Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024
weather-icon 21o
Νάσος Δετζώρτζης: Ο ευπατρίδης

Νάσος Δετζώρτζης: Ο ευπατρίδης

Ένα άλλο ήθος, ένα άλλο ύφος, ένας άλλος λόγος, που δομεί αυτόχρημα αγωγή

[…]

Ο Αθανάσιος (Νάσος) Δετζώρτζης γεννιέται στην Κέρκυρα στις 2 Φεβρουαρίου του 1911 («της Καντελόρας», σύμφωνα με το παλαιό ημερολόγιο, όπως συνήθιζε να λέει στους οικείους του κερκυραϊστί, δηλαδή της Υπαπαντής) και ως πρωτότοκος γιος του Έκτορα και της Ελένης (Νίτσας) Δετζώρτζη (το γένος Μπότσαρη) απολαμβάνει επί δέκα έτη, μέχρι τη γέννηση του αδελφού του Ευγένιου, όλη την πλησμονή φροντίδας και στοργής της οικογένειάς του, στην οποία, εκτός από τη δυναμική παρουσία της γλωσσομαθούς και καλλιεργημένης νόνας του, όπως αποκαλεί τη γιαγιά του, προσμετρά από παιδί και τη δίδυμη παρουσία της «νονονόνας» του, δηλαδή της προγιαγιάς του.

Μέχρι το 1920 –όπου πρωτοπάει σχολείο «μετά από κατατακτήριες εξετάσεις, στη Δευτέρα του τότε τριετούς Σχολαρχείου», με Σχολάρχη τον «αξέχαστο Σπυρίδωνα Γραμμένο με το επιβλητικό παράστημα», όπως αναθυμάται ο ίδιος– ο μικρός Δετζώρτζης παρακολουθεί μαθήματα κατ’ οίκον όχι μόνον από ένα δάσκαλο, αλλά και από την περίφημη νόνα, η οποία τον μυεί στη γοητεία της γαλλικής γλώσσας, αν όχι πριν, τουλάχιστον συγχρόνως με τη μύησή του στην ελληνική γλώσσα. Τα μυθιστορήματα του Ιουλίου Βερν, από τη μια, «είτε στην πανοχρυσόδετη και πλουσιότατα εικονογραφημένη έκδοση του Hetzel, είτε στην πανόδετη [έκδοση του οίκου Σιδέρη] με τη χρωματιστήν εικόνα την επικολλημένη στο κέντρο του δεσίματος», και η Διάπλασις των Παίδων, από την άλλη, που του παίρνουν οι γονείς του από το 1918, δεν ερεθίζουν μόνο γόνιμα την παιδική του φαντασία, αλλά, πρωτίστως, τον εθίζουν από νωρίς στην παράλληλη ανάγνωση μιας «απολαυστικής καθαρεύουσας» και μιας νηφάλιας δημοτικής, η οποία, χάρη στην προσεκτική χρήση της από τον Γρηγόριο Ξενόπουλο, λύνει «ουσιαστικά στην πράξη», κατά τον Δετζώρτζη, «το γλωσσικό ζήτημα» της εποχής.

Εκτός από τα ποικίλα αναγνώσματά του, όμως, αυτό που συνιστά «μέγα καλό και πρώτο» για το ευαίσθητο μειράκιον των δώδεκα-δεκατριών χρόνων είναι η σταδιακή μύησή του στις ιδιαιτερότητες της καθημερινής κερκυραϊκής ζωής. […]

Καθισμένος με τους γονείς του ή τους φίλους του, αργότερα, στα βόλτα του Λιστόν και παρατηρώντας το ατέρμονο σεργιάνι του κόσμου, ο νεαρός Δετζώρτζης διαμορφώνει ανεπίγνωστα τον χαρακτήρα και την αισθητική του, καθώς ο τόπος καταγωγής μετατρέπεται σε τρόπο αγωγής και η αισθητική αντίληψη ενστερνίζεται την ηθική ως πρώτο συστατικό της. […]

Το 1926 ο Δετζώρτζης ολοκληρώνει τις εγκύκλιες σπουδές του στο τετρατάξιο Γυμνάσιο, με Γυμνασιάρχη «τον αξέχαστο Κωνσταντίνο Αράπη», αλλά, λόγω οικονομικής δυσχέρειας, αναβάλλει τη μετάβασή του στην Αθήνα για ανώτερες σπουδές. […]


Εκτός από την προσωπική φιλία του με τον νεοφώτιστο τότε Γιάννη Φωκά (1909-1969), ο οποίος θα εξελιχθεί σε διεθνούς κύρους αστρονόμο, ο Νάσος Δετζώρτζης θα μυηθεί επί μια διετία (1926-1928) όχι μόνο στην αστρονομία αλλά και στην τυπογραφία, αποκτώντας «νταραβέρια με άθλια βέβαια τυπογραφεία στην Κέρκυρα», αλλά, κυρίως, στη μετάφραση, καθώς […] από το 1926 χρονολογούνται και οι πρώτες λογοτεχνικές μεταφράσεις του στον περιοδικό τύπο της νήσου, που υπογράφει δε με το ευφάνταστο ψευδώνυμο Λέανδρος.

Αναχωρώντας, λοιπόν, για την Αθήνα στις αρχές του 1929, ο κομψότατος νεανίας της νήσου των Φαιάκων φεύγει πάνοπλος, με προδιαγεγραμμένο στη φαρέτρα το μέλλον του, ως μετέπειτα μεταφραστής, επιμελητής εκδόσεων, αρθρογράφος, πεζογράφος και ποιητής, περιπαθής αναγνώστης της λογοτεχνίας και, συγχρόνως, ακραιφνής κριτής μιας υψηλής αισθητικής στη ζωή και στην τέχνη.

Ανάμεσα στους πρώτους ανθρώπους που γνωρίζει στην Αθήνα είναι ο Γρηγόριος Ξενόπουλος […] και ο ποιητής Τέλλος Άγρας, στενός συνεργάτης του Ξενόπουλου στη Νέα Εστία και «τακτικός επισκέπτης της οδού Ευριπίδου 42», όπου και τα γραφεία της Διαπλάσεως των Παίδων. […]


Εν τω μεταξύ, από το 1929, ο δεκαοκταετής Δετζώρτζης εργάζεται στη σύνταξη της Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαιδείας για τα προς το ζην, όπου ευτυχεί να έχει «ως πρώτον [τ]ου patron» τον λόγιο Κ. Θ. Δημαρά, ως διευθυντή σύνταξης το «τέρας παιδείας» Ηρακλή Αποστολίδη και ως συνάδελφο τον Κώστα Βάρναλη, μεταξύ άλλων επιφανών ανθρώπων των Γραμμάτων. Εκεί θα μάθει πολλά σχετικά με την τυπογραφική επεξεργασία ενός κειμένου, που θα αποβούν απολύτως χρήσιμα όταν θα διαδεχθεί τον Τέλλο Άγρα –βάσει πρωτοβουλίας του ίδιου του ποιητή– στη γραμματεία συντάξεως της Νέας Εστίας για περισσότερο από μια δεκαετία (1932-1943).

Εξίσου πολλά ως προς τη σελιδοποίηση ενός τεύχους θα διδαχθεί, βεβαίως, από τον ίδιο τον διευθυντή του περιοδικού, ο οποίος του μαθαίνει να μην αφήνει τίποτε στην τύχη. […]

Από το αρχικό σκαρίφημα κάθε σελίδας για το τυπογραφικό της μέχρι την επιλογή των εικονογραφήσεων και των κοσμημάτων για κάθε τίτλο, την επιλογή του ποιήματος για «βούλωμα» στο τέλος ή την κατ’ ανάγκην τελική βινιέτα, ο εικοσαετής Δετζώρτζης, πολλαπλασιάζοντας τις ώρες ορθοστασίας στο τυπογραφείο, αυξάνει κατ’ αναλογίαν τις προσωπικές γνωριμίες και τις καθημερινές διαπραγματεύσεις του με σημαντικούς ανθρώπους των Γραμμάτων και των Τεχνών – από τον Σικελιανό, τον Παλαμά, τον Ζαχαρία Παπαντωνίου, τον Ι. Μ. Παναγιωτόπουλο, τον Τερζάκη και τον Βενέζη ως τον Ελύτη, τον Καββαδία και τον Γκάτσο, με τον οποίο θα συνδεθεί πολύ φιλικά, κι από τον Καραγάτση, τον Καρθαίο, τον Τριανταφυλλίδη, τον Τσάτσο και την Έλλη Λαμπρίδη ως τον Χατζηκυριάκο Γκίκα, τον Γραμματόπουλο και τον Μόραλη, για να περιοριστώ στα κυριότερα ονόματα που αθροίζουν σημειώματα κι επιστολές προς εκείνον στα κατάλοιπά του.

[…]

Όσο αυξάνονται, όμως, οι ώρες μελέτης και περισυλλογής, τόσο μειώνονται σταδιακά οι ώρες τής (έως τις αρχές της δεκαετίας του ’30) «περί παντός (σχεδόν) του επιστητού» συγγραφής, καθώς ο Δετζώρτζης, φοιτητής πλέον στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, θα ευτυχήσει να έχει ως καθηγητή τον Ιωάννη Συκουτρή, από τον οποίο διδάσκεται ότι «πρώτιστη υποχρέωση» κάθε δημοσίευσης «είναι το λόγον διδόναι», δηλαδή η προειδίκευση. […]


Η αιφνίδια απώλεια του Συκουτρή το φθινόπωρο του ’37 προοιωνίζεται την έλευση μιας σκοτεινής εποχής, με την άνοδο του ναζισμού –που διέβλεψε ο διορατικός διδάσκαλος από νωρίς– και την έκρηξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. […] Ο πρόωρος θάνατος του Συκουτρή θα σημάνει επί της ουσίας για τον Δετζώρτζη το τέλος της φοιτητικής του ηλικίας και της όποιας αμέριμνης μακαριότητας των φοιτητικών χρόνων.

Ο Δετζώρτζης δεν θα προσέλθει στις πτυχιακές εξετάσεις της Φιλοσοφικής και θα παραμείνει «απτυχίωτος», όπως συνηθίζει να δηλώνει αυτοσαρκαζόμενος κατόπιν. Το ξέσπασμα του πολέμου τον βρίσκει να υπηρετεί τη θητεία του στην Κέρκυρα, όπου στην οδυνηρή εμπειρία της Κατοχής προστίθεται και η οδύνη της αιφνίδιας απώλειας του πατέρα του, «σιορ-Έχτορα», το ’40. Παρά τις αμείωτες πνευματικές ανησυχίες του και τις επίπονες μεταφραστικές δοκιμές του, ακολουθούν μήνες ψυχικής αναδίπλωσης και αναστοχασμού, με μοναδικό φωτεινό ορόσημο τη σχέση του με την αισθαντική ποιήτρια, μεταφράστρια και μετέπειτα σύζυγό του (1950), Δέσποινα Καμπάνη, για την οποία συντάσσει και δημοσιεύει το ’43 (Νέα Εστία) το πεζογράφημα Ερωτικό (Άγρα, 1984).

[…]


Το ’43 χρονολογείται και η αποχώρηση του Δετζώρτζη από την αρχισυνταξία της Νέας Εστίας για λόγους προσωπικούς […].

[…] Το 1945 αναλαμβάνει την επιμέλεια του συνόλου των εκδόσεων των Φίλων του Βιβλίου, εκδοτικού οίκου που ίδρυσε το 1943 ο «πολυταξιδεμένος έμπορος […] και περιπαθής βιβλιόφιλος» Σπύρος Μόσχος.

Πιο συγκεκριμένα, ο εν λόγω λάτρης του καλού βιβλίου, διαπιστώνοντας την αδυναμία του να εκδώσει βιβλία της ποιότητας και του τυπογραφικού κύρους των προσδοκιών του, αναθέτει στον Νάσο Δετζώρτζη την επιμέλεια όλων των βιβλίων και, σε μεγάλο βαθμό, την επιλογή των προς έκδοσιν έργων. Μέσα σε μια πενταετία (1945-1950), οι Φίλοι του Βιβλίου θα κατορθώσουν να εκδώσουν πληθώρα έργων της νεοελληνικής και παγκόσμιας γραμματείας, με σαφή προτίμηση στις μεταφράσεις έργων της αγγλικής, γαλλικής, γερμανικής, ρωσικής και αμερικανικής λογοτεχνίας, καθώς και στην έκδοση ή επανέκδοση σημαντικών έργων της νεοελληνικής λογοτεχνίας, με ορατή αδυναμία στο διήγημα και το μυθιστόρημα, χωρίς να αποκλείονται τα ιστορικά έργα, η πραγματεία και η μυθιστορηματική βιογραφία. […]

Εντυπωσιακότερο από το άθροισμα των 36 έργων ως εκδοτική συγκομιδή ενός μόνον έτους (1945) αποβαίνει, όμως, το κύρος των συνεργατών των Φίλων του Βιβλίου, που, υπό την καθοδήγηση της μαγικής μπαγκέτας του Δετζώρτζη, φιλοτεχνούν εξώφυλλα και κοσμήματα ή σελιδοποιούν βιβλία εν είδει μονόφωνης, δίφωνης ή τρίφωνης συγχορδίας. Ας γίνω πιο σαφής: διαβάζοντας τον κολοφώνα στα προαναφερθέντα έργα, διαπιστώνουμε ότι Το νούμερο του Βενέζη είναι έκδοση φροντισμένη και διακοσμημένη από τον χαράκτη Κώστα Γραμματόπουλο, ενώ το εξώφυλλο, τα κοσμήματα και τις ξυλογραφίες στα Παγανά του Μυριβήλη τα φιλοτέχνησε ο ζωγράφος Μόραλης· την ίδια μονόφωνη καλλιτεχνική δημιουργία έχουμε και στην Προδομένη Γαλλία του Καστανάκη, με κάλυμμα, εξώφυλλο και διακόσμηση του Γιώργου Βακαλό, ενώ τις λιθογραφίες και τα κοσμήματα στο βιβλίο του Ειμαρμένου έχει χαράξει ο Σπύρος Βασιλείου.

[…]


Το εκδοτικό θαύμα των Φίλων του Βιβλίου θα λήξει, φευ, άδοξα εν έτει 1950, κατόπιν καταγγελίας από τον αρχηγό του Τρίτου Σώματος Στρατού, ο οποίος θα θεωρήσει ότι το βιβλίο του James Aldridge Υπόγραψαν με την τιμή τους (1946) δυσφημεί τους εγγλέζους συμμάχους. Η δίκη θα ολοκληρωθεί εν απουσία του εκδότη Μόσχου, ο οποίος –αψηφώντας, προφανώς, τη σοβαρότητα της καταγγελίας– απουσιάζει για δουλειές στο εξωτερικό. Ο ίδιος θα καταδικαστεί ως φυγόδικος και δεν θα επιστρέψει ποτέ στην Ελλάδα, ενώ όλες οι εναγώνιες προσπάθειες του Δετζώρτζη να ακυρώσει τη δικαστική απόφαση θα αποβούν, εν τέλει, μάταιες και ο εκδοτικός οίκος θα κλείσει οριστικά την ίδια χρονιά.

Ευτυχώς για τον Νάσο Δετζώρτζη, εργάζεται από το 1942 στην Τράπεζα της Ελλάδος για βιοπορισμό […], ενώ το 1949 κερδίζει, «ύστερα από σύσταση του Roger Millex», μια εξάμηνη υποτροφία του γαλλικού κράτους και το ’50 μεταβαίνει στο Παρίσι, όπου […] θα τελειοποιήσει τις αυτοδίδακτες κατ’ ουσίαν γνώσεις του στην τυπογραφική και την καλλιτεχνική επιμέλεια του βιβλίου.

Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, ο Δετζώρτζης αισθάνεται πλέον ικανός να επεκτείνει τη δράση του ως επιμελητής εκδόσεων, συνεργαζόμενος συστηματικά με το Γαλλικό Ινστιτούτο […], το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών και το Μουσικό Λαογραφικό Αρχείο […] ή επικουρώντας με τις γνώσεις του αξιόλογες μεμονωμένες εκδοτικές πρωτοβουλίες […].

Παράλληλα, ο Δετζώρτζης συνεχίζει να εργάζεται στην Τράπεζα της Ελλάδος, όπου, εν έτει 1961, αγαθή μοίρα δίνει στον διοικητή Ξενοφώντα Ζολώτα και στον υποδιοικητή Γιάγκο Πεσμαζόγλου την ιδέα «να βγάλ[ουν] ένα “περιοδικό του Προσωπικού”», ενώ αγαστή συγκυρία ωθεί τον συγγραφέα Βενέζη (υπάλληλο της Τραπέζης τότε) να τον υποδείξει ως τον πλέον κατάλληλο να αναλάβει τη φιλολογική και τυπογραφική του επιμέλεια. Τα τελευταία έξι χρόνια της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας ο Δετζώρτζης θα ασχοληθεί αποκλειστικά με τα διαδοχικά τεύχη του Κύκλου, όπως ονομάστηκε το εν λόγω περιοδικό, όπου, εκτός από καταξιωμένους λογοτέχνες-συναδέλφους, όπως οι Ηλίας Βενέζης, Μηνάς Δημάκης και Πετσάλης-Διομήδης, θα συνεργαστούν μερικοί αξιόλογοι νέοι λογοτέχνες, πρωτίστως η Κική Δημουλά, άγνωστη ακόμη στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό.


Όλα αυτά, βέβαια, ως τη χούντα των συνταγματαρχών, που αναγκάζει τον Δετζώρτζη να παραιτηθεί σταδιακά από τη φιλολογική και την τυπογραφική επιμέλεια του περιοδικού, διακόπτοντας την έκδοσή του οριστικά με το τεύχος του Δεκεμβρίου 1968 και ωθώντας τον, συγχρόνως, σε παραίτηση από την υπηρεσία της Τραπέζης.

Ευτυχώς για εκείνον, υπάρχουν πάντα βιβλία να διασώσει από μιαν άτεχνη επιμέλεια ή να επανεκδώσει, όπως τα βιβλία του αγαπημένου του συγγραφέα και φίλου Θράσου Καστανάκη, όταν «ένας τολμητίας εκδότης, ο Μιχαήλ Μεϊμάρης» αποφασίζει το 1978 να επανεκδώσει το σύνολο του έργου του με φιλολογική επιμέλεια Ν. Δετζώρτζη. […]

[…] Μετά τη Μεταπολίτευση τοποθετείται ως προϊστάμενος της Υπηρεσίας Μεταγλωττίσεως των δελτίων ειδήσεων του τότε ΕΙΡ, που μεταγράφει τις ειδήσεις στη δημοτική, ενώ το 1975 τού ανατίθεται από τον υπουργό Παιδείας Γεώργιο Ράλλη η αναθεώρηση της Νεοελληνικής Γραμματικής του ΟΕΔΒ (Οργανισμού Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων), όπου ο Δετζώρτζης καθιερώνει –και θεωρεί, εύλογα, επίτευγμά του– το -ει- στις καταλήξεις των ρημάτων.

Εντούτοις, ως γνήσιος άρχοντας, παραμένει ασυμβίβαστος και δεν διστάζει να παραιτηθεί όταν κρίνει ότι κάτι υπερβαίνει τις αντοχές που του επιβάλλουν οι αρχές του. Ο Δετζώρτζης δεν ορρωδεί μπροστά σε χρήματα, δόξα ή κατ’ επίφασιν τιμές. Ξέρει να αποχωρεί την κατάλληλη στιγμή, αφήνοντας στους συνεργάτες του ευφρόσυνες αναμνήσεις. […]

Το μεταφραστικό νήμα που ξαναπιάνει δειλά στη δεκαετία του ’70 θα μετατραπεί, ωστόσο, μια δεκαετία μετά σε εργασιακή εμμονή, καθώς, σίγουρος πλέον για τις μεταφραστικές του δεξιότητες, θα καταπιαστεί με πιο δύστροπα έργα, αποτολμώντας, καινοτομώντας, στοιχειοθετώντας σχεδόν μιαν ιδιότυπη μεταφραστική σχολή, μ’ εκείνον μόνον δάσκαλο και μαθητή. […]

Το μεταφραστικό του έργο θα σταθεί, επιπλέον, αφορμή να επιστρέψει στον γενέθλιο τόπο του, ύστερα από πολλά χρόνια, τον Απρίλιο του 1989, χάρη στην πρωτοβουλία της καθηγήτριας Έλλης Γιωτοπούλου – Σισιλιάνου να τον προσκαλέσει για μια τιμητική διάλεξη στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, η οποία θα συνδυαστεί, δύο μέρες μετά, με μιαν εξίσου τιμητική διάλεξή του στην Αναγνωστική Εταιρία Κερκύρας. […]

Κατά βάθος, δεν είναι ταξίδι αυτό, αλλά προσκύνημα νοσταλγικής μνήμης σε τόπους και ανθρώπους χαμένους από καιρό, είτε περιδιαβάζει στοχαστικά τα καντούνια της πόλης αναθυμούμενος περιστατικά της παιδικής και πρώτης νεανικής ηλικίας του, είτε κουλουριάζεται με εφηβική χάρη σε μια πέτρινη κόχη σαν ν’ αναμένει τις αλλοτινές αρσακειάδες, είτε αναμετρά σιωπηλά το μέγεθος της απουσίας προσφιλών προσώπων πάνω απ’ το μνήμα των γονιών του.

[…]

Βρισκόμαστε πλέον στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όπου αγαστή συγκυρία πείθει τον Δετζώρτζη να καταπιαστεί ο ίδιος με τη συστηματική συγκέντρωση και ταξινόμηση του πολυετούς και πολυειδούς έργου του –«διάσπαρτ[ου], έως τότε, σε λογοτεχνικά περιοδικά και εξαντλημένα από καιρό βιβλία»– μετατρέποντας ipso facto τη μετοχή του παθητικού αορίστου «ελάχιστα ευρεθέντα», όπως σκόπευε αρχικά, σε μετοχή μέσου ενεστώτα: «ελάχιστα ευρισκόμενα». […]

Μέσα στην πρώτη διετία (1994-1995) θα εκδοθούν οι πέντε πρώτοι τόμοι του πεζογραφικού, ποιητικού, δοκιμιακού και μεταφραστικού έργου του, γεγονός που θα γίνει αφορμή να αναζωπυρωθεί το ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού και, πρωτίστως, να του απονεμηθεί το ’95 το Ειδικό Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας, που θα τον ανασύρει κατά τι από την «επώνυμη ανωνυμία» του· ενώ, μέσα στη διετία ’97-’98, θα εκδώσει άλλα δύο τομίδια, εντάσσοντάς τα ταπεινά στην ίδια σειρά των «ελαχίστων ευρισκομένων».


[…] Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, απαριθμώντας γύρω του απώλειες αγαπημένων προσώπων σαν χάντρες ενός αόρατου κομπολογιού […], ο Δετζώρτζης θα μετατρέψει τη ρήση του Οράτιου «Odi profanum vulgus / Απεχθάνομαι το βέβηλο πλήθος» σε εξομολογητική στοναχή, νιώθοντας να ασφυκτιά σε μια πόλη που επιμένει να αλλοιώνει ανενδοίαστα «το ξέρω» του και να τον απομονώνει προοδευτικά σε μιαν άπελπι μοναξιά.

[…]

Φεύγοντας στα τέλη Ιουνίου του 2003, ο ευπατρίδης Νάσος Δετζώρτζης θα πάρει μαζί του μιαν ολόκληρη εποχή· ένα άλλο ήθος, ένα άλλο ύφος, έναν άλλο λόγο, εν τέλει, «ορθόν ειρημένον», που δομεί αυτόχρημα αγωγή. Όσοι είχαν την ευτυχία να διασταυρωθούν μαζί του στη ζωή, συνεχίζουν να αναπολούν το πέρασμά του ως «γνήσια παιδαγωγία» ικανή, επέκεινα της απουσίας του, να καθοδηγεί. Για όσους, πάλι, δεν είχαν αυτή την ευλογία, το αναξιοποίητο εν πολλοίς κεφάλαιο του μεταφραστή, επιμελητή, πεζογράφου και ποιητή Νάσου Δετζώρτζη υφίσταται ως πολύτιμη «υποθήκη» στον χώρο των Ελληνικών Γραμμάτων και Τεχνών. Μια «υποθήκη» υψηλής αισθητικής, εν είδει ιδεατής διδασκαλίας, όπως τη συνέλαβε πρώτος ο Πλάτων: ως «τόκο εν τω καλώ».


*Εξαίρετο κείμενο της πανεπιστημιακής καθηγήτριας και συγγραφέως Αντιγόνης Βλαβιανού (επεξεργασμένη και επαυξημένη εκδοχή ομιλίας που είχε εκφωνήσει στην τιμητική εκδήλωση που είχε οργανώσει η Αναγνωστική Εταιρία Κερκύρας στις 25 Οκτωβρίου 2013 στη μνήμη του  Νάσου Δετζώρτζη).

Το εν λόγω κείμενο είχε περιληφθεί στο αναμνηστικό τεύχος του περιοδικού «Ο Κύκλος» που είχε κυκλοφορήσει το Δεκέμβριο του 2016.


Ο κερκυραίος λόγιος Νάσος Δετζώρτζης απεβίωσε στις 30 Ιουνίου 2003, πλήρης ημερών.

*Όλες οι φωτογραφίες του παρόντος άρθρου προέρχονται από το προαναφερθέν τεύχος του περιοδικού «Ο Κύκλος». Στην κεντρική φωτογραφία, σκίτσο του Δετζώρτζη από το ζωγράφο Αχιλλέα Βαρβαρέσο.

Sports in

Οι πέντε υποψήφιοι προπονητές του Τζόκοβιτς – Ο επικρατέστερος και η «βόμβα» του Φέντερερ (pics+vids)

Κοιτάζει την επόμενη μέρα ο Νόβακ Τζόκοβιτς, μετά το διαζύγιο με τον Γκόραν Ιβανίσεβιτς. Ο Νέναντ Ζίμονιτς που εθεάθη στην προπόνηση του Σέρβου και το ενδεχόμενο συνεργασίας με τον σπουδαίο Ρότζερ Φέντερερ.

Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

in.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ ΜΜΕ Α.Ε.

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 800745939, ΔΟΥ: ΦΑΕ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: in@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024