Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024
weather-icon 21o
Βασίλης Αλεξάκης: Ο Έλληνας που αμφέβαλλε και έγραφε στα γαλλικά

Βασίλης Αλεξάκης: Ο Έλληνας που αμφέβαλλε και έγραφε στα γαλλικά

Ένα αδιάκοπο πηγαινέλα ανάμεσα σε δύο τόπους, ανάμεσα σε δύο γλώσσες, ανάμεσα στον εαυτό του και στον άλλο του εαυτό

Στον άνθρωπο που αισθάνεται δυστυχής στη χώρα του και γυρεύει να πάει να ζήσει κάπου αλλού, ο ποιητής Καβάφης θυμίζει ότι δεν υπάρχει αλλού: «Η πόλις θα σε ακολουθεί. […] Έτσι που τη ζωή σου ρήμαξες εδώ […], σ’ όλην την γη την χάλασες». Το έκτο μυθιστόρημα του Βασίλη Αλεξάκη (Vassilis Alexakis, Paris-Athènes, Seuil) εικονογραφεί πέρα για πέρα τούτη την αλήθεια. Μπορεί κανείς να ξενιτευτεί, να κάνει όλα όσα χρειάζονται για να μπορέσει να ενσωματωθεί μέσα στην κοινωνία και την κουλτούρα της χώρας που τον φιλοξενεί, να μιλάει τη γλώσσα της, να γίνει κύριος του συντακτικού της, να γνωρίζει και τις λεπτότητές της, να γράφει και να δημοσιεύει σ’ αυτή την ξένη γλώσσα, αλλά δεν θα μπορέσει να εξαφανίσει εκείνο το κομματάκι της γενέθλιας γης που υπάρχει μέσα του.

Έτσι, για να μπορέσει κανείς να απελευθερωθεί από αυτή την ειμαρμένη, γράφει κατά προτίμηση την αυτοβιογραφία του. Ο Αλεξάκης έκανε κάτι καλύτερο· ξεκινώντας από την ίδια του τη ζωή, έγραψε ένα μυθιστόρημα, του οποίου ο κύριος ήρωας ψάχνει για έναν τόπο όπου ο χρόνος θα έχει καταργηθεί, όπου η νοσταλγία δεν θα είναι πλέον η έκφραση ενός παρόντος διαβρωμένου από την ανία, την ανησυχία, έναν τόπο όπου συνενώνονται η γενέτειρα και ο τόπος εξορίας, όπου το γαλάζιο της Ελλάδας υποδηλώνεται στα παρισινά σύννεφα, αυτά τα σύννεφα που, ακόμη κι όταν είναι βαριά και απειλητικά, σχηματίζουν τον χάρτη των ελληνικών νησιών.

Ο αφηγητής περνάει τον καιρό του με «αδιάκοπα πηγαινέλα»: ανάμεσα σε δύο τόπους, ανάμεσα σε δύο γλώσσες, ανάμεσα στον εαυτό του και στον άλλο του εαυτό, τον οποίο βλέπει ήδη να κείται μέσα στη γη κάτω από το επιτύμβιο: «Θεός δεν υπάρχει· είμαι σε θέση να το γνωρίζω». Ομολογεί ότι ποτέ του δεν αγάπησε τόσο πολύ την Ελλάδα παρά όταν την εγκατέλειψε· την θεωρεί ερωμένη, ενώ το Παρίσι είναι η σύζυγος, αυτό το Παρίσι που αγαπάει και που τον ενοχλεί διότι τον γερνάει και του στερεί τα κυπαρίσσια που έχει φυτέψει στην Τήνο και τα οποία περιποιείται με φροντίδα.

Όπως την κοιτάζει από το αεροπλάνο, η Ελλάδα τού φαίνεται σαν ένα κουρελιασμένο ρούχο, μια χώρα που δεν ήξερε να κρατήσει κοντά της τα παιδιά της, επειδή προτίμησε να παραδοθεί στην τουριστική εισβολή. Όσο για τις δύο γλώσσες, ο συγγραφέας θέτει παραχρήμα το ερώτημα: «Πώς να διαλέξει κανείς ανάμεσα στη γλώσσα της μάνας του και στη γλώσσα των παιδιών του»; Πράγματι, ο Αλεξάκης δεν διαλέγει. Έγραψε βιβλία στα ελληνικά· τα μετέφρασε στα γαλλικά. Έγραψε βιβλία απευθείας στα γαλλικά και τα ξανάγραψε στα ελληνικά. Η μητέρα του, που «κοιτάζει τα πράγματα με σοβαρό βλέμμα», μετέφρασε στα ελληνικά ένα από τα βιβλία του αφήνοντας κενά τα σημεία που τα έκρινε ως άσεμνα. Ο Αλεξάκης ομολογεί ότι με τα γαλλικά «βρήκε τον εαυτό του». Λέει: «Μια γλώσσα που σε κάνει να γελάς παύει να είναι μια ξένη γλώσσα».

Τα γαλλικά, που κάνουν τον Αλεξάκη να γελά, είναι η γλώσσα και ενός άλλου ξένου, του Ιονέσκο. Ωστόσο, αν τα γαλλικά δίνουν στον Αλεξάκη την ευχαρίστηση, δεν του δίνουν τη μουσικότητα της παιδικής του ηλικίας. Στα ελληνικά ο Αλεξάκης κάνει τους μαθηματικούς του υπολογισμούς, απομνημονεύει αριθμούς τηλεφώνου και λέει παλιόλογα. Αυτός ο άνθρωπος που δεν έχει παρά αβεβαιότητες και συναισθήματα αναγνωρίζει ότι χρωστάει τα βιβλία του στη γαλλική γλώσσα. Προσθέτει: «Αλλά και αυτή μου χρωστάει». Εν πάση περιπτώσει, ο Αλεξάκης κατόρθωσε να εισαγάγει σε τούτη τη γλώσσα ένα μαύρο χιούμορ, μια απελπισμένη ειρωνεία, μιαν ευτυχία απλή. Στην πραγματικότητα, η μοναδική πατρίδα αυτού του συγγραφέα, που λέει ταπεινά ότι «δεν είναι βέβαιος αν κέρδισε που έγινε γνωστός», είναι ο έρωτας ή ακριβέστερα η επιθυμία για τις γυναίκες. Για πολύν καιρό η Γαλλία τού φαινόταν σαν «η χώρα των γοητευτικών γυναικών». Αγαπάει τόσο πολύ τις γυναίκες, ώστε «του λείπουν πάντοτε ακόμη κι όταν είναι παρούσες».

Σ’ αυτόν τον τομέα η Ελλάδα συνδέεται με άσχημες αναμνήσεις. Ο Αλεξάκης διηγείται ένα σωρό λεπτομέρειες για το πώς ηδονιζόταν μόνος του και πώς συνέδεε αυτή τη «μυστική συνήθεια» με κάποια ανίατη αρρώστια. Απαλλάχτηκε από αυτή την ενοχή πολύ αργά, και αυτό ίσως διαστρέβλωσε τις σχέσεις του με τις γυναίκες γενικά. Αλλά το γράψιμο θα είναι εκείνο που θα τον ελευθερώσει από το παρελθόν του –σχέση ανικανοποίητη με έναν σιωπηλό πατέρα, ηθοποιό που έγινε υπάλληλος ασφαλιστικής εταιρείας– και το παρόν του, στη σχέση του που χαρακτηρίζεται από ανυπομονησία για τα δύο του παιδιά. Σχετικά μ’ αυτό ο Αλεξάκης σημειώνει: «Δεν θα ήθελα να είχα έναν πατέρα σαν κι εμένα».

Ονειρευόταν να γίνει πιανίστας ή ποδοσφαιριστής (έξω αριστερά), αλλά έγινε συγγραφέας. Ανακάλυψε ότι το γράψιμο «γλυκαίνει τα άγχη». Φοβάται μήπως πεθάνει στο Παρίσι. Ωστόσο είναι πεπεισμένος ότι ο θάνατος θα τον προλάβει σε τούτη την πόλη: «Θα είμαι άραγε στην Αθήνα εκείνη τη στιγμή; Ξέρω ότι είναι ικανός να κάνει το ταξίδι, αλλά μπορεί, με λίγη τύχη, να έχω ήδη φύγει όταν αυτός θα φθάσει. Τα ταξίδια μου ίσως να μην έχουν άλλο σκοπό από το να τον διασκορπίσουν».

Αυτή είναι η εξομολόγηση ενός νομάδα που δεν έχει πλέον την παραμικρή ψευδαίσθηση και που η μνήμη του συγκράτησε με καταπληκτικό τρόπο τις δειλίες, που μας τις παρουσιάζει με χιούμορ, ευφυΐα και θάρρος. Αυτός ο Έλληνας που αμφιβάλλει και γράφει στα γαλλικά είναι πράγματι ένας μεγάλος συγγραφέας.


*Κείμενο του μαροκινού συγγραφέα και δημοσιογράφου Ταχάρ Μπεν Τζελούν (Tahar Ben Jelloun) για τον Βασίλη Αλεξάκη. Είχε γραφτεί τον Οκτώβριο του 1989 και είχε δημοσιευτεί κατ’ αποκλειστικότητα στη Le Monde και στο «Βήμα».

Ο Αλεξάκης γεννήθηκε στην Αθήνα το Δεκέμβριο του 1943.

Εγκαταστάθηκε στη Γαλλία στα τέλη της δεκαετίας του ’60. Εκεί εργάστηκε ως δημοσιογράφος, κριτικός βιβλίου και χρονογράφος, ενώ υπήρξε επί σειράν ετών συνεργάτης της Le Monde.

Ο Αλεξάκης έγραφε και στις δύο γλώσσες (τα πρώτα του μυθιστορήματα γράφτηκαν στα γαλλικά).

Πέρα της συγγραφής, ασχολήθηκε με το χιουμοριστικό σκίτσο, τον κινηματογράφο και το θέατρο.

Το έργο του αγαπήθηκε και αναγνωρίστηκε προπάντων στην Ελλάδα (Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος το 2004 για τις «Ξένες λέξεις») και στη Γαλλία, αλλά και σε πολλές ακόμα χώρες όπου μεταφράστηκε.

Ο Βασίλης Αλεξάκης έφυγε από τη ζωή στις 11 Ιανουαρίου 2021.

Sports in

Αυτός είναι ο πρώτος υποψήφιος για τον πάγκο της Λίβερπουλ

Μετά την διαφαινόμενη παραμονή του Τσάμπι Αλόνσο στη Μπάγερν Λεβερκούζεν, η Λίβερπουλ έχει τον επόμενο υποψήφιο αντί-Κλοπ.

Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

in.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ ΜΜΕ Α.Ε.

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 800745939, ΔΟΥ: ΦΑΕ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: in@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024