Τετάρτη 24 Απριλίου 2024
weather-icon 21o
Κάποια γειτονιά, κάποτε: «Ο κουλουράς της Νέας Σμύρνης»

Κάποια γειτονιά, κάποτε: «Ο κουλουράς της Νέας Σμύρνης»

Οταν ερχόσουν από το κέντρο στη Νέα Σμύρνη, άφηνες πίσω σου τη βαριά μυρουδιά της βενζίνης και του γράσου και ανέπνεες με όλη τη δύναμη της ψυχής σου τον φρέσκο αέρα της εξοχής. Ετσι μύριζε τότε αυτός ο τόπος... Ελευθερία και εξοχή

Γράφει ο Γιώργος Μανιώτης

Μικρό παιδί, όταν άρχισα να εννοώ τον κόσμο, βρέθηκα να ζω στη Νέα Σμύρνη, μια συνοικία γεμάτη, τότε, όμορφες, μικρές, νοικοκυρεμένες μονοκατοικίες με κήπους. Οι περισσότεροι δρόμοι ήταν χωμάτινοι. Η άσφαλτος σταματούσε στο παλαιό τέρμα, εκεί που αράζανε τα σιδερένια μπλε λεωφορεία, γύρω από ένα πλάτωμα στην κορυφή ενός αφανούς λόφου. Τριγύρω υπήρχαν μια – δυο μονοκατοικίες και μαγαζάκια. Τα πλέον πολυσύχναστα, ήταν το περίπτερο του κυρίου Παναγιώτη και το μικρό ζαχαροπλαστείο του κυρίου Αιμίλιου και της κυρίας Μίνας όπου καθόμασταν οικογενειακώς τα καλοκαίρια και παίρναμε το παγωτό μας κοιτώντας τη θάλασσα και τα φωταγωγημένα κεντράκια της παραλίας – η θάλασσα φαινόταν γιατί δεν είχαν υψωθεί πολυκατοικίες.

Τα απογεύματα του καλοκαιριού περνούσαν οι υδροφόρες του δήμου και ρίχναν νερό στους χωμάτινους δρόμους να κατακάτσει η σκόνη και αυτό δρόσιζε αφάνταστα τα καλοκαιριάτικα βράδια μας. Οταν ερχόσουν με το λεωφορείο από το κέντρο και κατέβαινες εκεί, στο παλαιό τέρμα, άφηνες πίσω σου τη βαριά μυρουδιά της βενζίνης και του γράσου και ανέπνεες με όλη τη δύναμη της ψυχής σου τον φρέσκο αέρα της εξοχής. Ετσι μύριζε τότε αυτός ο τόπος… Ελευθερία και εξοχή.

Τυφλός ερωτισμός

Μετά άρχισε ο καιρός του σχολείου. Τα πρώτα σχολικά χρόνια ήταν σκοτεινά και άχαρα διότι αλλοπαρμένες μεταπολεμικές μανάδες είχαν χάψει για τα καλά το αγκίστρι του ανταγωνισμού, μας κρατούσαν αιχμάλωτους μέσα στα σπίτια για να κάνουμε και να ξανακάνουμε τα μαθήματά μας σκοτώνοντας με τη φιλόδοξη επιμονή τους κάθε διάθεση για παιχνίδι. Οταν περάσανε λίγο τα χρόνια και αρχίσαμε να μεγαλώνουμε και να νιώθουμε πιο δυνατοί, αγνοήσαμε τις τιμωρίες και τις προσταγές και σαν ορμητικό ποτάμι ξεχυθήκαμε στις γειτονιές.

Γεμάτοι από ένα κυνηγημένο και φιμωμένο πανταχόθεν ερωτισμό δεν ξέραμε πού να ξεσπάσουμε. Φτιάξαμε ανόητες συμμορίες, πήραμε ξύλινα σπαθιά και αρχίσαμε πολέμους και κυνηγητά με τις άλλες συμμορίες που είχαν φτιάξει συνομήλικοί μας από τις γύρω γειτονιές. Μέχρι που ο τυφλός ερωτισμός μας, βρήκε, κακήν κακώς, το φως του και αρχίσαμε να προτιμάμε την ηδονή από τις παιδικές νίκες επί των αντιπάλων. Παρ’ όλα αυτά τα σκαμπανεβάσματα, επειδή είχαμε μισοϋποψιαστεί πώς βαδίζει και πώς κινείται ο γύρω κόσμος, κυνηγημένοι τώρα από τον μέγα φόβο της αποκατάστασης δεν είχαμε εγκαταλείψει τα μαθήματά μας. Οταν μεγαλώσαμε λίγο ακόμα οι περισσότεροι καταφύγανε στα γυμναστήρια και τα σφαιριστήρια. Από την άλλη, οι λιγότεροι και πιο ευαίσθητοι κλειστήκαμε στη φάκα του εαυτού μας με ισόβιο οδυνηρό σύντροφο τη μελέτη και προσπαθήσαμε να μάθουμε τι ακριβώς είναι αυτό που ζούσαμε.

Με βούτυρο και μαρμελάδα

Χάθηκα στις αναμνήσεις και δεν ανέφερα την ιστορία με τον κουλουρά, που δικαιολογεί και τον τίτλο. Τότε λοιπόν, κάθε πρωί περνούσε από τις γειτονιές ένας γεράκος φορτωμένος με λευκέες πάνινες σακούλες γεμάτες κουλούρια και βάζα με βούτυρο και μαρμελάδα κυδώνι. Μόλις έβγαινε ο ήλιος τον άκουγες να φωνάζει με τη βραχνή φωνή του «Κουλούριαααα! Φρέσκα κουλούριαααα! Ο Κουλουράααας!». Πολλοί που θέλανε ένα βιαστικό και πρόχειρο πρωινό βγαίνανε και παίρνανε ένα κουλούρι. Τότε αυτός το άνοιγε στη μέση με ένα σουγιά, έβαζε μια στρώση βούτυρο, μια στρώση μαρμελάδα, το τύλιγε σε ένα άσπρο χαρτί και το παρέδιδε στον τυχερό που το είχε παραγγείλει. Πολλες φορές οι γονείς μου, μόλις είχα τελειώσει το πλύσιμο των δοντιών με τη ροζ οδοντόκρεμα, μου αγοράζανε ένα τέτοιο κουλούρι για πρωινό.

Ο πατέρας μου είχε κάνει το πίσω μέρος της αυλής σωστό παράδεισο. Είχε φυτέψει δυο – τρεις κληματαριές που, γραπωμένες σε μια τεράστια ξύλινη κρεβατίνα, σκιάζανε την πίσω αυλή. Πλάι στο μαντρότοιχο είχε ανοίξει παρτέρια και τα είχε γεμίσει με μοσχομπίζελα, γαρυφαλλιές, τριανταφυλλιές, γιούλια, γιασεμιά, νυχτολούλουδα, ένα στεφάνι από χρώματα και αρώματα που τύλιγε περιμετρικά όλο το τσιμέντο.

Οταν ζούσε στο χωριό ήτανε ένας δραστήριος αγρότης αλλά μαύρισε το μάτι του από τους πολέμους και τους εμφύλιους και άφησε πίσω του τα κτήματα και τους ελαιώνες, ήρθε στην πόλη και έγινε επαγγελματίας. Μέσα λοιπόν στον παράδεισο που είχε καλλιεργήσει, περνούσαμε όλες τις μέρες μας από τότε που άρχιζε η άνοιξη μέχρι που μας χτύπαγε την πόρτα ο χειμώνας. Τα βράδια του καλοκαιριού θυμάμαι να κοιμάμαι στο ράντζο μου πλάι στα λουλούδια ακούγοντας από ένα φθηνό, γαλάζιο τρανζιστοράκι τη «Ραδιοφωνική βιβλιοθήκη», «Ταξίδι με τον Εσπερο», «Δελφινοκόριτσο», «Στου Χατζηφράγκου», «Πριγκηπέσσα Ιζαμπώ», «Παναγιά η γοργόνα», «Τα παγανά», τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη. Τι ηθοποιοί και τι κείμενα… Να σε νανουρίζει όλη η σημαντική λογοτεχνία της χώρας σου και να εισχωρεί στο υποσυνείδητό σου.

Κίτρινο ποδήλατο

Ενα καλοκαίρι ο μυρωμένος κήπος μας γέμισε με τις οικογένειες των μεγάλων αδερφών της μάνας μου που είχαν έρθει από την Αμερική. Αυτοί οι θείοι μου, εκτός από διάφορα πολύχρωμα ρούχα μου έκαναν δώρο και ένα κίτρινο ποδήλατο. Εγώ όμως δεν ήξερα ποδήλατο… Προσπαθούσα να μάθω μόνος μου κι ας τραυματιζόμουν. Μόλις όμως έκανα μια πεταλιά, έπεφτα κάτω. Με τα πολλά σκέφτηκα να το πάω σε μια κατηφόρα, κάπου εκεί δίπλα, να το καβαλικεύσω, να βρω την ισορροπία μου, να αρπάξω το τιμόνι και χωρίς να γυρίσω τα πετάλια να το αφήσω να κυλήσει με ορμή.

Οσο το ποδήλατο κατρακυλούσε κάτι κατάφερνα, διατηρούσα την ισορροπία μου, μόλις όμως αποφάσιζα να κινήσω τα πόδια μου πάνω στα πετάλια έπεφτα και οι προσπάθειές μου πήγαιναν στον βρόντο. Μια μέρα καθώς το ποδήλατό μου ροβολούσε αγέρωχο, σχεδόν ακυβέρνητο με εμένα απάνω του στη γνωστή κατηφόρα, είδα μπροστά μου τον κουλουρά. Η ταχύτητα που είχα αναπτύξει με τρόμαζε και είπα να πατήσω φρένο. Αρχισα όμως να του φωνάζω «Κουλουρά! Φύγε! Φύγε από μπροστά μου κουλουράα». Ο γεράκος, ζαλισμένος από κούραση και γερατιά, δεν άκουγε και τόσο καλά και δεν παραμέρισε. Οταν πλησίασα πολύ κοντά πάτησα φρένο αλλά ήταν πολύ αργά. Συγκρουστήκαμε! Αλλού ο γεράκος, αλλού οι σακούλες με τα κουλούρια, το ποδήλατο ανάσκελα μέσα στον δρόμο και εγώ με γδαρμένα γόνατα. Ευτυχώς ούτε εγώ τραυματίστηκα ούτε ο γεράκος. Εγώ έμαθα τελικά ποδήλατο και ο γεράκος παρόλη την ταραχή του συνέχισε να πουλάει κουλούρια.

Ο Γιώργος Μανιώτης είναι συγγραφέας

Sports in

ΑΕΚ – Παναθηναϊκός 3-0: Πήρε το ντέρμπι και πήγε στο +4 (vids)

Η ΑΕΚ νίκησε τον Παναθηναϊκό στη Νέα Φιλαδέλφεια και βρίσκεται στο +4 από τους Πράσινους – Δύο γκολ ο Ελίασον, ένα ο Πόνσε.

Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

in.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ ΜΜΕ Α.Ε.

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 800745939, ΔΟΥ: ΦΑΕ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: in@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

ΜΗΤ Αριθμός Πιστοποίησης Μ.Η.Τ.232442

Τετάρτη 24 Απριλίου 2024