Τα άτομα που διαβάζουν, γράφουν ή γενικά αναζητούν νέα γνώση χάνουν με βραδύτερο ρυθμό την πνευματική τους οξυδέρκεια, σύμφωνα με νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Neurology.

Ο Δρ Ρόμπερτ Γουίλσον και οι συνεργάτες του στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου Ρας του Σικάγο ρώτησαν περισσότερους από 1.600 ηλικιωμένους πόσο συχνά επισκέπτονταν βιβλιοθήκη, τηρούσαν αλληλογραφία και γενικά αναζητούσαν πληροφορίες στην παιδική, την πρώιμη ενήλικη ζωή και πρόσφατα. Στην συνέχεια υπέβαλαν το δείγμα σε ετήσια τεστ μνήμης και σκέψης για να καταγράψουν την πρόοδό τους.

Στο τελικό δείγμα της μελέτης συμμετείχαν 294 άτομα μεταξύ των οποίων και άτομα που πέθαναν κατά μέσο όρο σε ηλικία 89 ετών και είχε πραγματοποιηθεί μετά θάνατον βιοψία εγκεφάλου για γνωστικές αλλαγές.

Από τα συνολικά έξι ετήσια γνωστικά τεστ κατά τη διάρκεια της μελέτης, είχε διαπιστωθεί ότι 102 άτομα είχαν εκδηλώσει άνοια και 51 ήπια γνωστική εξασθένηση.

Σε μια κλίμακα από το 1 έως το 5 για τη συχνότητα των δραστηριοτήτων που διέγειραν θετικά τη γνωστικότητα (με το 1 να σημαίνει σπάνια και το 5 πολύ συχνά), το μέσο σκορ ήταν 3,2 για τη γνωστική δραστηριότητα στην τρίτη ηλικία και 3,1 για την δραστηριοποίηση κατά τη νεότητα.

Συγκριτικά με τα άτομα που είχαν μια ενδιάμεση γνωστική δραστηριότητα στα γεράματα, η μνήμη και η σκέψη έφθιναν 48% πιο γρήγορα στα άτομα με σπάνια δραστηριοποίηση και 32% πιο αργά στα άτομα που είχαν την μεγαλύτερη γνωστική δράση.

Ομοίως, η γνωστική εξασθένηση ήταν 42% ταχύτερη στα άτομα που σπάνια διάβαζαν και έγραφαν όταν ήταν νέοι.

Η μελέτη δεν αποδεικνύει ότι η γνωστική δραστηριοποίηση προλαμβάνει την εξασθένηση των πνευματικών ικανοτήτων αλλά σε κάθε περίπτωση είναι καλύτερο να προσπαθούμε να μένουμε εγκεφαλικά δραστήριοι ακόμη και στα βαθιά γεράματα.

health.in.gr