Πλειονότητα ή πλειοψηφία;
Η πλειοψηφία είναι μια ιδιαίτερη μορφή πλειονότητας, μια σαφώς πιο περιορισμένη έννοια, ένα υποσύνολο, συνυφασμένο πάντα με μια διαδικασία ψηφοφορίας
Spotlight
-
Τραγική κατάληξη στο θρίλερ εξαφάνισης μοντέλου - Τι συνέβη πραγματικά στην Kaikan Kaennakam;
-
Μέση Ανατολή, Ουκρανία και… Κύπρος στο τραπέζι για Ερντογάν – Σταϊνμάιερ
-
Ποιος αριθμός λείπει; - Βρείτε τη λύση σε 10 δευτερόλεπτα και αποδείξτε πόσο μαθηματικό μυαλό έχετε
-
Όμηρος της Χαμάς εμφανίζεται σε βίντεο με ακρωτηριασμένο χέρι - «Οι IDF σκότωσαν 70 από εμάς»
Όταν γίνεται λόγος για το μεγαλύτερο μέρος ή τμήμα ενός συνόλου, η λέξη που έρχεται στο μυαλό των περισσοτέρων είναι πέραν πάσης αμφιβολίας το ουσιαστικό πλειοψηφία. Έτσι, διαβάζουμε και ακούμε καθημερινά για την πλειοψηφία των μαθητών που κάνει φροντιστήριο στην έκθεση και τα μαθηματικά, για τους Έλληνες που στην πλειοψηφία τους είναι άνθρωποι φιλόξενοι και αντιρατσιστές, για τα ελληνικά κρασιά που στην πλειοψηφία τους είναι υψηλής ποιότητας κ.λπ.
Όμως, είναι όντως ορθή η χρησιμοποίηση της λέξης πλειοψηφία στις προαναφερθείσες περιπτώσεις ή μήπως θα έπρεπε να μεταχειριστούμε μιαν άλλη λέξη, συγγενή από σημασιολογικής απόψεως, το ουσιαστικό πλειονότητα;
Όπως πάντα, η ετυμολογική προσέγγιση των δύο ουσιαστικών που μας απασχολούν στο παρόν άρθρο θα δώσει απάντηση στο ανωτέρω ερώτημα και θα λύσει τις όποιες απορίες μας.
Η λέξη πλειονότητα, κατά πρώτον, προέρχεται από το ουδέτερο γένος του επιθέτου της αρχαίας ελληνικής γλώσσας ο/η πλείων (ή πλέων), το πλείον (ή πλέον), που ήταν ο συγκριτικός βαθμός (ανώμαλο παραθετικό) του επιθέτου πολύς και σήμαινε περισσότερος (επί ποσού) ή μεγαλύτερος (επί μεγέθους, αριθμού κ.τ.ό.).
Με την πλειονότητα (αντώνυμό της, η μειονότητα) δηλώνουμε γενικώς και αορίστως το μεγαλύτερο μέρος ή τμήμα ενός πλήθους, ενός αριθμού προσώπων ή και πραγμάτων:
«Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, οι προβλέψεις του αποδείχτηκαν εσφαλμένες», «Οι σύγχρονοι νέοι, στην πλειονότητά τους, αποφεύγουν το γάμο», «Η πλειονότητα των μαθητών και των μαθητριών της Γ’ Λυκείου απάντησε θετικά στο συγκεκριμένο ερώτημα».
Η λέξη πλειοψηφία (ή και, λογίως, πλειονοψηφία), κατά δεύτερον, είναι σύνθετο, με πρώτο συνθετικό το πλείον (το ουδέτερο του αρχαιοελληνικού επιθέτου πλείων) και δεύτερο συνθετικό το -ψηφία (< ψήφος).
Ως εκ τούτου, με την πλειοψηφία (αντώνυμό της, η μειοψηφία ή και, λογίως, μειονοψηφία) δηλώνουμε το μεγαλύτερο αριθμό ή το μεγαλύτερο ποσοστό των ψήφων ή των ψηφοφόρων σε μια εκλογική διαδικασία, σε μια διαδικασία ψηφοφορίας κ.λπ., καθώς και, συνεκδοχικά, την ομάδα ή το κόμμα που συγκεντρώνει την πλειονότητα των μελών ενός συνόλου (π.χ., του κοινοβουλίου) σε ψηφοφορία:
«Μια κυβέρνηση είναι πραγματικά ισχυρή, όταν έχει καταφέρει να αποσπάσει την απόλυτη πλειοψηφία του εκλογικού σώματος», «Ως γνωστόν, στα δημοκρατικά καθεστώτα οι αποφάσεις λαμβάνονται κατά πλειοψηφία», «Ο αρχηγός της πλειοψηφίας πρέπει να ενεργεί υπεύθυνα και συνετά, με γνώμονα το εθνικό συμφέρον».
Από τα ανωτέρω καθίσταται φανερό ότι τα ομόρριζα ουσιαστικά πλειονότητα και πλειοψηφία δεν έχουν το ίδιο σημασιολογικό εύρος. Η πλειοψηφία είναι μια ιδιαίτερη μορφή πλειονότητας, μια σαφώς πιο περιορισμένη έννοια, ένα υποσύνολο, συνυφασμένο πάντα με μια διαδικασία ψηφοφορίας.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις