποτελεί και το πλέον φλέγον ζήτημα, που έχει συγκεντρώσει και τις περισσότερες αντιδράσεις, ας μας επιτραπεί να εκφράσουμε τις επιφυλάξεις μας σχετικά με την αποτελεσματικότητα, αλλά και, κυρίως, με τη σκοπιμότητά τους.

» Διότι, η αλήθεια είναι πως στο σημείο στο οποίο σήμερα βρίσκονται οι ελληνικές τράπεζες πολύ λίγο μπορούν να βοηθηθούν από την εφαρμογή (;) αυτών των προβλέψεων (ενόψει μάλιστα και της κατάρρευσης των τιμών των ακινήτων), οι οποίες, ταυτόχρονα, θα έχουν ισόποσες σχεδόν αρνητικές επιπτώσεις για τα οικονομικά του κράτους και των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, που επίσης χρειάζονται ιδιαίτερη μέριμνα αυτή την περίοδο.

» Συνεπώς, πρόκειται για μια πρόβλεψη με αμφισβητούμενο νομικό και οικονομικό αποτέλεσμα, η οποία ούτε αναγκαία είναι τούτη τη στιγμή ούτε σκόπιμη και η οποία, πιθανότατα, το μόνο που θα πετύχει είναι εύλογες αντιδράσεις.

» Τα παραπάνω δύο σημεία, τα οποία ήταν και είναι αυτά που έχουν συγκεντρώσει τις πλέον έντονες αντιδράσεις στο νομοσχέδιο, πιστεύουμε ότι θα έπρεπε να επανεξετασθούν σύμφωνα με τα προαναφερόμενα. Κάτι τέτοιο δεν παρουσιάζει ιδιαίτερες νομοτεχνικές δυσχέρειες (άρα, οι σχετικές τροποποιήσεις είναι εφικτό να γίνουν μέχρι αύριο, που επίκειται η ψήφιση του νομοσχεδίου), ενώ, επιπλέον, θα αποτρέψει επιπλέον εμπόδια (και μάλλον περιττά) στην επίπονη προσπάθεια που καταβάλλεται να παραμείνει η χώρα στον πυρήνα της Ευρώπης, εκεί δηλαδή που η ιστορία της, η θέση της, αλλά και ο νομικός της πολιτισμός επιβάλλουν ν΄ ανήκει.

» Κατά τα λοιπά, ενόψει της κατάρτισης της τελικής συμφωνίας, ας προσπαθήσουμε όλοι, με μεγαλύτερη άνεση χρόνου και καλύτερη προετοιμασία, να συμπεριληφθούν ρυθμίσεις που θα προάγουν αναμφίβολα την απονομή του δικαίου και θα έχουν γενικότερα θετικό πρόσημο, όπως λ.χ. η θέσπιση της υποχρεωτικής διαμεσολάβησης στα υπερχρεωμένα νοικοκυριά και άλλες.»

Newsroom ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ